Dogma

Η αναγνώριση της Ελλαδικής Εκκλησίας από την Ελληνική Πολιτεία, που…δεν ήρθε ποτέ!

Μια αναγνώριση του όλου και πολυποίκιλου έργου διακονίας που η Ελλαδική Εκκλησία, η Ορθόδοξη Εκκλησία εν γένει, επιτελεί, συντηρεί, διακονεί και συνάμα, φωτίζει, λυτρώνει και αγιάζει.

Γράφει ο Δημήτριος Π. Λυκούδης, θεολόγος.

Σχεδόν δυο εβδομάδες πριν, ανέγνωσα μία εκκλησιαστική είδηση που δημιούργησε και τροφοδότησε ποικίλα συναισθήματα εντός μου. Συναισθήματα θαυμασμού, κατάθεσης συγχαρητηρίων και αναγνώρισης ευσήμων από τη μια, μα, ταυτόχρονα, πικρία, απογοήτευση και ενδόμυχο μαρασμό, από την άλλη. Και αβίαστα, ασυναίσθητα, αναδύονταν ρητορικά ερωτήματα μέσα μου: «Γιατί, γιατί να αδυνατούμε και εμείς οι Έλληνες να δείξουμε το αυτό μεγαλείο και την αρχοντική ευγένεια ως και οι ρουμάνοι αδελφοί μας;», αναρωτιόμουν. Και εξηγούμαι, ευθύς αμέσως.

Σχεδόν μία εβδομάδα πριν, ο Πρόεδρος της Ρουμανίας, διά του Συμβούλου του, κ. ΣέγκιουΝίστορ, απένειμε σε μια συγκινητική τελετή, το Επετειακό Μετάλλιο «Centenary of the Great Union» στον Πατριάρχη Ρουμανίας κ.κ. Δανιήλ, για τη συμμετοχή της Εκκλησίας στην προώθηση της εθνικής μνήμης και των αξιών! Ο δε Πατριάρχης, φανερά συγκινημένος, ευχαρίστησε τον Πρόεδρο, καταθέτοντας τα ακόλουθα: «Είναι χαρά να αναγνωρίζετε τη συμβολή της Ρουμανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας ανά τους αιώνες, στη διατήρηση και καλλιέργεια της εθνικής ενότητας και ταυτότητας», τονίζοντας ότι αυτή η αναγνώριση προσφέρεται την ημέρα του Αποστόλου Ανδρέα (30 Νοεμβρίου), που είναι ο προστάτης της χώρας!

Μάλιστα! Έως εδώ καλά. Αναρωτιέται, όμως, κάθε καλοπροαίρετος πολίτης, πιστός ή άπιστος, χριστιανός ή ετερόδοξος: άραγε, η Ελληνική Πολιτεία ποτέ δε βρήκε, δε συνάντησε, δεν έλαβε γνώση, έστω μερική, του πολυσχιδούς και ποικίλου φωτιστικού, ιεραποστολικού, εθνικού, γλωσσικού, πολιτιστικού, κοινωνικού, φιλανθρωπικού έργου, που επιτέλεσε και αδιακόπως και αταλαντεύως συνεχίζει να επιτελεί η Εκκλησία της Ελλάδος; Και δεν αναφέρομαι σε πρόσωπα που κατέχουν υψηλούς θώκους, και τα οποία, είναι αλήθεια, άλλοτε μάς συνεπαίρνουν και μας εξυψώνουν, ως ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος και άλλοτε μας απογοητεύουν και μας καταποντίζουν, ως συμβαίνει, δυστυχώς, το τελευταίο χρονικό διάστημα! Αναφέρομαι, όμως, στο θεσμό της Εκκλησίας, στον θεανθρώπινο οργανισμό της Εκκλησίας της Ελλάδος, που, ασφαλώς, μαζί με το θείο ενυπάρχει και το ανθρώπινο στοιχείο και ο παράγοντας.

Στην παρούσα φάση δεν θα αναφερθώ σε πηγές της νεότερης Εκκλησιαστικής Ιστορίας, ούτε ασφαλώς και στη νεότερη Πολιτική Ιστορία, καθώς αμφότερες είναι ικανές να διδάξουν, ως θεωρώ ότι το έχουν επιτύχει σε κάθε εμβριθή και σώφρονα ενδιαφερόμενο, του λόγου το αληθές: πως η Εκκλησία υπήρξε θεματοφύλακας και φρουρός, απέναντι σε κάθε επιβουλή και δυνάστη, της Πίστεως, της γλώσσας και του ελληνορθόδοξου Πολιτισμού, κάτι που, μεταξύ άλλων, κάμνει την Ελλάδα σήμερα να χαίρει του παγκόσμιου σεβασμού και τιμής ανά την Οικουμένη. Όχι, δεν θα αναφερθώ στις Πηγές. Θα κάνω μνεία, όμως, της σημερινής κατάστασης που επικρατεί και θα αναφερθώ στο φιλανθρωπικό και κοινωνικό έργο της Ελλαδικής Εκκλησίας, το οποίο αναμένει – όχι ότι επιδίωξε και ποτέ να τύχει όποιας αναγνωρίσεως και τιμής – την Ελληνική Πολιτεία και θα αναμένει – αλήθεια, ποιος ξέρει για πόσο ακόμη; – να το αναγνωρίσει και να το χειροκροτήσει μετά τιμής και εγκαρδιότητας.

Σχεδόν όλες οι μητροπόλεις της Ελλαδικής Εκκλησίας, σχεδόν όλες, καθημερινά προσφέρουν χιλιάδες μερίδες φαγητού, χιλιάδες μερίδες σε εμπερίστατους και πονεμένους συνανθρώπους μας. Εκατοντάδες ευαγή ιδρύματα, καθημερινά, κάθε λεπτό, διακονούν τον άνθρωπο, ανεξάρτητα της όποιας κοινωνικής καταγωγής, φυλετικής, γλωσσικής ή εθνικής τους ταυτότητας. Άποροι νέοι και νέες προικοδοτούνται, ευπαθείς ομάδες στηρίζονται και εδραιώνονται, χιλιάδες νέοι σπουδάζουν και μετεκπαιδεύονται στα Πανεπιστήμια του Εξωτερικού, οικογένειες ενισχύονται και οικονομικά ανταπεξέρχονται των πολλών δυσκολιών και, παράλληλα, ψυχές σώζονται, διαζύγια προλαμβάνονται και ματαιώνονται, άνθρωποι ενδυναμώνονται μέσα στον απάνεμο λιμένα της Ορθοδόξου Εκκλησίας…! Αλήθεια, ποιος σήμερα αδυνατεί να αναγνωρίσει, ποιος κωφεύει σε όλα αυτά και σε απείρως περισσότερα, που η Εκκλησία, ως ορθοπραξία, ως τρόπο ζωής, ως βίωμα, διδάχθηκε και διδάσκει να μη διαφημίζει, να μην κομπορρημονεί, αλλά «κρυφίως», αθορύβως, πλην όμως ουσιαστικώς να επιτελεί και να διακονεί, χρόνια τώρα!

Η αρχική απογοήτευση, που ανέφερα, ο ενδόμυχος μαρασμός και η πηγαία πικρία που γεύομαι ενισχύονται καθημερινά, όλο και περισσότερο, όταν αργεί, ναι, πολύ αργεί να έλθει και να σημάνει και για την Ελλαδική Εκκλησία αυτή η αναγνώριση από την Ελληνική Πολιτεία, μια αναγνώριση τυπική μεν, πολύ ουσιαστική και σημασιολογική, δε. Μια αναγνώριση του όλου και πολυποίκιλου έργου διακονίας που η Ελλαδική Εκκλησία, η Ορθόδοξη Εκκλησία εν γένει, επιτελεί, συντηρεί, διακονεί και συνάμα, φωτίζει, λυτρώνει και αγιάζει.

Η δε, έχω την αίσθηση, η δε πλέον επίσημη-ανεπίσημη αναγνώριση προς την Ελλαδική Εκκλησία, προς το τιμημένο και αγιασμένο, ανά τους αιώνες, ορθόδοξο ράσο, έρχεται ουχί από υψηλούς πολιτειακούς φορείς και θεσμούς, αλλά από τον πιστό λαό, από τον κάθε συνάνθρωπο γύρω και ανάμεσά μας! Η δε, έχω την αίσθηση, η δε πλέον επίσημη-ανεπίσημη αναγνώριση προς την Ελλαδική Εκκλησία, προς το τιμημένο και αγιασμένο, ανά τους αιώνες, ορθόδοξο ράσο, έρχεται από παλαιά, ως ενθυμούμαι, από την παιδική ηλικία των πρώιμων χρόνων: τότε που βλέπαμε ορθόδοξο ιερέα στο χιλιόμετρο, αφήναμε το χέρι του πατέρα μας και τρέχαμε με χαρά, τρέχαμε γρήγορα να προλάβουμε τον ιερέα, να σκύψουμε και να σπαστούμε το τίμιο χέρι του!

Τιμημένο ορθόδοξο ράσο! Άγιε παππούλη της ενορίας μας και της γειτονιάς! Μπροστά σου, τι και αν άργησε να σπεύσει η Πολιτεία, τι και αν δεν έρθει ποτέ! Μπροστά σου γονατίζει και προσκυνά ολόκληρη η Ελλάδα!