Η χριστιανική ελευθερία
Η χριστιανική ελευθερία θεμελιώνεται στην νέα οντολογία, που φανερώθηκε με τον Χριστό και παρέχεται με την χάρη του Αγίου Πνεύματος μέσα στο σώμα του, την Εκκλησία.
Αυτή είναι ο τόπος αναπτύξεως της αληθινής ελευθερίας. Έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει πραγματική ελευθερία, όπως δεν υπάρχει και πραγματική σωτηρία. Η Εκκλησία ως θεανθρώπινη κοινωνία υπάρχει για ολόκληρο τον κόσμο. Αυτό σημαίνει ότι και η ελευθερία που προσφέρει είναι για όλους τους ανθρώπους και ολόκληρη την κτίση (πρβλ. Ρωμ. 8:21). Η ελευθερία αυτή βρίσκεται στην ένωση του κτιστού ανθρώπινου θελήματος με το άκτιστο θείο θέλημα.
Η ανθρώπινη ελευθερία σταματά εκεί όπου αρχίζει η ελευθερία των άλλων. Η ελευθερία όμως του Χριστού δεν σταματά πουθενά. Δεν αντιπαρατίθεται προς τους άλλους, αλλά «συγχωρεί» τους άλλους και ανήκει ταυτόχρονα σε όλους και στον καθένα. Οι άλλοι δεν εμποδίζουν, αλλά βεβαιώνουν την ελευθερία του καθενός. Οι άλλοι είναι η ελευθερία του καθενός. Και η ελευθερία του καθενός συνυπάρχει και συναναπτύσσεται με την αγάπη του προς τους άλλους.
Η βίωση της αγάπης είναι βίωση ελευθερίας. Και η τελείωση της ελευθερίας βρίσκεται στην τελείωση της αγάπης. Όποιος αγαπά αληθινά είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει. Αυτός ζει για τους άλλους και βρίσκει στους άλλους τον αληθινό εαυτό του. Αισθανόμενος την καθολική ενότητα «πλατύνεται» απεριόριστα, γίνεται παγκόσμιος και ζει στην πληρότητα της αγάπης και της ελευθερίας. Έτσι η ελευθερία δεν μετατρέπεται ποτέ σε αυθαιρεσία, αλλά υπάρχει πάντοτε ως αγάπη και ζωή. Υπάρχει ως απεριόριστη κοινωνία αγάπης του ανθρώπου με τον Θεό και τον πλησίον· ως κοινωνία του Αγίου Πνεύματος. Όταν το Πνεύμα του Θεού σκηνώνει στον άνθρωπο και τον φωτίζει με την άκτιστη χάρη του, ο άνθρωπος γίνεται κοινωνός «θείας φύσεως» (Β’ Πέτρ. 1:4) και μέτοχος της αληθινής ελευθερίας· της ελευθερίας που ενοποιεί και καινοποιεί τον σύμπαντα κόσμο.
Ενώ όμως η ελευθερία αυτή είναι για όλον τον κόσμο, δεν γίνεται συνήθως δεκτή από τον κόσμο, αλλά ούτε ολοκληρώνεται μέσα σε αυτόν. Ακόμα η ελευθερία αυτή, ενώ προσφέρεται από την Εκκλησία, δεν βιώνεται ούτε διδάσκεται πάντοτε σωστά από τα μέλη ή τους ταγούς της Εκκλησίας. Συχνά μάλιστα μεταλλάσσεται στην πράξη σε στυγνή δουλεία. Και δεν υπάρχει στυγνότερη δουλεία από εκείνην που επιβάλλεται εν ονόματι του παντοδύναμου Θεού, όταν παρουσιάζεται ως εξουσία που προσδιορίζει δυναστικώς τον κόσμο. Ο Θεός όμως δεν επιβάλλει καμία μορφή δουλείας. Και κανείς δεν δικαιούται να επιβάλει στον άνθρωπο την θέλησή του, να τον εξαγοράσει ή να τον εξαναγκάσει σε οποιαδήποτε επιλογή, αφού ούτε ο Θεός το επιτρέπει αυτό στον εαυτό του.
Η ευαισθησία που υπάρχει σήμερα στον κόσμο για την ελευθερία έχει τις ρίζες της στην χριστιανική διδασκαλία. Το Ευαγγέλιο του Χριστού όξυνε στον κόσμο το αισθητήριο της ελευθερίας. Δεν είναι δυνατό να εννοήσουμε τα απελευθερωτικά κινήματα που παρουσιάστηκαν στην ιστορία μετά την εμφάνιση του Χριστιανισμού ανεξάρτητα από το κήρυγμα της χριστιανικής ελευθερίας. Αλλά και δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι τα κινήματα αυτά εξέφρασαν όντως το πνεύμα της χριστιανικής ελευθερίας. Όταν η εμπειρική κατάσταση της ζωής των Χριστιανών διαψεύδει το ευαγγελικό κήρυγμα, τότε η ελευθερία μεταβάλλεται σε παράγοντα που οδηγεί σε ανώμαλες εξελίξεις.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι το κήρυγμα της χριστιανικής ελευθερίας δεν προσφέρει μόνο λύσεις σε κοινωνικά προβλήματα, αλλά και επισημαίνει κοινωνικά προβλήματα. Η επισήμανση αυτή γίνεται με την ευαισθητοποίηση της ανθρώπινης συνειδήσεως στο ζήτημα της ελευθερίας και την απογύμνωση των ανελεύθερων καταστάσεων που υπάρχουν στην κοινωνία. Η λύση στις περιπτώσεις αυτές επιδιώκεται με ανθρώπινα μέσα. Επειδή όμως τα αιτήματα αυτά δημιουργούνται από χριστιανικά ερεθίσματα, η λύση τους δεν μπορεί να είναι σε τελική ανάλυση ικανοποιητική χωρίς το πνεύμα και την προοπτική της Εκκλησίας.
Από το βιβλίο: Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ηθική. Δεύτερος τόμος. Ι. Μ. Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2015, σελ. 242 (απόσπασμα από το κεφάλαιο 16. Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ).