π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Ποιος δεν γνωρίζει την παραβολή Τελώνου και Φαρισαίου, του Ασώτου, τις Κυριακές της Απόκρεω, της Τυρινής, της Μεγάλης Σαρακοστής; Ποιος δεν ξέρει τη Μ. Βδομάδα με το Νυμφίο, το «Σήμερον κρεμμάται επί ξύλου», τον Επιτάφιο και το «Ανάστα ο Θεός»; Ποιος αγνοεί το «Χριστός Ανέστη»;
Γνωστά ήδη από την παιδική μας ηλικία, μας προβάλλονται στον Εκκλησιαστικό χώρο και βιώνονται ως να είναι η πρώτη φορά που ερχόμαστε αντιμέτωποι. Βίωση γνωσιολογική, συναισθηματική, πνευματική. Όλα αυτά χρειάζονται για τον άνθρωπο που έχει λογική, συναισθήματα, είναι τέκνον Θεού. Η διάκριση και ο χωρισμός τους οδηγεί στη διάσπαση της ύπαρξής μας.
Ωστόσο, η επανάληψη κάθε χρόνο του Λειτουργικού – Εορταστικού κύκλου, έχει και την προσδοκία της εν Πνεύματι αγίω καρδιακής εμπειρίας που οδηγεί στην εν Χριστώ ζωή. Είναι, δηλαδή, μια δυνατότητα να γίνει η καρδιά μας δεκτική της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, ώστε, μέσα από τα Ευαγγέλια, τους ύμνους, τα προβαλλόμενα γεγονότα από τη ζωή του Χριστού, να οδηγηθούμε στη μετάνοια που συνίσταται στην αλλαγή από την πνευματική μας ρουτίνα και μιζέρια.
Είναι κάποιες φορές που ακούμε κάτι, το οποίο ενδεχομένως να έχουμε ακούσει ξανά, που «μιλά», όμως, στην καρδιά μας και μας συγκλονίζει. Είναι η ώρα της επίσκεψης της Χάριτος του Θεού, που βλέπει στο βάθος και μας καλεί να ζήσουμε αυτό που πράγματι η καρδιά μας θέλει αλλά αδυνατεί να ακολουθήσει.
Όταν ο Άγιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής βρισκόταν στην τελευταία μέρα της επίγειας ζωής του, αναμένοντας την «έξοδό» του στις 15 Αυγούστου 1959, στη γιορτή της Παναγίας σύμφωνα με την υπόσχεση που του έδωσε, έκλαιγε πολύ. «Ο συνασκητής τότε του είπε:
Γέροντα, τόσους κόπους, τόσην προσευχή εκάμετε σε όλη σας τη ζωή, τόσα κλάματα˙ πάλι κλαίτε;
Τότε ο άγιος Ιωσήφ τον κοίταξε και αναστέναξε.
Ε, Γέρο – Αρσένιε, αλήθεια είναι αυτά που είπες, αλλά άνθρωπος είμαι… Μήπως θα ξαναγυρίσωμεν πάλιν εδώ για να κλαύσωμεν; Ό,τι προλάβει τώρα ο καθένας μας. Όσον πενθήσει και κλαύσει, τόσο θα παρηγορηθεί»[1].
Διαβάζοντας κανείς το πιο πάνω περιστατικό, μπορεί να το περάσει απλά ως μια γνώση. Ίσως και να θαυμάσει τον αγώνα του αγίου. Μπορεί, όμως, να του «μιλήσει» στην καρδιά του, ώστε να κλάψει και ο ίδιος για το χρόνο της ζωής του που περνά με αμέλεια και επιπόλαια, ενώ γνωρίζει ότι «δεν θα ξαναγυρίσει».
Όπως η κάθε μάνα καταλαβαίνει το παιδί της, ξέρει τι μπορεί να κατορθώσει αλλά και τι θα πρέπει να κάμει για να ωριμάσει, δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει τα ίδια και τα ίδια, έτσι και η Εκκλησία μας, ως Μάνα, μας γνωρίζει και μας προτρέπει με διάφορους τρόπους, όπως και με την επανάληψη του εορταστικού κύκλου, να μετανοήσουμε, ν’ αλλάξουμε, ζώντας τη ζωή του Χριστού, ώστε να αναπτυχθούμε, να σωθούμε, να χαρούμε, να ζήσουμε αυτό που στο βάθος η καρδιάς μας, ακόμα και εν αγνοία μας, θέλει.
[1] Γέροντος Ιωσήφ, Έκφρασης Μοναχικής Εμπειρίας, Ι. Μ. Φιλοθέου, 1979, σ. 16
Πηγή: Ησυχαστήριο Αγίας Τριάδος