Dogma

Φιλελληνισμός – Φιλέλλην (ΣΤ΄)

Του Σεβ. Μητροπολίτου Γέροντος Ναϊρόμπι και Εξάρχου Κένυας κ. Μακαρίου στην Κιβωτό της Ορθοδοξίας

Στην καλλιέργεια φιλελληνικού ρεύματος στην  Γενεύη συνέβαλε, ασφαλώς, ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος, ο οποίος, διωγμένος από την Φλωρεντία λόγω της συμμετοχής του σε μυστικές οργανώσεις (καρμποναρισμό), διέμενε στην Γενεύη από τον Μάρτιο του 1821 μέχρι τον Ιανουάριο του 1825. Εκεί, ο στενός τον φίλος, Ch. Didier, δημοσίευσε, το 1826, το ποίημα «Ι ruines de MissoΙonghi», το οποίο «πωλήθηκε υπέρ των Ελλήνων».

Ο ρόλος των Ελλήνων της διασποράς, είτε μόνιμοι κάτοικοι των παροικιών, είτε λόγιοι και σπουδαστές στα ευρωπαϊκά Παν/μια, με τις σχέσεις και γνωριμίες τοΥς, ήταν καθοριστικός, θα μπορούσαμε να πούμε. Ο Κοραής και ο κύκλος του στο Παρίσι, ο Δημ. Σχινάς και οι Χιώτες επιχειρηματίες του Λονδίνου και του Μάντσεστερ, ο Στ. Παλαιολόγος, ο Α. Σπάχος και άλλοι εμπορευόμενοι στην Ολλανδία, ο μητροπολίτης Ιγνάτιος και το περιβάλλον του στην Πίζα, όλοι οι «απανταχού» ‘Ελληνες, ανάλογα με τον τρόπο του και τις δυνατότητές του ο καθένας, προκαλούσαν φιλελληνικά ερεθίσματα.

Ο ελληνικός εθνικοαπελενθερωτικός αγώνας βρήκε γόνιμο έδαφος στη Γερμανία με τον φιλελευθερισμό και τον νεοουμανισμό των αρχών του 190υ αι. και δεν άργησε να επεκταθεί σε όλα τα γερμανικά κράτη, εκτός της Αυστρίας.

Τους πρώτους λόγους και τις εκκλήσεις ακολούθησε, αμέσως, οργάνωση φιλελληνικών επιτροπών, παν σκοπό είχαν περισσότερο στη συμπαράσταση των αγωνιζομένων και όχι τόσο στην περίθαλψη των δυστυχούντων. Η πρωτοβουλία για την κίνηση αυτή ξεκίνησε, κυρίως, από τούς πανεπιστημιακούς κύκλους. Οι πανεπιστημιακοί καθηγητές, Ι. Νeander, Αυg. Zeune, Β. Niebuhr (Μέγας Νίβονρος, όπως ταν αποκαλούσαν οι ‘Ελληνες), στο Βερολίνο, ο Fr. Thiersch (ηείρσιος), στο Μόναχο, ο ]acobs στη Gotha, ο Ι. Η. νο, στη Χαϊδελβέργη, ο Η. Ο. Tzschirner, ο Κ. Ιken και ο W. Τ. Krug στη Λειψία, οι οποίοι είχαν πρωτοστατήσει στους απελευθερωτικούς αγώνες των Γερμανών κατά τον Ναπολέοντος και είχαν αποκτήσει μια σχετική πολιτική δύναμη και, φυσικά, πείρα για την διαφώτιση της κοινής γνώμης, πρωτοστάτη σαν και πάλι.

Παράλληλα, στον πρώιμο 19ο αι., δημιουργήθηκε το πρώτο γερμανικό φοιτητικό κίνημα. Οι γερμανικές φοιτητικές οργανώσεις πρωτοεμφανίστηκαν το 1815 και ανέδειξαν σε σημαντικό παράγοντα την φοιτητική διαμαρτυρία, στο όνομα της γερμανικής ενοποίησης και τον φιλελευθερισμού. Η αρχή έγινε στην Ιένα και ακολούθησαν οι εθνικιστικές οργανώσεις νεωτερικού τύπου, οι οποίες, μέσα στη ζάλη του αντιναπολεοντείου γερμανικού εθνικού κινήματος διαδέχτηκαν τους παλαιότερους τοπικούς φοιτητικούς συλλόγους, αλλά και τα φοιτητικά τάγματα, στο πρότυπο του τεκτονισμού. Η πρώτη τους παγγερμανική συγκέντρωση διαμαρτυρίας έγινε στον πύργο τον Βάρτμπαυργκ της Θουριγγίας, το 1817, όπου διατύπωσαν το πολιτικό πρόγραμμα της ενιαίας πολιτικά, θρησκευτικά και οικονομικά, Γερμανίας και των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων της αστικής ελευθερίας.

Βάσει σχετικών μελετών, το ένα τρίτο της γερμανικής ακαδημαϊκής ελίτ συμπεριλαμβανόταν στα μέλη τους. ‘Ενας απ’ αυτούς, ο Heinrich StίegΙίtz (18θ1-1849), ο οποίος, εξ αιτίας μιας αλογόκριτης δημοσίευσης πατριωτικού ποιήματος, διαγράφηκε από το Παν/μιο της Γοτίγγης και συνέχισε τις σπονδές τον στη Λειψία όπου, το 1823, δημοσίευσε τα φιλελληνικά του ποιήματα’ στον τόμο αυτόν περιέλαβε, μεταφρασμένη στα γερμανικά την «Ωδή εις τους ‘Ελληνας» ταυ Ιακωβάκη Ρίζου Νερουλού (1778-1849). ‘Ισως κανένα άλλο ποίημα δεν κυκλοφορήθηκε τόσο στην Ευρώπη.

Είναι γνωστό το Θέμα της διασταύρωσης του γερμανικού φοιτητικού εταιρισμού με τον φιλελεύθερο φιλελληνισμό. Στο γερμανικό φοιτητικό φιλελληνικό κίνημα, ιδιαίτερα προβεβλημένοι είναι οι: johann Danίel Elster (1796-1857), Harro Harrίng (1798-187θ) και Franz Lieber (1800-1872), φιλέλληνες ή και ριζοσπαστικοί τόσο της πένας όσο και τον ξίφους, στο πλευρό των Ελλήνων. Από τους πρωτοπόρους τον φιλελληνικού κινήματος στην Γερμανία ήταν ο φιλόσοφος Krug, ο οποίος, τα Πάσχα του 1821, υπεράσπισε, με λόγο του, τα ελληνικά δίκαια και τήρησε θετική στάση στο θέμα της νομιμότητας του πολέμου της ανεξαρτησίας, που είχε αμφισβητηθεί. Επίσης, οι ‘Ελληνες φοιτητές του ζήτησαν να διατυπώσει, επίσημα, τις απόψεις του, πράγμα που συνήθιζε και για άλλα πολιτικά γεγονότα. Η ανταπόκρισή του στο αίτημα αυτό ήταν θετική. Το φυλλάδιο το οποίο εξέδωσε με τον τίτλο: «Παλιγγενεσία της Ελλάδος…» (ίrίechenΙands Wiedergeburt), κυκλοφορήθηκε ευρύτερα στην Γερμανία κι έδωσε το έναυσμα να ακολουθήσει σειρά δημοσιευμάτων, αυτοτελών είτε εντεταγμένων στον ημερήσιο τύπο.

Τα δημοσιεύματα αυτά και, γενικά, η πολιτική αρθρογραφία, παρόλο που η ελευθεροτυπία είχε αρκετούς περιορισμούς, ενημέρωναν και επηρέαζαν την κοινή γνώμη και, συχνά, εξέφραζαν την διάθεση του αναγνώστη απέναντι στο ελλ. θέμα. Η λογοτεχνία αποτελούσε πηγή αστείρευτη για τους συγγραφείς των δημοσιευμάτων αυτών και πηγή έμπνευσης για τους κλασικούς και ρομαντικούς συγγραφείς, οι οποίοι άντλησαν τα θέματά τους από τον αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας.

‘Ηδη από το 1821, ξεχωρίζούν ατην Γερμανία τα «Τραγούδια των Ελλήνων» τον Wilhelm Mϋller, για τον ενθουσιασμό που προκάλεσαν στον γερμανικό λαό. Συγχρόνως, οι πρώτες εκκλήσεις δίνουν το έναυσμα για την πρακτική οργάνωση τον γερμανικού φιλελληνισμού. Ενδεικτικά αναφέρούμε την προκήρυξη τον Κrug «Α meine Deutschen Mitbϋrgern» [Στους γερμανούς συμπολίτες μου] 1η Αυγούστου 1821 στις 6/18 Αυγ. η έκκληση τον Fr. Thiersch και σειρά άρθρων στην εφημερίδα της Ανγούστας (Augsburg) «Ausburger Allgemeine Zeitung».

Τον ίδιο μήνα, με πρωτοβουλία του Albert Schott, ιδρύθηκε το φιλελληνικό κομιτάτο της Στουτγάρδης καθώς και στο Μόναχο, Τυβίγγη, Φράιμπουργκ, Φραγκφούρτη κ.ά. Μόνο στη νότια Γερμανία λειτουργούσαν δέκα φιλελληνικά σωματεία.

Βαθμιαία, αναλαμβάνουν την αρχηγία για τον συντονισμό της όλης φιλελληνικής δραστηριότητας για τη νότια περιοχή, η Στουτγάρδη και για την βορειότερη η Ντάρμστατ. Τα γερμανικά κομιτάτα, σε συνεργασία με τα ελβετικά παραστέκονται, με κάθε τρόπο στον επαναστατημένο ελληνικό λαό.

Ανεξάρτητα από την επιφυλακτικότητα που έδειξαν πολλές φορές οι ‘Ελληνες απέναντι στους ξένους εθελοντές, η προσωρινή διοίκηση εξέφρασε την ευγνωμοσύνη της στους Ελβετούς και Γερμανούς πρωτεργάτες. Στις 15 Ιουνίου 1823, το Βουλευτικό ενέκρινε την ανακήρυξη σε επιτίμους ‘Ελληνες πολίτες οι καθηγητές της Ζυρίχης, Ι. Α. Bremi και j. Κ. Drelli, πρόεδρος και γραμματέας των φιλελληνικών εταιρειών της Ελβετίας, ο Α. Sch οtt τον κομιτάτου της Στουτγάρδης, ο Erst Emil Hoffman, τραπεζίτης και εμπορικός σύμβουλος του μεγάλου δουκός της ‘Εσσης – Ντάρμσταντ, ο βαρώνος Fr. ΕΙ. Rhieneck, υπερασπιστής τον Αλ. Μαυροκορδάτου και ο «Βίντερος» (Winter) από την Χαϊδελβέργη.