Dogma

Η Τουρκία αναξέει τις πληγές της βαρβαρότητάς της

Η ελευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Καί όπως έχω σημειώσει και με άλλη ευκαιρία, το δικαίωμα αυτό δεν εξαντλείται στην ελευθερία του ανθρώπου να έχει θρησκευτικό βίωμα της δικής του επιλογής ή να μη έχει κανένα απολύτως θρησκευτικό βίωμα. Συμπεριλαμβάνει και την ελευθερία άσκησης της λατρείας του καθενός σε δικούς του χώρους λατρείας.

Με αφορμή τις αθλιότητες των Νέο-Οθωμανών στην Αγία Σοφία

Του Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα, Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης

Η είδηση που είδε το φως της δημοσιότητας με όσα συμβαίνουν στην Αγία Σοφία αυτές τις ημέρες είναι συγκλονιστική. Αυτό το κόσμημα της Ορθοδοξίας και μοναδικό μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς έχει αφεθεί από τους Τούρκους στην τύχη του ή καλύτερα στην διάθεση των Γκρίζων Λύκων ή άλλων ακραίων ισλαμικών στοιχείων, που μπορούν να ασχημονούν κατά το δοκούν σε αυτό χωρίς να δίνουν λόγο των πράξεών τους σε κανένα.

Πριν από λίγο καιρό βρέθηκε κατεστραμένη από αγνώστους η  Πόρτα εισόδου του Αυτοκράτορα στον Ναό (!), ενώ από τότε που μετετράπη σε μουσουλμανικό τέμενος η Αγία Σοφία και εδόθη προς χρήση στους μεμέτηδες σκηνές απείρου κάλλους προκαλούν τον θαυμασμό όλων για τις πολιτιστικές επιδόσεις της αποικίας των Μογγόλων στην περιοχή μας σε βάρος αλλόδοξων σεβασμάτων, που βρίσκονται στα κατεχόμενα από αυτούς εδάφη.  Τα κρεμασμένα εδώ και εκεί μέσα στον Ναό παπούτσια των ανυπόδυτων προσκυνητών του «προφήτη» συνεγείρουν τους θεατές του τοπίου σε εξάρσεις πνευματικής ευωδίας, έστω κι’ αν το αναγκαίο συμπλήρωμα για αυτές δεν είναι σε αυτή την περίπτωση το θυμίαμα, αλλά μια άλλη γνώριμη σε όλους οσμή, που αναδύεται από τα υποδήματα και διαχέεται μέσα στον χώρο της λατρείας. Μέχρι και η τουρκική αντιπολίτευση διαμαρτυρήθηκε για αυτές τις εικόνες.

Μόνον ο αρμόδιος πολιτιστικός φορέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών έμεινε ασυγκίνητος. Ετήρησε βέβαια τα προσχήματα με μια τυπική δήλωση ότι αυτά τα πράγματα δεν συνάδουν με τον χαρακτήρα της Αγίας Σοφίας ως πολιτιστικού μνημείου, από εκεί και πέρα όμως εκκωφαντική σιωπή! Ουδεμία όχληση ή υπόμνηση σε εκείνους που θα μπορούσαν να ασκήσουν πιέσεις στην Τουρκία, για να προσδιορίσει το «στίγμα» της στο «ανάγλυφο» του παγκόσμιου χάρτη. Και πρώτα απ’ όλα βέβαια να ξεκαθαρίσει, σε ποιά εποχή θέλει να βρίσκεται. Στην εποχή της οθωμανικής βαρβαρότητας, που υπήρξε «λίκνο» της εθνικής της υπόστασης ή στην εποχή του σύγχρονου πολιτισμού; Διότι ασφαλώς δεν μπορεί να είναι και με τις δύο εποχές. Και με εκείνη του μακρυνού παρελθόντος των βαρβάρων προγόνων της και με την σημερινή, που χαρακτηρίζεται από την πολιτισμική συμπόρευση όλων των κρατών, τα οποία ασπάζονται τις αξίες του σύγχρονου πολιτισμού.

Δυστυχώς όμως τα πεπραγμένα της Τουρκίας από πολιτιστικής απόψεως αποκαλύπτουν ένα διπολισμό που διέπει την πολιτική της: Τα δικαιώματά της τα διεκδικεί με βάση τους θεσμούς και τους αξιακούς κώδικες του σύγχρονου πολιτισμού προσπαθώντας να αντλήσει από αυτούς τα μέγιστα δυνατά ωφέλη. Τις υποχρεώσεις της όμως τις ευθυγραμμίζει με το δίκιο του κατακτητή, με τις επιταγές δηλ. της βαρβαρότητας, την οποία κουβαλάει η αποικία των Μογγόλων στην περιοχή μας από τα γεννοφάσκια της.

Και δεν μιλάμε βέβαια για τις τρεις γεννοκτονίες, που διέπραξε η Τουρκία στις αρχές του εικοστού αιώνα, με τις οποίες έβαψε κόκκινο το ανάγλυφο της Μικράς Ασίας. Μιλάμε για τα σημερινά πολιτιστικά ανδραγαθήματα της Τουρκίας, που αναδεικνύονται από την μετατροπή της Αγίας Σοφίας  και της Μονής της Χώρας σε μουσουλμανικά τεμένη. Ποιά πολιτισμένη χώρα στον κόσμο θα διέπραττε σήμερα αυτό το φρικτό πολιτιστικό έγκλημα, να μετατρέψει δηλ. ένα αλλόδοξο σέβασμα, όπως είναι η Αγία Σοφία, σε χώρο λατρείας της δικής της επικρατούσης θρησκευτικής πίστης; Ή ποιά άλλη πολιτισμένη χώρα θα απαγόρευε σήμερα την λειτουργία μιας Θεολογικής Σχολής, όπως είναι αυτή της Χάλκης στην Κωνστανινούπολη, καταδικάζοντας έτσι σε εξαφάνιση την θρησκευτική μειονότητα των Ορθοδόξων, στην οποία ανήκει αυτή η Θεολογική Σχολή, αφού δεν θα μπορεί να αναπαράγει τους εκκλησιαστικούς λειτουργούς της ούτε βέβαια να εισάγει από την Ελλάδα άλλους, εφ’ όσον δεν θα έχουν την τουρκική υπηκοότητα.

Είναι περιττό να τονιστεί εδώ ότι η ελευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Καί όπως έχω σημειώσει και με άλλη ευκαιρία, το δικαίωμα αυτό δεν εξαντλείται στην ελευθερία του ανθρώπου να έχει θρησκευτικό βίωμα της δικής του επιλογής ή να μη έχει κανένα απολύτως θρησκευτικό βίωμα. Συμπεριλαμβάνει και την ελευθερία άσκησης της λατρείας του καθενός σε δικούς του χώρους λατρείας. Αυτούς τους χώρους λατρείας των Ορθοδόξων σφετερίζεται σήμερα η Τουρκία παρανόμως, δηλ, σε ολοφάνερη αντίθεση προς τις διακηρύξεις των διεθνών συμβάσεων, επικαλούμενη το δίκιο του κατακτητή.

Το δίκαιο αυτό μπορούσαν να το επικαλεσθούν ασφαλως  την εποχή της Άλωσης και στα μεταγενέστερα χρόνια της δουλείας οι κατακτητές Οθωμανοί, που δεν εδεσμεύοντο από πολιτισμικούς κώδικες. Ως κατακτητές εξουσίαζαν τα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, την οποία κατέλυσαν, καθώς επίσης τους ανθρώπους, επί των οποίων είχαν δικαίωμα ζωής ή θανάτου, αλλά και τα σεβάσματα της πίστης τους. Ποιός μπορούσε να τούς εμποδίσει τότε να μετατρέψουν την Αγία Σοφία σε μουσουλμανικό τέμενος και να ορθώσουν μιναράδες γύρω από αυτήν; Κατακτητές και μάλιστα βάρβαροι ήσαν, έκαναν ό,τι ήθελαν. Οι βαρβαρότητές τους λοιπόν ήσαν πλήρως εναρμονισμένες με την πολιτισμική ατμόσφαιρα της εποχής. Μπορεί όμως να επικαλείται στην σημερινή εποχή η Τουρκία το δίκαιο του κατακτητή για της βαρβαρότητες που διαπράττει στα σεβάσματα των Ορθοδόξων;

Έχω και με άλλη ευκαιρία σημειώσει και το επαναλαμβάνω και εδώ ότι στην σημερινή δικαιοκρατούμενη εποχή τα δίκαιο του κατακτητή νομιμοποιεί μόνο τα εδάφη που αυτός κατέκτησε manu militari. Τίποτε άλλο. Τα αλλόδοξα σεβάσματα που υπάρχουν επί των εδαφών αυτών δεν υπόκεινται στο δίκαιο του κατακτητή, ώστε να ισχυρίζεται ότι νομίμως τα εξουσιάζει σήμερα. Η βαρβαρότητα δεν είναι ούτε τίτλος κυριότητας ούτε τίτλος χρησικτησίας.

Τα θρησκευτικά δικαιώματα των Ορθοδόξων, που τα «στραγγαλίζει» σήμερα προκλητικά η Τουρκία, κατοχυρώνονται από όλες ανεξαιρέτως τις Διεθνείς Συμβάσεις που διασφαλίζουν τον σύγχρονο νομικό πολιτισμό, ο οποίος εναρμονίζεται πλήρως με τον εν γένει πολιτισμό της εποχής μας. Μας το βεβαιώνουν μεταξύ άλλων η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του ανθρώπου (άρ. 9), η Οικουμενική Διακήρυξη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (άρ. 18), το Διεθνές Σύμφωνο Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων (άρ. 18), καθώς και τα πρόσθετα Πρωτόκολλα που συναρτώνται με αυτές.

Ποιόν μπορεί λοιπόν να πείσει σήμερα η Τουρκία ότι είναι κράτος δικαίου, που ομνύει πίστη στον σύγχρονο πολιτισμό, όταν «ασελγεί» κατ’ εξακολούθηση στις επιταγές του; Δεν τεκμηριώνεται εν πάση περιπτώσει με όλες τις προαναφερθείσες αθλιότητες ο διπολισμός της Τουρκίας, για τον οποίο μιλήσαμε ποιό πάνω; Αυτός ο διπολισμός είναι βέβαια όχι μόνον ακατανόητος, αλλά και εντελώς ασύμβατος με τις αντιλήψεις της σύγχρονης κοινωνίας των πολιτισμένων κρατών, στα οποία τόσο τα δικαιώματα, όσο και οι υποχρεώσεις των φορέων τους βρίσκονται σε μια ευθύγραμμη σχέση πλήρως εναρμονισμένη με τις επιταγές του καιρού μας. Την ευθύνη για τον εν λόγω διπολισμό της Τουρκίας την φέρουν ακέραιη οι λεγόμενοι «μεγάλοι» της εποχής μας, οι οποίοι για λόγους γεωστρατηγικών ή άλλων συμφερόντων συνυφασμένων με την Τουρκία υποθάλπουν αυτόν τον διπολισμό της Τουρκίας.

Τα ανθρώπινα δικαιώματα όμως και ο σημερινός δικαιοκρατούμενος πολιτισμός μας δεν μπαίνουν ποτέ στην       «ζυγαριά», για να τα αντισταθμίσουμε με τα συμφέροντά μας που εντοπίζονται στην Τουρκία. Τα συμφέροντα μπορούν κάποτε να δικαιολογήσουν την απουσία κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας για άλλες  διεθνείς παραβιάσεις της, ουδέποτε όμως μπορούν να σχετικοποιήσουν ή να ακυρώσουν τον πολιτισμό μας. Διότι έτσι επιστρέφουμε από άλλη είσοδο σε ένα καθεστώς βαρβαρότητας, την οποία απερίφραστα καταδικάζει ο πολιτισμός μας.

Θα το πω ακόμη μια φορά και εδώ: Φρονώ ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα έπρεπε, με σχετική προσφυγή του στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, να ζητήσει όχι απλά την επαναφορά της Αγίας Σοφίας στο προηγούμενο καθεστώς της ως Μουσείου της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά την απόδοσή της στην Ορθόδοξη Κοινότητα της Κωνσταντινούπολης προς επιτέλεση της θείας λατρείας σε αυτήν. Σε αυτήν ανήκει η Αγία Σοφία. Και σε αυτήν πρέπει να αποδοθεί προς χρήση, αφού όμως αφαιρεθούν προηγουμένως από επάνω της όλα τα ίχνη της ισλαμικής βαρβαρότητας που την ρυπαίνουν.