Η Ενότητα: καρπός αγάπης ή Ιδεολόγημα;
Γράφει ο π. Γεώργιος Δορμπαράκης
Το αίτημα για ενότητα που ακούγεται από πολλές πλευρές σήμερα στην εποχή μας λόγω μίας όντως τραγικής πραγματικότητας που ζούμε: τη διχασμένη κοινωνία μας, εκκλησιαστική και μη, αποτελεί ό,τι πιο καίριο και αναγκαίο μπορεί να ακουστεί. Κι αυτό γιατί το όραμα και η προοπτική που μας άνοιξε ο ίδιος ο ενανθρωπήσας Θεός μας Ιησούς Χριστός ήταν ακριβώς αυτό: «ίνα πάντες εν ώσιν», όλοι να είναι ένα.
Γι’ αυτό άλλωστε δεν ήλθε στον κόσμο; Τη διασπασμένη ανθρωπότητα λόγω της αμαρτίας της να τη θεραπεύσει, εντάσσοντάς την μέσα στο δικό Του σώμα, οπότε σε ενότητα μ’ Εκείνον όλοι και όλα να ζουν εν τω Θεώ. Από την άποψη αυτή όπου δεν υφίσταται η ενότητα εκεί δεν υπάρχει παρουσία της χάρης του Θεού, εκεί το μόνο που κυριαρχεί τελικώς είναι ο διάβολος και τα πάθη του ανθρώπου.
Αλλά λοιπόν μιλάμε για την εν Χριστώ ενότητα και όχι κάποιες ανθρώπινες κατανοήσεις της που λειτουργούν κατ’ επίφαση ενωτική οδηγώντας σε μεγαλύτερες διασπάσεις. Στη δεύτερη περίπτωση διαπιστώνει κανείς ότι «κυκλοφορεί» ο όρος ως σχήμα νοητικό κι ως ένα ιδεολόγημα. Κι από ιδεολογήματα χωρίς αντίκρυσμα ζωής έχει χορτάσει ο κόσμος, σαν εκείνον που προβάλλει το σκοτάδι με το όνομα του «φωτός»! Η εν Χριστώ αυτή ενότητα έχει αυτονόητα ως περιεχόμενο την αληθινή αγάπη με το χαρακτηριστικό αυτής, τη θυσία για χάρη του συνανθρώπου. Αγαπώ σημαίνει θυσιάζομαι για τον άλλον, τον όποιον άλλο, σεβόμενος τις ιδιαιτερότητές του και τους όποιους φόβους του. Ο απόστολος Παύλος εν προκειμένω το εξέφρασε με τον πιο καθαρό τρόπο: «Αν πρόκειται με την επιλογή μου να φάω κρέας, (που μου επιτρέπεται και δοξολογώ γι’ αυτό τον Θεό), αλλά να σκανδαλίσω τον αδελφό μου που είναι ασθενής στη συνείδησή του, ε τότε, δεν πρόκειται να φάω κρέας στον αιώνα τον άπαντα!» Ο ίδιος ο Κύριος το έθεσε για όλους τους πιστούς Του ως όρο για να είμαστε μαζί Του: «Να αγαπάτε ο ένας τον άλλον, όπως εγώ σας αγάπησα. Μεγαλύτερη αγάπη από αυτήν δεν υπάρχει: να θυσιάζει κανείς τη ζωή του για χάρη των φίλων του!
Οπότε η αγάπη θεωρείται ως μία τεράστια αγκαλιά που τον άλλον, τον όποιον άλλον, τον εντάσσει μέσα της και τον νιώθει κομμάτι του ίδιου του εαυτού της. Ο άλλος πια, χριστιανικά, δεν είναι «άλλος», αλλά εγώ, ο εαυτός μου, διευρυμένος στις πραγματικές χαρισματικές μου διαστάσεις. «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» – αυτό σημαίνει αγάπη κι αυτό συνιστά την ενότητα. Στον χριστιανικό εαυτό μας βρίσκουμε το ενοποιό κέντρο όλου του κόσμου. Γιατί ζούμε μέσα στον Χριστό που ενώνει τα πάντα σε ένα! Το ξαναλέμε: η ενότητα δεν κατανοείται ιδεολογικά ως πρόταση που μας εντάσσει σε μία προοδευτική ή όχι ομάδα, αλλά υφίσταται πραγματικά στην αληθινή έννοια της Εκκλησίας ως σώματος του Χριστού, όπως αποκαλύπτει η αλήθεια, ο λόγος του Θεού, και η εμπειρία των αγίων.
Έτσι η ενότητα υφίσταται για τον χριστιανό ανεξάρτητα από εξωτερικές διακρίσεις. Οι διακρίσεις και οι διχασμοί και οι διαιρέσεις μπορεί να υπάρχουν στον κόσμο μας – και δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχουν αφού αυτά είναι τα σημάδια της αμαρτίας – όμως ο αληθινός χριστιανός τα υπερβαίνει, ζώντας την ενότητα με τον Θεό και με τον σύμπαντα κόσμο μέσα στην καρδιά και την ύπαρξή του. Κι αυτό τι σημαίνει; Ότι το κάθε διχαστικό τραύμα των ανθρώπων το ζει ως δικό του πόνο και πληγή, αγωνιζόμενος για τη θεραπεία του τραύματος με τη βαθύτερη δική του μετάνοια – ένας άλλος «εσταυρωμένος» που «βαστάζει των άλλων τα βάρη» ή με διαφορετική διατύπωση: μία προέκταση του Χριστού που διαιωνίζει τη σταύρωσή Του μέσα από τα ενεργά μέλη Του, τους αγίους Του!
Έτσι η υπερβατική ενότητα που βιώνει στην ύπαρξή του ο χριστιανός, ακατανόητη για τους περισσοτέρους, προσφέρει με μυστηριώδη τρόπο το φάρμακο της καταλλαγής και της συμφιλίωσης των ανθρώπων μεταξύ τους, που θα πει ότι όσο ο χριστιανός, ο άγιος, αναλαμβάνει το βάρος της πληγής των άλλων, τόσο και τους γλυκαίνει με την αγάπη και την ταπείνωσή του, λειτουργώντας ως η μεγαλύτερη ενοποιός δύναμη στον κόσμο. Πέρα από την παραδειγματική στάση του ίδιου του Κυρίου, αυτό δεν επισημαίνουμε σε πολλούς βίους των αγίων μας; Ό,τι συνέβαινε και σε μοναστήρι που μνημονεύει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος: ο ηγούμενος σταμάτησε τα επιτίμια σε αμαρτάνοντες αδελφούς, διότι άρχισε να αμφισβητεί το ποιος αληθινά είχε αμαρτήσει – ο αθώος έπαιρνε επάνω του το βάρος της ενοχής!
Η ελευθερία της αγάπης και η ενότητα του Πνεύματος – η μεγαλειώδης προοπτική της χριστιανικής πίστεως, πέραν μικροεγωϊσμών και σκοπιμοτήτων. Όσες άλλες κατανοήσεις ενότητας ακούγονται είναι σεβαστές αλλά ως ιδεολογήματα, χωρίς δηλαδή χάρη και παρουσία Θεού.