Κένυας Μακάριος: Δίπλα στον Άγιο Σωφρόνιο του Έσσεξ
Στην Κιβωτό της Ορθοδοξίας
Του Σεβ. Μητροπολίτου Γέροντος Ναιρόμπι και Εξάρχου Κένυας κ. Μακαρίου
Με την ευκαιρία του εορτασμού των εκατό χρόνων ταυ θεολογικού και επιστημονικού περιοδικού ¨Θεολογία¨, της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, σκέφτηκα ότι θα ήταν ενδιαφέρον για το ευρύ κοινό να πληροφορηθεί ποια ήταν η σχέση μου με αυτό το περισπούδαστο περιοδικό.
Μετά την εκπλήρωση των στρατιωτικών μου υποχρεώσεων, στα 20 μου χρόνια, βρέθηκα στο Λονδίνο για να παρακολουθήσω μαθήματα μουσικής στο περίφημο κολλέγιο της Αγίας Τριάδος, όπου φανταζόμουν τον εαυτό μου, από νεανικό ενθουσιασμό φυσικά, να διευθύνω ορχήστρα.
Τόσος ήταν ο πόθος μου και η επιθυμία μου, ίσως λόγω του νεαρού της ηλικίας μου, όμως ήμουν αποφασισμένος και δεν ήθελα με κανένα τρόπο να αλλάξω πορεία και να ακολουθήσω οποιαδήποτε άλλη επιστήμη.
Εκεί λοιπόν στο Λονδίνο, κατά την διάρκεια των μουσικών μου σπουδών, ψάχνοντας ανακάλυψα, ύστερα από συστάσεις γνωστών φίλων από την Κύπρο, ότι την στην κομητεία του Έσσεξ υπήρχε ένας σπουδαίος εξομολόγος. Στο σημερινό μου σημείωμα δεν θα ήθελα να μπω σε λεπτομέρειες για την σχέση πού είχα με τον Γέροντα πνευματικό μου και σήμερα Άγιο Σωφρόνιο, ο οποίος έγινε αιτία τώρα που βρίσκομαι εδώ στον χώρο της ιεραποστολής να αλλάξει η πορεία της ζωής μου ολοκληρωτικά.
Ακολούθησα πιστά τις συμβουλές και τις προτάσεις του Γέροντα, έτσι βρέθηκα στο Παρίσι για θεολαγικές σπουδές στο Ορθόδοξο Ρωσικό θεολογικό Ινστιτούτο ταυ Αγίου Σέργιου, που τότε βρισκόταν στο επίκεντρο των θεολσγικών κύκλων σε παγκόσμια κλίμακα, αφού από εκεί πέρασαν μεγάλες εκκλησιαστικές προσωπικότητες, όπως του Γέροντα πνευματικού μου Αγίου Σωφρονίου σήμερα. Αναφέρω μόνο τον Μοσχονά, ο οποίος με παρότρυνε και άρχισα να δημοσιεύω μελέτες μου στον Εκκλησιαστικό Φάρο, τα Ανάλεκτα και τον Πάνταινο.
Στην Οξφόρδη, λοιπόν, γινόταν κάθε πέντε χρόνια το διεθνές επιστημονικό συνέδριο πατρολογίας, που σημαίνει ότι έφθαναν από όλο τον κόσμο και από όλα τα πανεπιστήμια ειδικοί και έδιναν διαλέξεις σχετικά με θέματα πατρολογίας. Τώρα που το σκέφτομαι, απορώ πώς τόλμησα να συμμετάσχω και εγώ με ανακοίνωση μου το 1973. Εκεί λοιπόν, γνώρισα όλες τις διεθνείς προσωπικότητες που ασχολούνταν με την πατρολογία. Εδώ λοιπόν αφού έκανα την διάλεξη μου που αφορούσε τον Αγιο Κλήμεντα Ρώμης, ύστερα από εντατικές έρευνες που βρήκα στο Βατικανό. Παρόν στη διάλεξη μου ήταν και ο καθηγητής της Πατρολογίας στο Πανεπιστημίου Αθηνών και διευθυντής του περιοδικού θεολογία κος Κωνσταντίνος Μπόνης. Τόσο συγκινήθηκε από την διάλεξη μου που με πλησίασε και άρχισε να μου κάνει διάφορες ερωτήσεις, ρωτώντας με πώς βρίσκομαι στην Οξφόρδη και δεν είμαι καθηγητής σε κάποιο Πανεπιστήμιο στην Ελλάδα. Τότε βρήκα την ευκαιρία και του αποκάλυψα ότι έχω πλούσιο αρχειακό υλικό προς δημοσίευση και μελέτες που άρχισα να συντάσσω. Του ανέφερα συγκεκριμένα για τα χειρόγραφα που είχα μαζέψει για τον Μητροφάνη Κριτόπουλο, που ήταν η διδακτορική διατριβή προπολεμικά του άλλου ακαδημαϊκού, Ιωάννη Καρμίρη. Αν δεν με απατά η μνήμη μου τον είχα καλέσει μία μέρα να έλθει στην Βολδειανή βιβλιοθήκη της Οξφόρδης για να του δείξω τα διάφορα χειρόγραφα με τα οποία ασχολούμουν. Ήταν τόσο μεγάλη η έκπληξή του που με προσκάλεσε να τον επισκεφθώ στο γραφείο του για να του δείξω τα αποτελέσματα των ερευνών μου. Οταν είδε την μελέτη μου για τον Μητροφάνη Κριτόπουλο επικοινώνησε αμέσως με τον κύριο Καρμίρη, αφού η δίκη μου μελέτη συμπλήρωνε την διατριβή του. Συζήτησαν και συμφώνησαν ότι παρόλο που το περιοδικό θεολογία, ως επί το πλείστων, δημοσιεύει μελέτες ακαδημαϊκών και αρχιερέων, κατέληξαν στο τέλος να κάνουν μία εξαίρεση και να δημοσιεύσουν ενός φοιτητή, αρχίζοντας από την μελέτη για τον Μητροφάνη
τις μεγάλες θεολογικές προσωπικότητες των διανοουμένων που πέρασαν μετά την Ρωσική επανάσταση και έγραψαν ο καθένας την δική του ιστορία.
Εκεί λοιπόν στο Παρίσι ήταν επόμενο να βρίσκομαι στο κέντρο των γραμμάτων και των τεχνών, παρακολουθώντας ταυτόχρονα τα μεταπτυχιακά μαθήματα στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης, με καθηγητές τους περίφημους ακαδημαϊκούς Ζακ Κουγιάρ, Πολ Λεμέρ και άλλους. Εκεί λοιπόν οι εξαίρετοι αυτοί ακαδημαϊκοί μού ενέπνευσαν τον πλούτο που κρύβει η ιστορική έρευνα και μου υπέδειξαν να αρχίσω να ερευνώ και να μαζεύω υλικό για ιστορικές μελέτες από την εθνική βιβλιοθήκη των Παρισίων. Αυτό γινότανε σχεδόν κάθε απόγευμα. Εκεί λοιπόν σε αυτό τον χώρο μελετούσαν μεταπτυχιακοί φοιτητές και φυσικά ιστορικοί με τους οποίους συζητούσα θέματα που με ενδιέφεραν και εκείνοι με καθοδηγούσαν ποια μέθοδο να ακολουθήσω.
Τα πέντε χρόνια στο Παρίσι πέρασαν γρήγορα και επέστρεψα πίσω στην Αγγλία για να συναντήσω τον Γέροντα και πνευματικό μου Αγιο Σωφρόνιο για να με συμβουλεύσει πιο ήταν το επόμενο βήμα. Και ενώ εγώ με τα δικά μου νεανικά μυαλά νόμιζα ότι θα επέστρεφα πίσω στην Κύπρο, εκείνος με πολύ βεβαιότητα και σιγουριά μου υποδεικνύει ότι πρέπει να πάω στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης για να αρχίσω την διδακτορική μου διατριβή. Έτσι, χωρίς κανένα δισταγμό, βρέθηκα στο πιο ξακουστό πανεπιστήμιο και ρίχτηκα κυριολεκτικά με τα μούτρα με πολλή όρεξη στις αρχειακές έρευνες, όχι μόνο στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, αλλά και στη βιβλιοθήκη του βρετανικού μουσείου και του παλατιού του Αρχιεπισκόπου Καντουαρίας (Αάμπεθ). Από την Οξφόρδη, λόγω εν τω μεταξύ των πολλών ανέκδοτων χειρογράφων που έβρισκα, περνούσα αρκετό χρονα με αρχεία του Βατικανού, της Ρώμης, Ρωσίας, Ουκρανίας και γιατί όχι Αμερικής και Αγίου Ορους. Ακόμα τότε ακριβώς επισκέφθηκα την Αλεξάνδρεια για πρώτη φορά και γνώρισα τον περίφημο βιβλιοθηκάριο της Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης, Θεόδωρο Κριτόπουλο που μου συνέδεσε με το περιοδικό Θεολογία της Εκκλησίας της Ελλάδος.