Ευγένιος Ψαλιδάκης: 45 Χρόνια απο την εκδημία του μακάριου και μακαριστού Πρωθιεράρχη

  • Δόγμα

Πολλές φορές ο κύριος Γιάννης έχει αναφερθεί στις βαφτίσεις που έκανε ο Ευγένιος, προκειμένου να γεφυρώσει διαφορές διαφόρων ανθρώπων, να κάνει δηλαδή το σασμό ανάμεσά τους. Νονός οριζόταν ο κύριος Γιάννης βέβαια.

Του Δημήτρη Σάββα

Ποιος ήταν ο Ευγένιος; Ίσως φανώ ακατάλληλος ν’ αγγίξω το παράστημά του, τη μορφή του, το πέρασμά του. Πολλές φορές μου είχε μιλήσει ο αείμνηστος λόγιος γιατρός και αγαπητός φίλος Μανόλης Δετοράκης, γνωστός για τη σεμνότητά του και την προσφορά του. Αρκετές φορές επίσης έχει αναφερθεί στο όνομά του ο αγαπητός μου φίλος Κωστής Λαγουδιανάκης, του οποίου πεθερός του ήταν ο Γιάννης Ψαλίδης.

Ο τελευταίος καταγόταν από τη Βουλισμένη, το χωριό του Ευγενίου. Ενας πρόσχαρος άνθρωπος, συνεπής, αξιοπρεπής και τίμιος. Αριστος οικογενειάρχης και εξαίρετος οδηγός. Πάντοτε ο Γιάννης Ψαλίδης, όταν ήθελε να πει κάτι για τον Ευγένιο, έλεγε: “Ο Δεσπότης”, ενώ τους άλλους αρχιερείς τους αποκαλούσε με τα ονόματά τους.

Πολλές φορές ο κύριος Γιάννης έχει αναφερθεί στις βαφτίσεις που έκανε ο Ευγένιος, προκειμένου να γεφυρώσει διαφορές διαφόρων ανθρώπων, να κάνει δηλαδή το σασμό ανάμεσά τους. Νονός οριζόταν ο κύριος Γιάννης βέβαια.

Επίσης ακόμα θυμάται τα άσχημα γράμματα ή τα κακογραμμένα κείμενα του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου που ακόμα και ο ίδιος δεν μπορούσε να τα διαβάσει, επιζητώντας την βοήθεια του υπαλλήλου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Στέλιου Κυπριωτάκη.

Κρίνω σωστό να παραθέσω αποσπάσματα του άρθρου του Αριστοτέλη Κ. Γραμματικάκη, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΜΕΣΟΓΕΙΟ”, το Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 1978, ημέρα της κηδείας του αοίδημου Αριχεπισκόπου Κρήτης κυρού Ευγενίου:

“Τω καιρώ εκείνω” – Σάββατο 11 του Φλεβάρη του 1978 – μόλις είχε ξημερώσει, βρεθήκαμε όλοι στο πόδι. Κλήρος και λαός, επίσημοι και ανεπίσημοι, άρχοντες και αρχόμενοι από κάθε γωνιά της Κρήτης, από πολλά σημεία της ηπειρωτικής Ελλάδας, ακόμη και από τη Βασιλεύουσα της Ρωμιοσύνης. Από την Κωνσταντινούπολη. Και ο λόγος, για να φορέσουμε τη μάσκα της κατήφειας και της στιλβωμένης οδύνης. Και έτσι μεταμφιεσμένοι, από υποκριτές και Φαρισαίοι που είμαστε, σε Χριστιανούς και ανθρώπους, να συνοδεύσουμε τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης, αοίδιμο Ευγένιο Ψαλιδάκη στην τελευταία του κατοικία. Ορθότερα, στον τάφο που, με τα ίδια μας τα χέρια, του είχαμε σκάψει.

Ανοίγουμε μια παρένθεση για να ζητήσουμε συγγνώμη από τους λιγοστούς, ανάμεσα σε μας τους πολλούς «θλιμμένους», που αποτελούν εξαίρεση στον κανόνα. Είναι, όμως, τόσον ολίγοι εκείνοι που αποτελούν την εξαίρεση, εκείνοι που δεν παρασύρθηκαν ακόμα από το απερίγραπτο κύμα του εξτρεμιστικού αναρχισμού που μας κουκουλώνει, ώστε να μην είμαστε και τόσο σίγουροι κατά πόσον έπρεπε να μιλήσουμε για εξαιρέσεις. Δέκα, είκοσι, εκατό ασθενικά λουλούδια που βλάστησαν εδώ κι εκεί, μέσα στον απέραντο κάμπο των αγκαθιών και των τσουκνίδων, τι ρόλο μπορούν να παίξουν; Κανένα δυστυχώς. Αργά ή γρήγορα, θα μαραθούν και όσα λιγοστά απόμειναν λουλούδια ανθρωπισμού, μέσα στην κατάρα της εποχής μας.

Παρά ταύτα, οι καμπάνες του Αγίου Μηνά και όλων των άλλων Εκκλησιών της Κρήτης κτυπούν πένθιμα, άλλες κοντά μας και άλλες απόμακρα. Κτυπούν για να θολώσει το ντιντίνισμά των πιο πολύ τη σκέψη μας, για να γίνει περισσότερο έκδηλος, κάτω από τη μάσκα της στιλβωμένης οδύνης, ο απερίγραπτος υποκριτισμός μας. Πενθούμε, τάχατες τον Αρχιεπίσκοπό μας- τον Ευγένιο Ψαλιδάκη – που πέθανε εδώ και τέσσερεις ημέρες στο Λονδίνο και κηδεύουμε σήμερα στο Ηράκλειο. Τον πενθούμε ειλικρινά όλοι, αλλά ελάχιστοι από εμάς θα έχουν την διάθεση να αναγνωρίσουν, αν όχι φανερά τουλάχιστον ενδόμυχα, ότι εμείς, οι Ηρακλειώτες, τα Σόδομα και τα Γόμορα των σύγχρονων καιρών, έχουμε ακέραιη την ευθύνη του μαρτυρικού του θανάτου. Τον δολοφονήσαμε εν ψυχρώ. Ημέρα με την ημέρα, σταγόνα με σταγόνα. Και τώρα τον θρηνούμε και παρακολουθούμε, με προσποιητή κατάνυξη, την «μεγαλοπρεπή» κηδεία του Πάναγνου και Αγίου Αρχιεπισκόπου της Κρήτης».

Ίσως αυτός ο κορυφαίος ιεράρχης να υπήρξε το μεγάλο θύμα μιας ανισόρροπης εποχής. Δέχθηκε λάσπη και ραπίσματα, όπως και όλοι οι Μεγάλοι!

Όπως λιθοβολούνται όλα τα καρποφόρα δέντρα. Ο Ευγένιος με την αθώα ψυχή του, την ανεξικακία του, τη θαυμαστή μεγαλοπρέπειά του, συγκέντρωσε επάνω του πολλά πυρά, που δεν τον τρόμαξα, όπως δεν τον τρομάξαν οι κατακτητές που θέλησαν να υποτάξουν την Πατρίδα μας, καταπατώντας την έννοια της Ελευθερίας. Εκείνα τα ματωμένα χρόνια της κατοχής, αλλά και αργότερα, όταν η μοχθηρία, η ευτέλεια και παλιανθρωπιά, τού είχαν στήσει καρτέρι. Και Εκείνος! Είμαστε σίγουροι ότι δε θα τους κρατούσε κακία, λέγοντας: «Κύριε άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσιν».

Αιωνία του η μνήμη!

TOP NEWS