26 Ιουλίου 1822: στα Δερβενάκια, σε δύο από τα τέσσερα μικρά ορεινά μονοπάτια της περιοχής, ανάμεσα σε Άργος και Κόρινθο, οι Έλληνες έχουν παραταχθεί για να επιτεθούν στους Τούρκους. Στο ελληνικό στρατόπεδο, που αριθμεί περίπου 2.500-3.000 άνδρες, δεσπόζει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και έπονται οι Δημήτριος Πλαπούτας, Πάνος Κολοκοτρώνης, Γεώργιος Διαμαντόπουλος, Παπαφλέσσας, Νικηταράς, Δημ. Υψηλάντης κ.ά. Στο απέναντι στρατόπεδο ηγείται ο Μαχμούτ Πασάς Δράμαλης, με 24.000 πεζούς στρατιώτες και σύνολο 30.000 άνδρες.
Η σύγκρουση ήταν σφοδρή. Το βράδυ της 26ης Ιουλίου, οι Τούρκοι με σχεδόν 3.000 νεκρούς, ανακόπτουν την προέλασή τους και επιστρέφουν στο προσωρινό τους στρατόπεδο, στην Τίρυνθα. Η ολοκληρωτική καταστροφή του Δράμαλη και του στρατού του θα λάβει χώρα στη μάχη του Αγιονορίου, την 28η Ιουλίου 1822.
Στη μάχη, όμως, των Δερβενακίων, μεταξύ άλλων οπλαρχηγών, ξεχώρισε η μεγαλοψυχία και η φιλανθρωπία του Νικηταρά! Ναι, αυτού του μεγάλου ήρωα που, λίγο πριν ξεψυχήσει, σχεδόν τυφλός, γύριζε ως επαίτης στις περιοχές του Πειραιά και ζητούσε ελεημοσύνη από τους περαστικούς, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το δημοτικό γηροκομείο της πόλεως.
Το βράδυ της ίδιας ημέρας της μάχης, 26 Ιουλίου 1822, ο Νικηταράς βρήκε μπροστά στο δρόμο του έναν βαριά πληγωμένο τούρκο στρατιώτη. Είχε τραυματιστεί στο ύψος της μέσης και δεν μπορούσε να περπατήσει. Ο φιλάνθρωπος Νικηταράς τον λυπήθηκε και, χωρίς να σκεφθεί περισσότερο, ευθύς αμέσως, τον ζώστηκε στον ώμο του για να τον μεταφέρει στον πρώτο έλληνα γιατρό που θα συναντούσε, στο ελληνικό στρατόπεδο!
Κάποια στιγμή, και ενώ ο τραυματίας δεν πίστευε στα μάτια του ότι τον μετέφερε ένας αντίπαλος στρατιώτης και, μάλιστα, αυτός ο ίδιος ο ξακουστός Νικηταράς ή Τουρκοφάγος, όπως ήταν γνωστός, ο έλληνας οπλαρχηγός ένιωσε μια λεπίδα απαλά να προσπαθεί να χαράξει το πίσω μέρος της κεφαλής του. Αιφνίδια, πέταξε κάτω τον τραυματισμένο και θυμωμένος τού είπε:
– «Βρε, εγώ κοιτάζω να σε σώσω και εσύ πας να με σκοτώσεις πισώπλατα με αυτό το μαχαίρι;».
Και ο τούρκος απάντησε φοβισμένος:
– «Όχι καπετάνιο. Συμπάθα με, μα να, ήθελα σιγά σιγά, να, με αυτό δα το μικρό μαχαίρι, να κόψω μια τούφα από τα μαλλιά σου και να το δείχνω σε όλους! Να λέγω ποιος ήταν αυτός που με έσωσε! Ο φημισμένος και ξακουστός Τουρκοφάγος!».
Ο Νικηταράς πήρε και πάλι στον ώμο του τον τραυματία και τον παρέδωσε σ᾿ ένα έλληνα γιατρό για να τον θεραπεύσει.
Το περιστατικό αυτό δεν το γνωρίζουμε από τον ίδιο τον οπλαρχηγό Νικηταρά. Αυτός ο μεγαλόψυχος ηγέτης δεν ομιλούσε ποτέ. Μας το διέσωσε ο έλληνας γιατρός που περιποιήθηκε τα τραύματα του πληγωμένου τούρκου, ο Παναγιώτης Γιατράκος.