Ιησούς, ο μόνος φίλος στη μοναξιά μας
Έχουμε (Θε)άνθρωπο που μας καταλαβαίνει στη μοναξιά μας. Μας καταλαβαίνει και χάρις στην αγάπη Του, αλλά και «χάρις» στην πείρα Του, κάθε άλλο παρά «ακαδημαϊκά». Έζησε επίσης στιγμές μοναξιάς, οδυνηρότατης μάλιστα:
Στην αγωνία και στην αδημονία της Γεθσημανή, τότε που σαν θρόμβοι αίματος έρεε ο ιδρώτας Του, είχε μείνει μόνος, καίτοι είχε παρακαλέσει επανειλημμένα τους πιο αγαπητούς Του μαθητές να Του συμπαρασταθούν. Ποια απογοήτευση, όταν τους έβρισκε να κοιμούνται αντί να γρηγορούν, ενώ Αυτός υπέφερε και προσευχόταν (Μάρκ. 14.32-42).
Ωστόσο και εφόσον δεν «αξιώθηκε» ανθρώπινης βοήθειας, «αναγκάσθηκε» να παρέμβει ο Ουρανός. «Ώφθη δε αυτώ άγγελος απ’ ουρανού ενισχύων αυτόν» (Λουκ. 22.43).
Δίδαγμα: Δεν μένουν ασυγκίνητα τα άνω όταν κάποιος προσκαρτερεί στον Θεό αντί δια της ακηδίας ν’ αφεθεί στον αντικείμενο. «Αλλ’ ου τι εγώ θέλω, αλλ’ ει τι συ, Θεέ μου. Θα πιω το ποτήρι!» (Μάρκ. 14.36).
«Όλοι που Σε υπομένουν δεν θα καταισχυνθούν» (Ψαλμ. 24.3). Πάλι και πάλι η Παλαιά Διαθήκη χρησιμοποιεί το «Υπομένω τον Κύριο» στην έννοια περιμένω τον Κύριο μέσα στις θλίψεις μου.
Ξανάμεινε μόνος ο Χριστός. Λίγο μετά την προσευχή εκεί στη Γεθσημανή, κατέφθασαν οι εγκάθετοι των αρχιερέων για να Τον συλλάβουν. «Τότε οι μαθηταί πάντες αφέντες αυτόν έφυγον», γράφει ο Ματθαίος (26.56) πικρά, κατηγορώντας απερίφραστα και τον εαυτό του, γιατί και αυτός ήταν ένας από τους «πάντες». Οι τύψεις –ευτυχώς δε και η μετάνοια– θα τον συνόδευαν σε όλη του τη ζωή.
Ξανάμεινε και άλλη φορά μόνος ο Χριστός. Αυτό πια ήταν η αποκορύφωσή του πόνου. Εννοούμε την οδυνηρότερη περίπτωση – δεν υπάρχει λέξη που ν’ αποδίδει.
Ήταν τότε που ο Αμνός του Θεού κραύγασε «φωνή μεγάλη λέγων· Ελωί Ελωί λιμά σαβαχθανί, ο εστί μεθερμηνευόμενον, ο Θεός μου ο Θεός μου, εις τι με εγκατέλιπες;» (Μάρκ. 15.34).
Ήταν η φορά που και ο ίδιος ο Πατήρ Τον είχε εγκαταλείψει για μοναδική φορά, και η ανθρώπινη φύση Του αναμάρτητου Ιησού σήκωνε τις αμαρτίες όλες όλων των ανθρώπων όλων των αιώνων από την αρχή έως τη συντέλεια.
Ξέρει από μοναξιά, την έζησε οντολογικά με πλήρη σημασία της λέξεως, ο παρηγορητικός και γλυκύς σύντροφός μας στη μοναξιά Ιησούς.
Εμείς που προσπαθούμε να επακολουθούμε στα ίχνη Του (Α’ Πέτρ. 2.21), πώς θα μπορέσουμε με τη σειρά μας να συμπαρασταθούμε στον πλησίον όταν περνάει τη μοναξιά του, ή μάλλον αδρανεί στη μοναξιά του; Είναι χρέος μας, αφού είμαστε «καθ’ εις αλλήλων μέλη» (Ρωμ. 12.5), και δεν μπορεί να είμαστε ξεκομμένοι και απομονωμένοι. «Ου δύναται δε οφθαλμός ειπείν τη χειρί· χρείαν σου ουκ έχω» (Α’ Κορ. 12.12-27).
Να πλησιάζουμε τους αποκαμωμένους όπως ο Χριστός τον παράλυτο. Δεν θα μας κοστίσει οικονομικά ούτε χειρωνακτικά, είναι ανέξοδο. Θα καταβάλουμε αγάπη. Προσέγγισε διακριτικά, μη ξύνεις πληγές, άκουσέ τον. Πρόσφερέ του μια κατανόηση, μιαν ενθάρρυνση, ένα χαμόγελο, μιαν ελπίδα. Στρέψε τον στον ασύγκριτο συμπαραστάτη Χριστό.
Όλα δε τούτα με μορφή επικοινωνίας «πάντοτε εν χάριτι… ειδέναι πως δει… αποκρίνεσθαι» (Κολ. 4.6). Ο καλός σου λόγος ας γίνει λάδι στα τραύματά του, ας τα μαλακώσει, ας τα ανακουφίσει. Συνέργησε με τη θεία Χάρη, αποδείξου όργανό της, χαριτωμένος. «Πόσο χαριτωμένο πράγμα είναι ο άνθρωπος, όταν είναι άνθρωπος», που έλεγε επανειλημμένα ο Μένανδρος (π.χ. Αποσπάσματα 761). Τέτοιος «Ζητείται άνθρωπος», με ανθρωπιά. Πριν δε από όλα προσευχήσου για τον πλησίον σου που βασανίζεται.
Ο Υιός του Θεού και του ανθρώπου είναι αυτός που καταλαβαίνει, μοιράζεται τα προβλήματα και μάλιστα τα αναλαμβάνει. Συμμερίζεται, συμπαθεί, συμπονάει και θεραπεύει.
Πολλοί ενδέχεται να είναι φίλοι μας δήθεν, αποβλέποντας σε υλικό συμφέρον. Άλλοι φίλοι δήθεν ή και συγγενείς ενδέχεται να προσφέρουν τάχα αγάπη και στήριξη για να ικανοποιήσουν όμως ατομικές τους ψυχολογικές ανάγκες ή ακόμη για να ικανοποιήσουν ψεκτές επιθυμίες τους. Αυτή όμως δεν είναι «αγάπη ανυπόκριτος» (Ρωμ. 12.9), είναι ο εγωκεντρισμός τους, έστω και λανθάνων.
Ο μόνος τέλειος και αψεγάδιαστος φίλος είναι ο Ιησούς μας. Μας ονόμασε φίλους Του επανειλημμένα (π.χ. Ιω. 15.15) και το απέδειξε στην πράξη: θυσιάσθηκε για μας, αν και μόλις «υπέρ δικαίου τις αποθανείται» (Ρωμ. 5.7).
Ιερομόναχος Ιουστίνος