Για τα όνειρα και τα οράματα
Γράφει ο Πρωτοπρεσβ. Γεώργιος Δορμπαράκης
Κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, το όνειρο, το όραμα ή και το θαύμα ακόμη, δεν παρουσιάζονται με καθαρότητα ενώπιόν μας, μάλλον η ερμηνεία και η αξιολόγησή τους χρωματίζονται από το περιεχόμενο της καρδιάς μας. Που θα πει ότι κάτι που θεωρούμεως εκ Θεού προερχόμενο, μπορεί να είναι δαιμονικής εμπνεύσεως, όπως πιθανόν και το αντίστροφο. Τον πρώτο λόγο στα θέματα αυτά τον έχει η αρετή της διακρίσεως.
Κι η απόκτηση της αρετής αυτής δεν είναι καθόλου εύκολη. Γιατί η διάκριση θεωρείται ως ένα από τα σπουδαιότερα χαρίσματα του Θεού, που για να το αποκτήσει κανείς χρειάζεται να καθαρίσει τον νου και την καρδιά του από ό,τι βρώμικο και εμπαθές, οπότε όσο βλέπει να ενεργούν μέσα του τα πάθη και οι αμαρτίες δεν πρέπει να έχει εμπιστοσύνη στην κρίση και τη διάκρισή του. Συνήθως στις περιπτώσεις αυτές η κρίση υπόκειται στον νόμο της πλάνης, γι’ αυτό και πλανεμένα θα εκτιμά και τα όνειρα, τα οράματα ή και αυτά ακόμη που φαίνονται ως θαύματα.
Τα παραπάνω ισχύουν περισσότερο, αν συνειδητοποιήσουμε ότι τα όνειρα και τα οράματα έχουν πολλαπλή καταγωγή – μπορεί να είναι φυσικά, αλλά και θεϊκά ή και δαιμονικά. Κατά τους νηπτικούς πατέρες, το συνηθέστερο είναι να δρα μέσα από αυτά κυρίως ο Πονηρός. Αυτός προσπαθεί μέσω της φαντασίας να πλησιάσει και να πλανήσει τον άνθρωπο, προκειμένου να τον οδηγήσει στην καταστροφή του.
Για να πετύχει μάλιστα τον σκοπό του, πέρα από τρομακτικές μορφές που μπορεί να πάρει, εμφανίζεται, κατά τον απόστολο, και ως «άγγελος φωτός». Μπορεί ακόμη να εμφανιστεί ως Χριστός, ως Παναγία, ως κάποιος άγιος, πάντως με τέτοιον τρόπο, ώστε να κάνει τον άνθρωπο να τον εμπιστευθεί. Μερικές φορές εμφανίζεται μέσα σε τέτοιο φως, που δημιουργεί κλίμα χαράς και παρηγοριάς, αναμιγμένης όμως με υπερηφάνεια και υπεροψία, σαφές δείγμα της πλάνης.
Ακριβώς λοιπόν έχοντας αυτά υπόψιν οι Πατέρες μας μάς προειδοποιούν με τα κείμενά τους και μας λένε να μην έχουμε εμπιστοσύνη σε τέτοια πράγματα, όταν μας παρουσιάζονται, διότι μπορεί να είναι δαιμονικές καταστάσεις και επιρροές. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος για παράδειγμα, ο μέγας αυτός ασκητικός διδάσκαλος, σε ειδικό λόγο του για τα όνειρα αναφέρει ότι «όποιος πιστεύει στα όνειρα είναι παντελώς άσοφος και άπειρος».
Εγείρεται όμως η ένσταση: μήπως έτσι, απορρίπτοντας τα όνειρα και τα οράματα και τα περεμφερή, απορρίπτουμε και τα εκ Θεού προερχόμενα; Οι Πατέρες μας λοιπόν προβλέποντας μία τέτοια ένσταση, ή μάλλον αντιμετωπίζοντάς την την εποχή τους, μας πρόλαβαν και σ᾽ αυτό. Κι η απάντησή τους, όσο περίεργα και παράδοξα ηχεί τούτο, είναι και πάλι αρνητική. Δηλαδή και από τον Θεό να προέρχονται, και πάλι πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Και η αιτιολογία είναι ότι μπορεί να φαίνονται πως είναι εκ Θεού και να μην είναι.
Ας παραθέσουμε προς επιβεβαίωση τα λόγια ενός μεγάλου και πάλι νηπτικού Πατέρα και Διδασκάλου της Εκκλησίας, του αγίου Διαδόχου επισκόπου Φωτικής, από το έργο του «Κεφάλαια Γνωστικά 100». Λέει συγκεκριμένα στο 38ο κεφάλαιο: «Εμείς είπαμε βεβαίως για τη διαφορά καλών και κακών ονείρων, όπως ακούσαμε από πεπειραμένους Γέροντες. Όμως μπορεί να θεωρηθεί μεγάλη αρετή το να μη δίνει κανείς σημασία στα όνειρα. Διότι τα όνειρα δεν είναι τίποτε άλλο, τουλάχιστον τα περισσότερα, από είδωλα των λογισμών που περιφέρονται εδώ κι εκεί ή, όπως είπα, φαντασίες, διά των οποίων εμπαίζουν τους ανθρώπους οι δαίμονες. Επομένως αν δεν αποδεχθούμε κάποτε κάποιο όραμα που θα σταλεί σ᾽ εμάς από την αγαθότητα του Θεού, δεν θα οργισθεί εναντίον μας, διότι το αρνηθήκαμε, ο πολυπόθητος Κύριος Ιησούς. Διότι γνωρίζει ότι αυτό το κάνουμε από φόβο μήπως μας απατήσουν οι δαίμονες». Και συνεχίζει ο όσιος στο επόμενο κεφάλαιο, το 39ο: «Ας είναι για υπόδειγμα (αναφορικά προς τη συμβουλή στο προηγούμενο κεφάλαιο) ότι ένας δούλος προσκαλείται υπό του Κυρίου του από την εξώπορτα σε ώρα νυκτερινή και ύστερα από πολυχρόνια απουσία του. Ο δούλος φοβούμενος μήπως η φωνή, λόγω ομοιότητος, δεν είναι του κυρίου του, δεν ανοίγει τελείως τη θύρα σ᾽ αυτόν. Διότι αν απατηθεί, θα εκθέσει σε κίνδυνο την περιουσία που του εμπιστεύθηκε. Όταν δε έγινε ημέρα, ο κύριος του υπηρέτη όχι μόνον δεν οργίσθηκε εναντίον του, αλλά και τον επαίνεσε όλως ιδιαιτέρως, επειδή από την υπερβολική πίστη να μη χάσει τίποτε από τα πράγματά του, θεώρησε και τη φωνή του ακόμη ως απατηλή».
Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Η επιφυλακτικότητα στα όνειρα, οράματα, θαύματα είναι σημείο σοφίας και σύνεσης εκ μέρους μας, εφόσον γίνεται για λόγους πίστεως και αγάπης προς τον Κύριο. Ταυτοχρόνως είναι σημείο πνευματικής μας προόδου να θέτουμε τέτοιες καταστάσεις, όταν επιμένουν, υπό την κρίση φωτισμένων και εμπείρων πνευματικών. Ασφαλώς, κάνοντας αυτό η χάρη του Θεού θα είναι μαζί μας, λόγω ακριβώς της ταπεινώσεώς μας.