Καισαριανής Δανιήλ: «Ο δε δίκαιος εκ πίστεως ζήσεται»

  • Δόγμα
σήμερα

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας»

Στην Αγία Γραφή εξυμνείται η δικαιοσύνη του Θεού που εκδηλώνεται με δύο τρόπους, αφ’ ενός, παιδαγωγώντας τον αμαρτωλό, που δεν μετανοεί. Ο απόστολος Παύλος, ο κήρυξ της δικαιοσύνης του Θεού, τονίζει: «Κι’ όσοι τον παρέβηκαν ή δεν υπάκουσαν σ’ αυτόν (εν. τον νόμο), δέχτηκαν την τιμωρία που τους έπρεπε» (Προς Εβραίους β΄ 2)· αφ’ ετέρου, ελευθερώνοντας, αποκαθιστώντας ή δικαιώνοντας τον δίκαιο, τον ενάρετο, τον αθώο (Ιερεμίου θ΄ 23). Ο Κύριός μας τόνισε το σταθερό και αμετάβλητο της θείας νομοθεσίας που περιβάλλεται με καθολικό κύρος «σας βεβαιώνω πως … δε θα πάψει να ισχύει ούτε ένα γιώτα ή μία οξεία από το νόμο» (Ματθαίου ε΄ 18)

Ο απόστολος Παύλος συνοψίζει αυτή την δικαία κρίση του Θεού λέγοντας ότι ο Θεός είναι απροσωπόληπτος και αποδίδει στον καθένα ως υπέρτατος κριτής κατά την πνευματική του αξία (Προς Ρωμαίους β΄ 10-11). Εκείνος που ζητάει δικαιοσύνη απευθύνεται στον Θεό. Άλλοτε Τον παρακαλεί στην πιστότητά Του να τον ελευθερώσει (Ψαλμού  ο΄ (οα΄) 70, 1-6), άλλοτε ομολογεί ότι ο Θεός τιμωρώντας τον, του απεκάλυψε την αδιάβλητη δικαιοσύνη Του (Δανιήλ θ΄ 5-6).

Ο Θεός αναδεικνύεται δίκαιος με τις ενέργειες της δικαιοσύνης Του (Έσδρα Β΄ θ΄ 15, Νεεμία θ΄ 32-34, Δανιήλ θ΄ 14). Στους Ψαλμούς εξυμνείται κυρίως η ευνοϊκή όψη της δικαιοσύνης: «Τον Κύριο θα δοξολογώ για τη δικαιοσύνη του· θα ψάλλω του Κυρίου του υψίστου την ύπαρξη» (Ψαλμού ζ΄ 18 και Ψαλμού θ΄5,Ψαλμού Ϟε΄ (Ϟστ) 95, 13). Ο δίκαιος Θεός είναι επιεικής Θεός, και αυτό δηλώνεται περίτρανα στην Αγία Γραφή (Ψαλμού ριε΄ (ριστ΄) 115, 5-10, Ψαλμού ρκη΄ (ρκθ΄) 128, 3-8).

Η δικαιοσύνη του Θεού στην μέλλουσα κρίση

Ο φιλάνθρωπος Κριτής, πριν έλθει να κρίνει τον άνθρωπο, υποδεικνύει οδό σωτηρίας και αποφυγής της κρίσεως (βλ. Λουκά γ΄ 7). Στην μέλλουσα κρίση θα κατακριθούν όσοι δεν πίστεψαν στην αλήθεια, αλλά δέχθηκαν ολόψυχα την αδικία (Θεσσαλονικείς Β΄ β΄ 12). Ο Κύριος επισημαίνει μία πτυχή της συμπεριφοράς πολύ σημαντική για τον άνθρωπο. Απαγορεύει να αναλαμβάνει τον ρόλο του κριτή (εν. ο άνθρωπος), επισημαίνοντας ότι όποια κριτήρια χρησιμοποιεί για τον συνάνθρωπό του θα ισχύσουν και για τον ίδιο (Ματθαίου ζ΄ 1-2).

Η δικαιοσύνη του ανθρώπου

Θεία και ανθρώπινη δικαιοσύνη επιδιώκουν να καταστήσουν, η μεν ανθρώπινη. τον άνθρωπο χρηστό, η δε θεία, άγιο. Η ανθρώπινη δικαιοσύνη χρησιμοποιεί το σωφρονιστικό σύστημα σ’ όλο το εύρος του. Η θεία δικαιοσύνη εκδηλώνεται με την Χάρη του Θεού που αγιάζει και δοξάζει τον άνθρωπο. Η χάρη του Θεού δύναται να μεταβάλει τον άνθρωπο που συμπεριφέρεται ως λύκος σε αρνίο άκακο. Τον άνθρωπο που συμπεριφέρεται ως κόρακας σε λευκή και αθώα περιστερά. Τον ληστή εργάζεται σε ελεήμονα, τον πόρνο σε όσιο. Έτσι εκδηλώνεται η ευσπλαγχνία του Θεού που ενεργεί με δικαιοσύνη για να καταστήσει τον άνθρωπο δίκαιο άνευ ανταλλαγμάτων.

Η πίστη στο Θεό λογίζεται ως δικαιοσύνη του ανθρώπου και καθιστά τον άνθρωπο δίκαιο (Γενέσεως ιε΄ 6). Ο απόστολος Παύλος ανατρέπει την ραβινική αντίληψη, ότι η αποκατάσταση του ανθρώπου από τον Θεό δύναται να προέλθει ως οφειλή του Θεού προς τον ευσεβή, ενώ είναι χάρη, δηλαδή ευσπλαγχνία του Θεού προς όλους τους ανθρώπους (Προς Ρωμαίους δ΄ 4-5).

Η θέση του στηρίζεται στην παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου στην οποία ο Κύριος ανέδειξε τη δύναμη της αρετής, της ταπεινώσεως ενώπιον του Θεού που δικαιώνει τον άνθρωπο, όταν συντετριμμένος ομολογεί την αμαρτωλότητά του και εκζητεί το έλεος του Θεού, ο Θεός να τον λυπηθεί (Λουκά ιη΄ 9-14).

Στην προς Γαλάτας επιστολή του αντιπαραβάλλει δύο συστήματα δικαιώσεως του ανθρώπου και δίδει στο ρήμα «δικαιούμαι» την χριστιανική έννοιά του (Προς Γαλάτας β΄ 16). Η  έννοια της δικαιοσύνης του ανθρώπου αποκτά νέο περιεχόμενο. Ο άνθρωπος στο εξής πιστεύει στον Θεό και ο Θεός τον «δικαιώνει», δηλαδή του εξασφαλίζει την σωτηρία διά της πίστεως και διά της ενώσεως με τον Χριστό. Στο εξής, η λέξη «δικαιοσύνη» και τα παράγωγά της θα σημαίνουν τις χριστιανικές πραγματικότητες και θεωρήσεις. Η δικαιοσύνη του ανθρώπου, ενώ θεωρείται ως  παρούσα κατάσταση, λαμβάνει εσχατολογικό χαρακτήρα, επειδή αποτελεί αρραβώνα των ουρανίων αγαθών. Η δικαιοσύνη του Θεού είναι λοιπόν η θεία Χάρη, από την φύση της εσχατολογική και μάλιστα αποκαλυπτική, που η πρόγευσή της είναι ωστόσο πραγματική, από τώρα, στην χριστιανική ζωή.

Ο ίδιος απόστολος θα ισχυρισθεί, ότι η δικαιοσύνη του Θεού έρχεται από τον ουρανό για να μεταμορφώσει την ανθρωπότητα και ότι είναι ένα αγαθό που ανήκει ουσιαστικά στον Θεό και το οποίο γίνεται δικό μας χωρίς να πάψει να είναι ουράνιο αγαθό (Ρωμαίους α΄ 17).

Υπονοεί ότι η μετάδοση της δικαιοσύνης του Θεού στον άνθρωπο θεμελιώνεται στην πιστότητα του Θεού να πραγματοποιήσει τις υποσχέσεις Του, εκδηλώνοντας την ευσπλαγχνία Του. Ο άνθρωπος διανύοντας τον χρόνο της ζωής του μέσα στην ιστορία οφείλει να «ποιή δικαιοσύνη» (Α΄ Ιωάννου γ΄ 7). Αντιλαμβάνεται όμως ότι δεν μπορεί με τις δικές του δυνάμεις να κατακτήσει αυτή την δικαιοσύνη, μπορεί όμως να την δεχθεί ως δώρο της θείας Χάριτος.

Αυτή η θεία Χάρη δημιουργεί μέσα στον άνθρωπο τη δικαιοσύνη, που η ίδια απαιτεί από τον ίδιο και τον καθιστά δίκαιο.

TOP NEWS