ΚΥΡΙΑΚΗ Ι´ ΛΟΥΚΑ: Πίστη και υποκρισία
(Λουκ. 13.10-17)
Καί ἐπέθηκεν αὐτῇ τάς χεῖρας καί παραχρῆμα ἀνωρθώθη καί ἐδόξαζεν τόν Θεόν».
Ἕνα θαῦμα περιγράφει ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή, τό θαῦμα τῆς συγκυπτούσης γυναικός, ἡ ὁποία ἐπί δεκαοκτώ χρόνια δέν μποροῦσε ἐξαιτίας κάποιας ἀσθενείας νά σταθεῖ ὄρθια καί νά περπατήσει. Καί ὅμως παρά τή δυσκολία πού εἶχε, παρά τή ντροπή πού πιθανόν αἰσθανόταν, δέν παρέλειπε νά πηγαίνει στόν ναό τοῦ Θεοῦ. Δεκαοκτώ χρόνια ἀσθενής, καί κανείς δέν εἶχε ἐνδιαφερθεῖ γιά τήν κατάστασή της· μέχρι πού συνάντησε τόν Χριστό. Εἴτε δέν τόν γνωρίζει εἴτε δέν θέλει νά τόν ἀπασχολήσει μέ τό προσωπικό της πρόβλημα, ἡ συγκύπτουσα γυναίκα δέν πλησιάζει τόν Χριστό οὔτε τοῦ ἐκθέτει τόν πόνο της. Ἴσως καί δέν προλαβαίνει νά τό κάνει, γιατί ὁ Χριστός τήν πλησιάζει γιά νά τῆς προσφέρει αὐτό πού ἐπιθυμοῦσε, δηλαδή τήν ὑγεία της. «Ἐπέθηκεν αὐτῇ τάς χεῖρας καί παραχρῆμα ἀνωρθώθη».
῾Η θεραπεία της εἶναι ἐξίσου διακριτική μέ τήν παρουσία της. Ὅπως ἐκείνη δέν μιλᾶ, δέν ἐκφράζεται, ἀλλά μυστικά καί ἐνδόμυχα ἱκετεύει γιά τή θεραπεία της, ἔτσι καί ὁ Χριστός τήν θεραπεύει ἀκουμπώντας την μέ τά χέρια του καί μέ μία φράση τή διαβεβαιώνει γιά τήν ἀπαλλαγή ἀπό τήν ἀσθένειά της.
Τό θαῦμα τῆς θεραπείας τῆς συγκυπτούσης γυναικός εἶναι γεγονός, οἱ ἀντιδράσεις ὅμως τῶν ἀνθρώπων διαφοροποιοῦνται.Ἡ γυναίκα δοξάζει τόν Θεό πού τῆς χάρισε τήν ὑγεία, ἐνῶ ὁ ἀρχισυνάγωγος διαμαρτύρεται, γιατί ἡ θεραπεία ἔγινε κατά τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Σύγκρουση πίστεως καί ὑποκρισίας. Ἡ συγκύπτουσα πιστεύει στόν Θεό καί ἀποδεικνύει τήν πίστη της μέ τήν παρουσία της στή συναγωγή. Ἡ συγκύπτουσα πιστεύει, καί τήν πίστη της τήν ἐπισφραγίζει καί ὁ Χριστός μέ τή θεραπεία πού τῆς χαρίζει, γιατί δέν ὑπάρχει θαῦμα χωρίς πίστη, γιατί δέν ὑπάρχει θεραπεία γιά ὅποιον δέν πιστεύει. Καί τήν ἀλήθεια αὐτή ἐπιβεβαιώνει, ἀδελφοί μου, ἡ στάση τοῦ ἀρχισυναγώγου. Ἄν ὁ ἀρχισυνάγωγος πίστευε πραγματικά στόν Θεό, δέν θά διαμαρτυρόταν γιά τή θεραπεία μιᾶς ταλαίπωρης γυναίκας· δέν θά διαμαρτυρόταν, γιατί ἄν εἶχε πίστη, ὁ Χριστός θά θεράπευε μυστικά τήν ἀμφιβολία πού εἶχε γεννηθεῖ στήν ψυχή του.
Ὅμως ὁ ἀρχισυνάγωγος πιστεύει μόνο κατ᾽ ἐπίφαση καί ἔτσι χάνει τήν εὐκαιρία νά κατανοήσει τό θαῦμα· χάνει τήν εὐκαιρία νά τό ζήσει καί ὁ ἴδιος καί νά δοξάσει τόν Θεό.
Μέσα στή Συναγωγή καί μπροστά στό ἴδιο γεγονός στέκονται δύο ἄνθρωποι πού διαφέρουν ὁλοκληρωτικά μεταξύ τους, ἡ συγκύπτουσα καί ὁ ἀρχισυνάγωγος. Δύο ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι βιώνουν τήν ἴδια ἐμπειρία μέσα στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ μέ ἐντελῶς διαφορετικό τρόπο πού τούς ὁδηγεῖ σέ ἐντελῶς διαφορετικό ἀποτέλεσμα.
Ἡ περίπτωση τῆς συγκυπτούσης καί τοῦ ἀρχισυναγώγου δέν εἶναι μοναδική. Ὁ Χριστός συχνά παρουσιάζει ζεύγη ἀντιθέτων χαρακτήρων γιά νά μᾶς ἀποκαλύψει τήν ἀλήθεια του γιά τόν ἄνθρωπο καί τή σχέση του μέ τόν Θεό. Τήν παρουσιάζει γιά νά μᾶς βοηθήσει νά ἐξετάσουμε καί ἐμεῖς τήν προσωπική μας σχέση μέ τόν Θεό. Νά ἐξετάσουμε ἐάν ὁμοιάζουμε μέ τή συγκύπτουσα γυναίκα ἤ μέ τόν ἀρχισυνάγωγο τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Νά ἐξετάσουμε ἐάν διαθέτουμε περισσότερη πίστη ἤ περισσότερη ὑποκρισία.
Καί εἶναι ἀνάγκη, ἀδελφοί μου, νά ἐξετάσουμε μέ εἰλικρίνεια τή σχέση μας μέ τόν Θεό, γιατί πολλές φορές ἐξαπατοῦμε τόν ἑαυτό μας μέ μία δῆθεν εὐσέβεια, μέ μία ἐφαρμογή κάποιων τύπων ἤ μέ τήν τήρηση κάποιων ἐντολῶν, ὅπως ἔκανε καί ὁ ἀρχισυνάγωγος τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, καί χάνουμε τήν οὐσία τῆς σχέσεώς μας μέ τόν Θεό. Καί αὐτή δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν πίστη καί τήν ἐμπιστοσύνη μας στόν Θεό, χωρίς τίς ὁποῖες δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρξει πραγματική σχέση, γιατί αὐτές ἀποτελοῦν τά ἀσφαλῆ θεμέλια αὐτῆς τῆς σχέσεως, χωρίς τά ὁποῖα ἡ θεωρούμενη σχέση μέ τόν Θεό κλονίζεται καί ἐξανεμίζεται μέ τήν πρώτη δυσκολία, μέ τόν πρῶτο πειρασμό. Ἀντίθετα, ἐάν διαθέτουμε πίστη καί ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, τότε μποροῦμε νά ὑπομείνουμε τίς δυσκολίες καί τίς δοκιμασίες πού ἐπιτρέπει ὁ Θεός στή ζωή μας, μένοντας σταθεροί κοντά του, καί νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι κάποια στιγμή θά ζήσουμε καί ἐμεῖς στήν ψυχή μας ἕνα θαῦμα ἀνάλογο μέ αὐτό πού ἔζησε σήμερα ἡ συγκύπτουσα, θά ζήσουμε τό θαῦμα τῆς σωτηρίας μας.
Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων