Η προσωπική εμπειρία του Θεού στο βιβλίο του Προφήτου Ησαΐα
Του Αρχιμ. Ιάκωβου Κανάκη, Δρος Θεολογίας, Πρωτοσυγκέλλου της Ι.Μ. Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως
Είναι οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Άγιοι αυτοί που αποτελούν φωτεινούς σηματοδότες σε κάθε εποχή. Είναι αυτοί που, από την εμπειρία τους με τον Θεό, μπόρεσαν να ζήσουν την όντως ζωή. Νίκησαν την φθορά και τον θάνατο, έκαναν τον χρόνο συνεργό τους στην πνευματική τελείωσή τους.
Όμως, για τον κάθε πνευματικό άνθρωπο προηγείται η κάθαρση. Η κάθαρση από τα πάθη, από τον παλαιό εαυτό. Αυτή μπορεί να σχετίζεται με πολλές εμπειρίες, αλλά συνήθως υπάρχει μια στιγμή της ζωής που είναι η κορυφαία. Θα δούμε ποια ήταν η στιγμή αυτή για τον προφήτη Ησαΐα, τον ονομαζόμενο «πέμπτο Ευαγγελιστή».
Στο ομώνυμο βιβλίο του στην Βίβλο, διαβάζουμε για το θαυμαστό όραμα πού είδε: «Το έτος του θανάτου του βασιλιά Οζία, είδα τον Κύριο να κάθεται πάνω σε θρόνο μεγαλόπρεπο και υπερηψωμένο. Οι άκρες του μανδύα του γέμιζαν τον ναό. Μπροστά του στέκονταν σεραφίμ, που το καθένα τους είχε έξι φτερούγες: δύο για να σκεπάζουν το πρόσωπό τους, δύο για να σκεπάζουν το σώμα τους και τις άλλες δύο για να πετάνε. Και φώναζαν το ένα στο άλλο: “Άγιος, άγιος, άγιος είναι ο Κύριος του σύμπαντος∙ όλη η γη είναι απ’ την δόξα του γεμάτη”. Σείστηκαν οι παραστάτες της θύρας από την δυνατή φωνή τους, και γέμισε από καπνό ο ναός. Τότε είπα: “Αλίμονό μου, χάθηκα! Γιατί είμαι άνθρωπος με χείλη ακάθαρτα και κατοικώ ανάμεσα σ’ ένα λαό με χείλη ακάθαρτα, και τώρα είδα με τα μάτια μου το βασιλιά, τον Κύριο του σύμπαντος!”
Πέταξε τότε και ήρθε κοντά μου ένα από τα σεραφίμ, κρατώντας ένα κάρβουνο αναμμένο, που το είχε πάρει με λαβίδα από το θυσιαστήριο. Με αυτό άγγιξε το στόμα μου και είπε: “Κοίτα, αυτό άγγιξε τα χείλη σου και η ανομία μου εξαλείφθηκε∙ η αμαρτία σου έχει συγχωρεθεί”. Έπειτα άκουσα το Θεό να λέει: “Ποιόν να στείλω; ποιός θέλει να γίνει αγγελιαφόρος μας; Και εγώ είπα: “Ορίστε, στείλε εμένα!”Και απάντησε: “Πήγαινε και πες σ’ αυτόν τον λαό: «Θα ακούτε μα δεν θα καταλαβαίνετε. Θα βλέπετε, μα δεν θα εννοείτε!» Κάνε τον να μην καταλαβαίνει, να μην ακούει και να μη βλέπει. Έτσι τυφλοί, κουφοί και ανόητοι δεν θα επιστρέψουν και δε θα βρουν γιατρειά. «Ως πότε Κύριε;» ρώτησα. Και εκείνος απάντησε: «Ωσότου ερημωθούν οι πόλεις και μείνουν ακατοίκητες, ωσότου αδειάσουν τα σπίτια και η χώρα μείνει έρημη, ωσότου απομακρύνω τους ανθρώπους και η χώρα γίνει μια τεράστια έρημος. Και αν μείνει εκεί κάποιο υπόλοιπο, ακόμα και ένα δέκατο απ’ τους κατοίκους, με την σειρά τους και αυτοί θ’ αφανιστούν, σαν την τερέβινθο και την βελανιδιά, που όταν τις κόβουν μονάχα ένας κορμός πού απομένει». Απ’ τον κορμό αυτό, όμως, θα γίνει μια νέα αρχή» (Ησ. 6,8 -13).
Αυτή η τόση γλαφυρή περιγραφή του Ησαΐα αποτελεί ένα μοναδικό γεγονός θείας κλήσης στο προφητικό αξίωμα και φυσικά μια πνευματική εμπειρία που ώθησε και δυνάμωσε τον Προφήτη στην ολοκάρδια αφιέρωσή του στο Θεό και στο έργο Του. Αυτό πού ο Προφήτης έζησε τόσο ζωντανά είναι αυτό που ευχόμαστε να έχουν όλοι οι άνθρωποι προκειμένου να πλησιάσουν τον Θεό. Μια προσωπική εμπειρία της παρουσίας Του δίνει την δυνατότητα στον άνθρωπο, εκούσια και με ιερό ζήλο, να «ανακαλύπτει» τον Θεό, να τον πλησιάζει και να επιθυμεί την ένωσή του μαζί Του. Τέτοιες εμπειρίες ξεχωριστές και μοναδικές δίνονται στον κάθε άνθρωπο, αρκεί ο άνθρωπος να έχει την αγαθή διάθεση και επιθυμία να τις «δει», όπως και την πνευματική διαύγεια για να κατανοήσει. Είναι δε βασική προϋπόθεση της «όρασης του Θεού» η καθαρότητα της καρδιάς, κατά το λόγιο: «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τόν Θεόν όψονται» (Ματθ. 5,8).