Εκείνου που ο νους είναι πάντοτε κοντά στο Θεό, αυτού και η επιθυμία αυξήθηκε πάρα πολύ κι έγινε θείος έρωτας και το θυμικό ολόκληρο μεταβλήθηκε σε θεία αγάπη.
Γιατί ο νους, με την πολύκαιρη μέθεξη της θείας ελλάμψεως, αφού έγινε όλος φωτεινός, και το παθητικό μέρος του αφού το υπέταξε σφιχτά στον εαυτό του, το μετέβαλε – όπως είπα – σε ακατάληπτο θείο έρωτα και ακατάπαυστη αγάπη και το έφερε εξ ολοκλήρου από τα επίγεια προς το Θείο.
Εκείνος που δεν φθονεί, μήτε οργίζεται, μήτε μνησικακεί εναντίον αυτού που τον λύπησε, δε σημαίνει ότι ήδη έχει οπωσδήποτε και αγάπη προς αυτόν.
Γιατί μπορεί και χωρίς να αγαπά, να μην ανταποδίδει κακό στο κακό, λόγω της εντολής(Ρωμ. 12, 17). δεν μπορεί όμως εξάπαντος και να ανταποδώσει καλό στο κακό αβίαστα.
Γιατί το να ευεργετεί κανείς με όλη του την καρδιά όσους τον μισούν, είναι ιδίωμα μόνο της τέλειας πνευματικής αγάπης.
Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής