Dogma

Η κατά Θεόν λύπη, προθάλαμος του παραδείσου

Η κατά Θεόν λύπη είναι η λύπη που προέρχεται από τη μετάνοια ή μάλλον είναι το βίωμα της μετανοίας. Τι θα πει μετάνοια; Και πώς τη ζει κανείς;

Ας προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε: Εκείνος ο οποίος μετανοεί, μετανοεί για τις αμαρτωλές πράξεις του, για ό,τι αμαρτωλό έχει κάνει, μετανοεί γενικά για τις αμαρτίες του, αλλά αυτό το ζει βαθιά μέσα του σαν έναν πόνο, σαν μια συντριβή· ζει μια λύπη. Ζει αυτό το βίωμα της μετανοίας. Λυπάται που λύπησε τον Θεό, καθώς αμάρτησε ενώπιόν του, λυπάται που ήταν πονηρός ενώπιον του Θεού, που προσέκρουσε στο θέλημα του Θεού, και πονάει γι’ αυτό. Αυτό σημαίνει ότι καταδικάζει τον εαυτό του, τον κατηγορεί και παίρνει την απόφαση να χάσει και τη ζωή του, αν χρειαστεί, παρά να αφήσει τον εαυτό του να κάνει πάλι τις ίδιες αμαρτίες, όπως τον είχε αφήσει και έκανε αυτά για τα οποία μετανοεί.

Σ’ αυτή την περίπτωση λοιπόν νιώθει κανείς λύπη· πολλή λύπη. Και θα έλεγα ότι, όσο περισσότερο λυπάται, τόσο καλύτερα είναι. Όχι μόνο με την έννοια ότι μετανοεί καλύτερα, μετανοεί βαθύτερα και επομένως ευχαριστεί κανείς τον Θεό περισσότερο, αλλά και με την έννοια ότι, όσο περισσότερο λυπάται με μια τέτοια λύπη –που είναι κατά Θεόν λύπη– τόσο πιο πολύ λυτρώνεται ο άνθρωπος. Η διαβολική λύπη, η λύπη που δημιουργεί κανείς μόνος του με τη συνεργία τη διαβολική καταποντίζει τον άνθρωπο, τον βουλιάζει, πάει να τον συνθλίψει, να τον εξαφανίσει. Η κατά Θεόν λύπη, αντίθετα, ανακουφίζει τον άνθρωπο, παρηγορεί τον άνθρωπο, τον λυτρώνει, τον ξαλαφρώνει. Μοιάζει βέβαια να έρχεται σαν βάρος, καθώς κι εδώ συνθλίβεται κανείς, συντρίβεται, ταπεινώνεται, πονάει, και σαν να βγάζει όλο το είναι του δάκρυα· συγχρόνως όμως λυτρώνεται, ανακουφίζεται, παρηγορείται, γλυκαίνεται, ελευθερώνεται, συγχωρείται, σώζεται, αγιάζεται.

Θα ήθελα να τονίσω πάλι ότι η λύπη αυτή συνοδεύεται από τη μετάνοια. Δεν μπορεί δηλαδή να έχει κανείς τέτοια λύπη μέσα του, αν δεν έχει μετάνοια· και δεν μπορεί να έχει αληθινή μετάνοια μέσα του, αν δεν έχει λύπη. Η αληθινή όμως μετάνοια είναι συνεχής· και όπως λέει ο άγιος Ισαάκ –και συμφωνούν όλοι οι Πατέρες– είναι και για τους αρχαρίους και γι’ αυτούς που είναι στο μέσον και για τους τελείους. Η μετάνοια δεν είναι απλώς για μια μέρα, δεν είναι απλώς για μερικά, αν θέλετε, χρόνια, αλλά είναι για όλη τη ζωή. Και όπως λέει πάλι ο άγιος Ισαάκ: «Η μετάνοια είναι ο προθάλαμος του παραδείσου».

Όπως δηλαδή είναι κανείς σε έναν προθάλαμο και περιμένει να ανοίξει η πόρτα, για να μπει στο κυρίως μέρος που θέλει να μπει και να συναντήσει κάποιο πρόσωπο που θέλει, έναν υπουργό, για παράδειγμα. Αυτός που πράγματι θέλει να μπει μέσα, κάθεται εκεί στον προθάλαμο και προσμένει, διότι, αν φύγει από εκεί, και να ανοίξει η πόρτα, δεν θα μπει μέσα. Εφόσον όμως κάθεται και περιμένει, όπως κι αν έχει το πράγμα, τελικά θα πετύχει αυτό που ποθεί: θα μπει μέσα και θα δει αυτόν που θέλει να δει. Γι’ αυτό αν χρειαστεί, και μια ώρα και δυο ώρες και πέντε ώρες κάθεται εκεί και περιμένει.

Ο χριστιανός θέλει ακριβώς να μπει στον παράδεισο, και επομένως δια της μετανοίας, που είναι ο προθάλαμος του παραδείσου, είναι πάντοτε έξω από την πόρτα. Μέχρι τέλους –ακόμη και άγιος να είναι κανείς και θαύματα να κάνει– δεν θα λείψει από την ψυχή του η μετάνοια, το βίωμα της μετανοίας, επομένως αυτό το βίωμα της λύπης, της κατά Θεόν λύπης.

Και θα ήθελα να πω ότι αυτό το έργο είναι κάτι που το ξεκινάει ο ίδιος ο άνθρωπος· δεν γίνεται αλλιώς. Διότι ο άνθρωπος δεν είναι ένας νεκρός ούτε ένας απαθής ή αναίσθητος. Καθώς βλέπει ορισμένα πράγματα και καταλαβαίνει την αλήθεια του Θεού, σπρώχνει τον εαυτό του, για να ταπεινωθεί, να μετανοήσει, να λυπηθεί, να πονέσει, να συντριβεί. Όμως τελικά η μετάνοια είναι χάρισμα Θεού. Όσο κι αν μετανοήσεις με την προσπάθειά σου, όσο κι αν θελήσεις εσύ να δημιουργήσεις μέσα στην ψυχή σου μετάνοια –να το κάνεις αυτό και πρέπει να το κάνεις, και δεν γίνεται αλλιώς– δεν θα έχεις αληθινή μετάνοια, αν δεν έρθει η μετάνοια στην ψυχή σου ως χάρισμα, αν δεν έρθει η χάρη του Θεού να δημιουργήσει μέσα σου μετάνοια.

Ο άνθρωπος, όσο κι αν μετανοήσει, δεν μπορεί να μετανοήσει όσο θέλει ο Θεός. Και δεν μπορεί να μετανοήσει αληθινά, αν δεν έρθει η χάρη του Θεού. Για παράδειγμα, κάποιος είναι γεμάτος αμαρτίες, και τον επισκέπτεται η χάρη. Η χάρη σ’ αυτόν τον άνθρωπο θα δημιουργήσει τη μετάνοια, θα δημιουργήσει το βίωμα της μετανοίας, θα δημιουργήσει το βίωμα αυτό της λύπης. Αυτή η λύπη θα είναι προϊόν της χάριτος. Θα είναι ένα χάρισμα πλέον η λύπη μέσα του, θα είναι ένα χάρισμα αυτή η μετάνοια μέσα του, και δεν θα προέρχεται απλώς από μια προσπάθεια δική του.

 

Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Το μυστήριο του πόνου”, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2010, σελ. 46 (απόσπασμα).