Dogma

Η όντως Αγάπη

Του Δρος Χαραλάμπους Μ. Μπούσια, Μεγάλου Υμνογράφου της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας, στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας»

Ο Χριστός μας είναι η όντως αγάπη. Ο,τιδήποτε μας στέλνει είναι προϊόν αγάπης. Όλα τα δώρα Του είτε τα θεωρούμε καλά είτε κακά, είναι δώρα ευγενικά, δώρα απείρου ελέους και οικτιρμών, δώρα σωτηρίας. Αν μας έστελνε μόνο αυτά που επιθυμούμε σφόδρα, τότε θα γινόμασταν εγωιστές, σκληρόκαρδοι, δεν θα καταλαβαίναμε τους άλλους, δεν θα συμπάσχαμε μαζί τους, δεν θα τους συμπαθούσαμε, θα θεωρούσαμε τους πάσχοντες και αδικημένους συνανθρώπους μας ως αμαρτωλούς, που δέχονται την ανταμοιβή του κακού εαυτού τους. Όμως, δεν είναι έτσι. Ο Κύριός μας αγαπά και αμαρτωλούς και αναμάρτητους και μάλιστα, για τους δεύτερους μεριμνά περισσότερο από τους πρώτους, αφού ανοίγει την πατρική του αγκάλη, για να τους υποδεχθεί και χαρά γίνεται «ενώπιον των Αγγέλων του Θεού  επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκ. ιε΄ 10). Βρέχει επίσης Αυτός  «επί δικαίους και αδίκους» (Ματθ. ε΄ 45).  Αν τα κακά τα βλέπαμε σαν θεοδικία, τότε στο δίκαιο Ιώβ γιατί ήλθαν τόσες συμφορές; Ήλθαν για να μας αφήσουν αιώνιο πρότυπο πίστεως και αγόγγυστης υπομονής. Τα λόγια του αποτελούν διαμάντια πίστεως, υπομονής και διαρκούς δοξολογίας του ονόματος του Θεού. «Ως τω Κυρίω έδοξεν, ούτω και εγένετο· είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον εις τους αιώνας (Ιώβ α΄ 20), και αλλού πάλι «Ει τα αγαθά εδεξάμεθα εκ χειρός Κυρίου, τα κακά ουχ υποίσομεν;» (Ιώβ β΄ 9), δηλαδή, εάν τα αγαθά που στέλνει ο Θεός τα δεχόμαστε, τα κακά δεν μπορούμε να τα υποφέρουμε; Από το ίδιο χέρι προέρχονται, το χέρι που γνωρίζει μόνο να ευεργετεί, να δίνει πλουσιοπάροχα αγαθά, αλλά προ πάντων να οδηγεί στη σωτηρία.

Γνωρίζουμε, ότι η χάρη του Κυρίου μας δεν σπρώχνει κανένα μας προς τους πειρασμούς και την αμαρτία, αφού «απείραστος εστί κακών, πειράζει δε αυτή κανένα» (Ιακ. α΄ 13). Εμείς οι άνθρωποι θερίζουμε ό,τι σπέρνουμε. Η ανθρώπινη αποστασία μας ακολουθεί και στην καθημερινή μας πορεία. Εμείς οι ίδιοι με τις αποφάσεις μας διαμορφώνουμε τις συνθήκες της ζωής μας. Όμως, ο Θεός μας στέκει διαρκώς δίπλα μας. Τον νοιώθουμε σε κάθε βήμα μας, σε κάθε ανάσα μας. Όσο κι αν θέλουμε να τον αγνοούμε, Εκείνος μας συμπαραστέκεται. Όσο κι αν περιφρονούμε την πατρική Του αγάπη, παραμένει ο ουράνιος Πατέρας, που με ανοιχτές αγκαλιές περιμένει να μας υποδεχθεί, που με το μαντήλι της αγάπης Του είναι έτοιμος να μας σφουγγίσει το δάκρυ, που με το φάρμακο της φιλανθρωπίας Του σπεύδει να μας ανακουφίσει τους πόνους, να γιατρέψει τις γεμάτες πύον πληγές μας. Μας δίνει πόνους, αλλά μας δίνει και το κουράγιο να τους ξεπεράσουμε. Και όχι μόνο. Γνωρίζουμε ότι αγαπά περισσότερο τους πονεμένους, όπως τους κοπιάζοντες, τους οποίους δέχεται με άπειρη αγάπη λέγοντας: «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι καγώ αναπαύσω υμάς» (Ματθ. ια΄ 28). Άλλωστε, η ζωή κάθε ανθρώπου είναι συνυφασμένη με τον πόνο. Θυμάμαι ένα σοφό, όχι αυτόν που έλεγε: «Σκέφτομαι, άρα υπάρχω», αλλά άλλον που παράλλασε τη φράση λέγοντας: «Υποφέρω, άρα υπάρχω». Ακούω τη φωνή του Θεού μου στα αυτιά μου να με διαβεβαιώνει: «Ου μη σε ανώ ουδ’ ου μη σε εγκαταλίπω» (Εβρ. ιγ΄ 5).

Δεν μας αφήνει ο καλός Θεός μας, η έκφραση της αληθινής αγάπης, μόνους και απροστάτευτους. Είναι βοηθός μας «εν θλίψεσι» (Ψαλμ. θ΄ 10 ), γι’ αυτό ας τον ζητάμε καθημερινά. Το περιμένει, για να έλθει ταχινός αρωγός μας, Μας λέει: «Επικάλεσαί με εν ώρα θλίψεως και εξελούμαί σε» (Ψαλμ. μθ΄ 15).

Δεν πρέπει να απογοητευόμαστε εμπρός στα προβλήματα της ζωής. Κάθε φορά που ζητούμε τη βοήθεια του Θεού μας, Εκείνος τρέχει να μας βγάλει από κάθε δυσκολία. Μας περιμένουν και εμάς θλίψεις, αλλά δεν  πρέπει να απογοητευόμαστε από αυτές. Παίρνουμε δύναμη, δεν καμπτόμαστε, δεν χάνουμε το θάρρος μας, αλλά ακούμε τη φωνή του Θεού μας πάλι να φωνάζει: «Εγώ νενίκηκα τον κόσμον» (Ιωάν. ιστ΄ 33). Η πίστη μας ας γίνει πηγή δυνάμεως, πηγή υπομονής, πηγή ψυχικού ηρωισμού. Να είμαστε βέβαιοι ότι ο Θεός της αγάπης θα είναι μαζί μας όλες τις ημέρες της ζωής μας «έως της συντελείας των αιώνων» (Ματθ. κη΄ 20).

Δεν πρέπει να κλαίμε και δεν θέλει ο Θεός μας να κλαίμε. Αυτή τη φράση που απηύθυνε στη χήρα της Ναΐν, που οδυρόταν για το θάνατο του παιδιού της, αυτή μας τη βροντοφωνάζει κάθε ημέρα, αφού ο Θεάνθρωπος Ιησούς εκτός από πραγματική αγάπη είναι και «η Ανάστασις και η Ζωή» (Ιωάν. ια΄ 25). «Μη κλαις», λέγει σε κάθε πενθούντα για το θάνατο προσφιλούς προσώπου. Υπάρχει και πέραν του τάφου ζωή, πολύ καλύτερη και ωραιότερη από την παρούσα, την επίγεια. Ο θάνατος είναι ύπνος του σώματος. Οι άνθρωποι ζουν και μετά θάνατον. Με αυτόν κλείνει η πόρτα της γήινης ζωής και ανοίγει μια άλλη, αυτής που δεν τελειώνει ποτέ. Μην ξεχνάμε ότι το πολίτευμα μας δεν υπάρχει εδώ στη γη, «εν ουρανώ εστί» (Φιλιπ. γ΄ 20). Η τελική κατοικία μας είναι στον ουρανό, κοντά στο Χριστό μας, την πηγή της αγάπης, κοντά στους Αγίους Αγγέλους Του.