Καισαριανής Δανιήλ: «Ο λειτουργός, τελώντας τα άγια Μυστήρια, είναι απλώς το όργανο του αοράτου Κυρίου»
Η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία, επειδή πιστεύει ότι η θεία Χάρη δεν ενεργεί εκτός της αληθινής Εκκλησίας, δεν αναγνωρίζει κατ’ ακρίβεια τα μυστήρια που τελούνται εκτός αυτής, μόνο δε, σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις, μπορεί, «κατ’οικονομίαν» και συγκατάβαση, να αναγνωρίσει τα μυστήρια όσων προέρχονται από ετεροδόξους και επιθυμούν να ενταχθούν στην Ορθόδοξο Εκκλησία.
Μετάνοια – Εξομολόγηση
«Εξαγορεύσω κατ’ εμού την ανομίαν μου τω Κυρίω· και συ αφήκας την ασέβειαν της καρδίας μου» (Ψαλμού λα΄, 5).
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ
Η θεία Χάρη που υπάρχει στην Εκκλησία και χορηγείται από αυτήν στους πιστούς, τους ποίους αποκαθιστά, θεραπεύει από την αμαρτία και αγιάζει, μεταδίδεται σ’ αυτούς με τα άγια Μυστήρια, τα οποία είναι θεοσύστατες τελετές που μεταδίδουν μυστηριωδώς την αόρατη θεία Χάρη με αισθητά στοιχεία καί μέσα.
Ιδιαίτερα κατά την τρέχουσα περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όλα τα άγια Μυστήρια της Εκκλησίας μας, και πιο ειδικά της Μετανοίας – Εξομολογήσεως, όταν αξίως μετέχουμε σ᾽ αυτό, αποβαίνει όργανο και μέσο μεταδοτικό της σώζουσας θείας Χάριτος, καθιστώντας τους πιστούς κοινωνούς του απολυτρωτικού έργου του Σωτήρα, ενώνοντάς τους με τον Θεό. Μέσω των αγίων Μυστηρίων ενεργεί στους ανθρώπους η σωτήρια δύναμη του Θεού και με αυτόν τόν τρόπο ολοκληρώνεται ο αγιασμός των πιστών με τήν Χάρη και την δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Γι᾿ αυτόν τον λόγο τα άγια Μυστήρια κατέχουν τέτοια θέση στην συνείδηση των ορθοδόξων, ώστε και αυτή «η Εκκλησία σημαίνεται διά των Μυστηρίων, επειδή είναι σώμα Χριστού καί μέλη εκ μέρους», όπως διδάσκει ο Θεσσαλονικέας θεολόγος του ιδ΄ αιώνα, άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας: (Ερμηνεία της θείας Λειτουργίας, 37, 38 Migne P.G. 150, 452-453). Τα άγια Μυστήρια της Εκκλησίας είναι επτά, Δηλαδή: Το Βάπτισμα, το Χρίσμα, η θεία Ευχαριστία, η Μετάνοια, η Ιερωσύνη, ο Γάμος καί το Ευχέλαιο. Από αυτά, τα τρία, το Βάπτισμα, το Χρίσμα καί η Χειροτονία δεν επαναλαμβάνονται, τα υπόλοιπα, η θεία Ευχαριστία, η Μετάνοια, ο Γάμος καί το Ευχέλαιο επαναλαμβάνονται. Καθένα από τα άγια Μυστήρια μεταδίδει στους πιστούς ιδιαίτερη θεία Χάρη: Το Βάπτισμα καί το Χρίσμα αναγεννά και δικαιώνει, η θεία Ευχαριστία τρέφει πνευματικά και αγιάζει, θεραπεύει την ψυχή καί το σώμα, ενώ η Μετάνοια, το Ευχέλαιο, η Ιερωσύνη καί ο Γάμος ικανώνει τους πιστούς σε ειδικά καθήκοντα.
Η ενέργεια των αγίων Μυστηρίων α) οφείλεται στο ότι τα συνέστησε και τα τέλεσε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός που είναι ο αόρατος τελετάρχης τους και μυσταγωγός μας. β) Εξαρτάται αν η τέλεσή τους γίνεται από κληρικό, ο οποίος έχει αποστολική διαδοχή, η οποία εξασφαλίζεται με την χειροτονία του στην Εκκλησία, όπου διατηρείται η αποστολική διαδοχή και γ) αν τελούνται για τον σκοπό που ιδρύθηκαν, δηλαδή για ανθρώπους που διαθέτουν ορθή πίστη και έχουν προετοιμασθεί κατάλληλα για να συμμετάσχουν σ’ αυτά. Ο λειτουργός τελώντας τα άγια Μυστήρια είναι απλώς το όργανο του αοράτου Κυρίου, ο Οποίος ενεργεί και «τελεταρχεί» αυτά. Ότι η ενέργεια της θείας Χάριτος δεν εξαρτάται από την ηθική κατάσταση του ιερουργού, διδάσκει σχετικώς ο ιερός Χρυσόστομος (Ομιλία Η´ «Εις την προς Κορινθίους Α´ επιστολή» §1 Migne P.G. 61, 69).
Η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία, επειδή πιστεύει ότι η θεία Χάρη δεν ενεργεί εκτός της αληθινής Εκκλησίας, δεν αναγνωρίζει κατ’ ακρίβεια τα μυστήρια που τελούνται εκτός αυτής, μόνο δε, σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις, μπορεί, «κατ’οικονομίαν» και συγκατάβαση, να αναγνωρίσει τα μυστήρια όσων προέρχονται από ετεροδόξους και επιθυμούν να ενταχθούν στην Ορθόδοξο Εκκλησία.
Η Μετάνοια – Εξομολόγηση
Στην Αγία Γραφή αναφέρονται περιπτώσεις εξομολογήσεως που μας διδάσκουν τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει η κατά Θεόν εξομολόγησις. Η εξομολόγηση πρέπει να συνοδεύεται με κατά Θεό λύπη. Λύπη για την αμαρτία. Επισημαίνουμε τον Ψαλμό λζ΄(λη΄), 37 (38) που αναγιγνώσκεται καθημερινώς στην Ακολουθία του Όρθρου και χαρακτηρίζεται ως ικετήριος Ψαλμός μετανοίας και εξομολογήσεως. Περιεχόμενο του Ψαλμού 37 είναι ο θρήνος ενός άρρωστου ανθρώπου, ο οποίος εκλαμβάνει την ασθένειά του ως τιμωρία από τον Θεό για κάποια αμαρτία του, οπότε ομολογεί την ενοχή του και ζητά συγχώρηση. Είναι ο τρίτος από τους λεγόμενους στην εκκλησιαστική παράδοση «Ψαλμούς της Μετανοίας». Αρχίζει, μετά την επιγραφή (στ. 1), με μια έκκληση προς τον Θεό για επιείκεια (στ. 2) και συνεχίζει με μια εκτεταμένη περιγραφή της φυσικής και ψυχολογικής κατάστασης του αρρώστου (στχ. 3 και 11), που την επιδεινώνουν η αδιαφορία και η εχθρότητα αντί αρρώστου (στχ 14 και15), και ακολουθούν η επιβεβαίωση της πίστης στον Θεό (στχ 16-17), η αίτηση για συγχώρηση (στχ. 18 και 19) και η καταγγελία των εχθρών (στχ. 20 και 21). Ο ψαλμός τελειώνει όπως άρχισε, με μια έκκληση προς τον Θεό για βοήθεια (στχ. 22 και 23).
Με το Άγιο Μυστήριο της Μετανοίας στο οποίο προσέρχονται πιο συχνά οι πιστοί κατά την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, παρέχεται από τον Θεό άφεση όλων των μετά το Βάπτισμα αμαρτιών σ᾽ αυτούς που μετανοούν ειλικρινά και εξομολογούνται τις αμαρτίες τους, μπροστά στον Επίσκοπο ή τον Πρεσβύτερο. Γι’ αυτό και η Μετάνοια χαρακτηρίζεται κατά κάποιον τρόπο ως δεύτερο Βάπτισμα. Κατά την διδασκαλία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, για να δοθεί η άφεση των αμαρτιών, ο πιστός πρέπει να ομολογήσει μόνος του ελεύθερα καί αβίαστα τις παραβάσεις των εντολών του Θεού ενώπιον είτε Πρεσβυτέρου είτε Επισκόπου, ο οποίος καί διαβάζει την καθιερωμένη συγχωρητική ευχή, όπως έκανε ο Κύριος που έλεγε «αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι». (Ματθαίου θ´, 2). Έτσι, συγχωρούνται οι αμαρτίες. Κάθε άλλη πρακτική δεν προσφέρει την άφεση. Την άφεση των αμαρτιών παρέχει και ενεργεί ο ίδιος ο Θεός, ενώ αυτός που τελεί το Μυστήριο, Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος, είναι όργανο που εξαγγέλει την άφεση. Πάντως κατά τον Μέγα Βασίλειο, είναι «ανάγκη να εξομολογούμαστε τα αμαρτήματα σε αυτούς που έχει ανατεθεί η οικονομία των μυστηρίων του Θεού: «Αναγκαίον τοις πεπιστευμένοις την οικονομίαν των μυστηρίων του Θεού εξομολογείσθε τα αμαρτήματα» (Μεγάλου Βασιλείου: «Όροι κατ’ επιτομήν 288». Migne P.G. 31, 1284).
Η συγχώρηση που παρέχεται στους πιστούς, μετά από αληθινή και ειλικρινή εξομολόγηση, είναι πλήρης και τελεία, και δεν χρειάζεται καμία συμπλήρωση. Τα επιτίμια που επιβάλλονται στους εξομολογουμένους είναι φάρμακα ιαματικά προς στερέωση της ηθικής αναρρώσεως που έχει επιτευχθεί και ιάσεως και εκριζώσεως των παθών. Θεωρούνται μέσα θεραπευτικά και παιδαγωγικά και διορθωτικά για να βελτιωθούν και να σταθεροποιηθούν στην αρετή οι αμαρτάνοντες.