Ο άγιος απόστολος Βαρθολομαίος, κυρίως στις αμπελοκαλλιεργητικές περιοχές, θεωρείται ως προστάτης των αμπελιών, γι’ αυτό και την ημέρα της εορτής του (11 Ιουνίου) συνήθιζαν να τηρούν εθιμική αργία. Πίστευαν μάλιστα πως σε διαφορετική περίπτωση τα αμπέλια τους θα καταστρέφονταν από χαλαζόπτωση. Όπως σημειώνει ο Δ. Σ. Λουκάτος, ο γενικότερος φόβος των καταστρεπτικών βροχοπτώσεων και χαλαζοπτώσεων του Μαΐου και του Ιουνίου δημιούργησε ανάλογες δοξασίες στον ελληνικό λαό, και συνέβαλε στην καθιέρωση πολλών εορτών αγίων ως εθιμικών αργιών.
Η μνήμη του αγίου Βαρνάβα εορτάζεται επίσης στις 11 Ιουνίου. Τιμάται κυρίως στην Κύπρο, τον τόπο καταγωγής του, καθώς θεωρείται άγιος προστάτης της Μεγαλονήσου. Πιστεύεται ότι δίδαξε τον χριστιανισμό εκεί, και ίδρυσε την τοπική Εκκλησία. Οι Κύπριοι θεωρούσαν ότι η γιορτή του «άνοιγε» τα πανηγύρια, τα οποία «έκλεινε» η εορτή του αγίου Ανδρέα (30 Νοεμβρίου). Σε πολλές περιοχές οι αμπελοκαλλιεργητές τηρούν εθιμική αργία κατά την εορτή του, πιστεύοντας ότι σε διαφορετική περίπτωση θα πέσει χαλάζι και θα καταστρέψει τις καλλιέργειές τους.
Ο άγιος Ονούφριος εορτάζεται στις 12 Ιουνίου, συχνά με δημώδεις παραλλαγές του ονόματός του, όπως το «άη Ρούφνης» της Σύμης. Σε πολλές περιοχές κατά την εορτή του τηρούν εθιμική αργία, δεν θερίζουν και δεν αλωνίζουν, φοβούμενοι ότι αν δεν το κάνουν ο άγιος, τιμωρώντας τους, και κατά παρετυμολογία του ονόματός του, θα ρουφήξει τα στάχυα, καταστρέφοντας τη σοδειά.
Ο λαός ονομάζει τον προφήτη Ελισσαίο, μαθητή και ακόλουθο του προφήτη Ηλία, «άι Λυσσαίο». Από παρετυμολογία του ονόματός του πιστεύεται ότι θεραπεύει τη λύσσα, στα ζώα και στους ανθρώπους. Γι’ αυτό και οι γεωργοί δεν εργάζονται την ημέρα αυτή, αλλά και πολλοί ποιμένες αργούν, με την πίστη ότι αν εργαστούν θα πάθουν λύσσα τόσο οι ίδιοι, όσο και τα ζώα τους. Εορτάζεται στις 14 Ιουνίου.
Οι άγιοι απόστολοι Πέτρος και Παύλος εορτάζονται πανηγυρικά στις 29 Ιουνίου, με ζωοθυσίες, προσφορές σφαγίων υπέρ του ναού, και θεία λειτουργία. Την ημέρα αυτή, σε ορισμένες περιοχές τελούνται και μαντικές πρακτικές, όπως μολυβδομαντεία, με χύσιμο λιωμένου μολυβιού μέσα σε νερό, αβγομαντεία, με ρίξιμο ενός σπασμένου φρέσκου αβγού μέσα σε νερό, υδατομαντεία, αναλόγως των σχημάτων που βλέπουν στην επιφάνεια του νερού και κατοπτρομαντεία, σχετικά με τις σκιές που βλέπουν μέσα σε καθρέπτη, τον οποίο κρατούν κάθετα προς την επιφάνεια του νερού το καταμεσήμερο σκεπασμένοι με κόκκινο πανί, συνήθως με νερό που έχουν φυλάξει από την μαντική τελετουργία του κλήδονα, στις 24 Ιουνίου. Παρόμοιες μαντικές πράξεις τελούνται και κατά την επακολουθούσα εορτή των αγίων Αποστόλων, στις 30 Ιουνίου.
Το Γενέσιον του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου) αποτελεί σημαντικό εορτολογικό σταθμό για την ελληνική θρησκευτική λαογραφία. Το γεγονός ότι η χριστιανική εορτή έχει τοποθετηθεί πάνω στις θερινές τροπές του ηλίου, ένα ορόσημο γνωστό στους ανθρώπους λόγω της φυσικής παρατήρησης, συντέλεσε ώστε με την συγκεκριμένη εορτή να συνδεθούν πολλά προχριστιανικά εθιμικά μορφώματα, στα οποία στηρίζονται και πολλές από τις σχετικές λαϊκές τελετουργίες της Ανατολικής Θράκης και της Ανατολικής Ρωμυλίας.
Κυρίαρχη τελετουργία της εορτής είναι το άναμμα και η υπερπήδηση πυρών, το βράδυ της παραμονής της εορτής (23 Ιουνίου), ένα έθιμο που γνωρίζει πανελλήνια διάδοση, και φυσικά υπάρχει και στον λαϊκό πολιτισμό της Θράκης. Ο Γ. Α. Μέγας συσχετίζει το πήδημα των πυρών με τον καθαρμό δια του πυρός, τον οποίο συναντούμε σε πολλά ανάλογα πυρολατρικά και καθαρτήρια έθιμα του λαού. Στη Σωζόπολη μάλιστα, πηδώντας τις φωτιές έλεγαν: «σέμπα καλόχρονε, ξέβγα κακόχρονε», μια τελετουργική φράση που επισημαίνει τον συνδυασμό διαβατήριων και γονιμικών πρακτικών, ο οποίος και δίνει το βασικό νόημα στην τελετουργία μας.
Στο Σκεπαστό πάλι άναβαν τη φωτιά με μεγάλο δένδρο που είχαν τελετουργικά ξεριζώσει ειδικά για τον σκοπό αυτό, ώστε η υπερφυσική δύναμη που συχνά αποδίδεται στα μεγάλα δένδρα και στα πνεύματα που ενοικούν σε αυτά, να ενισχύσει την καθαρτήρια και αποτελεσματική δύναμη της φωτιάς. Οι σκοποί αυτοί συσχετίζονται και με την προσπάθεια τελετουργικής επίτευξης και εξασφάλισης της υγείας, που κυριαρχεί σε πολλές ανάλογες λαϊκές τελετουργίες.
Στη Σηλυβρία, για παράδειγμα, πηδούσαν τις φωτιές όλοι, κρατώντας μια πέτρα στο κεφάλι και μια στο στομάχι, «για να μην τους πονούν». Εδώ η δύναμη του καθαρτηρίου και αναγεννητικού πυρός ενισχύεται από την συμβολική μετάδοση στους ανθρώπους των βασικών ιδιοτήτων της πέτρας, δηλαδή της σκληρότητας και του αμετάβλητου, ώστε η υγεία και η φυσική κατάστασή τους να προσδιορίζονται από τα ίδια αυτά χαρακτηριστικά. Μόλις μάλιστα πηδούσαν τη φωτιά έριχναν τελετουργικά τις πέτρες πίσω τους, πιστεύοντας ότι πετροβολούν, άρα αναθεματίζουν και εξορκίζουν, τον «κακόχρονο».
Στο ίδιο πλαίσιο, τις φωτιές αυτές στην Τυρολόη και στις Καστανιές τις ονόμαζαν «καλόχρονο», δίνοντάς τους ευφημιστικά το όνομα αυτού που αποτελούσε την κύρια επιδίωξη της όλης τελετουργίας: της καλής, υγιεινής και αίσιας χρονιάς. Πηδώντας αυτές τις φωτιές, στην Τυρολόη τραγουδούσαν ένα ενδεικτικό τραγούδι, που αποτελεί το λεκτικό συμπλήρωμα της όλης διαβατήριας τελετουργίας.