Μέ αὐτά τά λόγια προσπαθεῖ νά διδάξει ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος τούς χριστιανούς τῆς Ρώμης δύο μεγάλες ἀλήθειες. Ἡ μία εἶναι ὅτι κάθε ἄνθρωπος ἔχει διαφορετικές ἱκανότητες καί διαφορετικά χαρίσματα ἀπό τόν συνάνθρωπό του, κανένας δέν εἶναι ὅμως χωρίς χαρίσματα καί χωρίς ἱκανότητες.
Ἡ δεύτερη ἀλήθεια εἶναι ὅτι τό ὅ,τι ἔχουμε δέν εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς δικῆς μας προσπαθείας ἤ τοῦ δικοῦ μας μόχθου, ἀλλά εἶναι χάρισμα τοῦ Θεοῦ, εἶναι δωρεά τοῦ Θεοῦ πού δέν μᾶς δόθηκε τυχαῖα, ἀλλά μᾶς δόθηκε ἀφενός ἀνάλογα μέ τίς δυνάμεις πού ἔχουμε γιά νά τήν καλλιεργήσουμε καί ἀφετέρου προκειμένου μέσω αὐτῆς τῆς δωρεᾶς νά ἐπιτύχουμε τόν στόχο καί τόν σκοπό τῆς ζωῆς μας, νά φθάσουμε δηλαδή στόν Θεό.
Δέν εἶναι ὅμως λίγοι ἐκεῖνοι πού πιστεύουν ὅτι οἱ ἱκανότητές τους εἶναι καρπός τῶν δικῶν τους προσπαθειῶν καί κατά συνέπεια ὅτι ἔχουν τό δικαίωμα νά τίς διαχειρίζονται ὅπως θέλουν, γεγονός πού τούς κάνει νά φέρονται ὑπεροπτικά καί ἐγωιστικά ἀπέναντι στούς ἀδελφούς τους, οἱ ὁποῖοι δέν τίς διαθέτουν, καί ἐπιπλέον νά μήν τίς ἀξιοποιοῦν ὅπως ἁρμόζει, καί πρός ὄφελος τῆς ψυχῆς τους καί τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας.
Ὑπάρχουν ὅμως, ἀδελφοί μου, καί κάποιοι ἄλλοι πού νομίζουν ὅτι δέν ἔχουν χαρίσματα, καί γι᾽ αὐτό εἴτε αἰσθάνονται ἀδικημένοι, εἴτε νομίζουν ὅτι, ἐφόσον δέν ἔχουν χαρίσματα, δέν ἔχουν καμία ὑποχρέωση οὔτε ἀπέναντι στόν ἑαυτό τους οὔτε ἀπέναντι στόν Θεό οὔτε ἀπέναντι στήν Ἐκκλησία.
Σύμφωνα ὅμως μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο χαρίσματα δέν εἶναι μόνο ἐκεῖνα πού ἐντυπωσιάζουν ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, δέν εἶναι ἐκεῖνα μόνο πού θεωροῦμε σπουδαῖα καί σημαντικά, ἀλλά εἶναι τά πάντα.
Ἀγάπη, προσευχή, ζῆλος, ἐγρήγορση στήν πνευματική ζωή, ὑπομονή, ἐλπίδα, ἀλληλεγγύη, φιλοξενία εἶναι μερικά ἀπό τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ πού μπορεῖ νά μήν τά θεωροῦμε ἐμεῖς χαρίσματα, στήν πραγματικότητα ὅμως εἶναι. Γιατί τό νά μπορεῖς νά ἀγαπᾶς τούς ἀδελφούς σου εἶναι χάρισμα τοῦ Θεοῦ· τό νά μπορεῖς νά προσεύχεσαι ἤ νά ὑπομένεις ἤ νά ἐλπίζεις εἶναι ἐπίσης χαρίσματα τοῦ Θεοῦ πού μποροῦν, ἄν τά ἀξιοποιήσουμε μέ τόν σωστό τρόπο, καί ἐμᾶς νά ὁδηγήσουν στή σωτηρία καί γιά τούς ἀνθρώπους γύρω μας ἀλλά καί γιά τήν Ἐκκλησία νά εἶναι ὠφέλιμα.
Γι᾽ αὐτό καί ἔχουμε χρέος, ἀδελφοί μου, νά ἐρευνοῦμε τόν ἑαυτό μας καί νά ἀνακαλύπτουμε τά χαρίσματα πού μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός. Ἔχουμε χρέος νά ἐρευνοῦμε τόν ἑαυτό μας γιά νά βροῦμε τί ἀπό αὐτά πού ἔχουμε μπορεῖ νά εἶναι χρήσιμο καί ὠφέλιμο γιά τούς ἀδελφούς μας. Καί θά πρέπει νά βρίσκουμε τρόπους νά ἀξιοποιοῦμε ἀκόμη καί αὐτά πού μπορεῖ νά τά θεωροῦμε ἀδυναμίες μας, ὥστε νά μετατρέπουμε σέ τρόπους μέ τούς ὁποίους θά βοηθήσουμε τούς ἀδελφούς μας. Ὁ Θεός δέν θά μᾶς κρίνει ἀπό τό μέγεθος ἤ τή σπουδαιότητα τῶν χαρισμάτων μας καί τῆς προσφορᾶς μας, ἀλλά ἀπό τή διάθεσή μας νά προσφέρουμε στούς ἀνθρώπους γύρω μας. Ὁ Χριστός ἐπαινεῖ περισσότερο τή χήρα ἐκείνη πού προσέφερε ἕνα μόνο δίλεπτο, ὅ,τι δηλαδή εἶχε, ἀκόμη καί ἀπό τόν τελώνη Ζακχαῖο πού ἀποφάσισε νά χαρίσει τή μισή του περιουσία στούς πτωχούς καί νά ἀποδώσει τό τετραπλάσιο σέ ὅσους εἶχε ἀδικήσει. Θά ἦταν ἄδικο νά δώσει ὁ Χριστός μόνο σέ ὁρισμένους τή δυνατότητα νά εἶναι χρήσιμοι καί ὠφέλιμοι στούς ἄλλους· καί ὁ Χριστός δέν εἶναι ἄδικος.
Ἄς ψάξουμε, λοιπόν, νά βροῦμε τά χαρίσματα πού ἔχουμε· νά βροῦμε ἐκεῖνα τά στοιχεῖα πού μποροῦμε νά ἐκμεταλλευθοῦμε γιά νά βοηθήσουμε τούς ἀδελφούς μας. Ὅλοι μποροῦμε, ἀρκεῖ νά τό θέλουμε. Δέν μπορεῖς νά ἐπισκεφθεῖς ἐκείνους πού εἶναι ἀσθενεῖς ἤ εἶναι ἐνδεεῖς ἤ βρίσκονται στή φυλακή, κατά τήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ; Μπορεῖς ὅμως νά τούς βοηθήσεις προσφέροντάς τους ὅ,τι ἔχουν ἀνάγκη. Δέν διαθέτεις χρήματα γιά νά τούς συμπαρασταθεῖς; Μπορεῖς νά προσευχηθεῖς γι᾽ αὐτούς στόν Θεό καί ἀκόμη μπορεῖς νά προσευχηθεῖς καί γι᾽ αὐτούς πού τούς διακονοῦν. Ὅλοι μποροῦμε καί πρέπει νά χρησιμοποιοῦμε ὅ,τι μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός πρός ὄφελος τῶν συνανθρώπων. Καί τότε θά ἔχουμε καί ἐμεῖς μεγάλη ὠφέλεια, γιατί ὁ Θεός ἀνταποδίδει μέ τή χάρη του καί τήν πιό μικρή προσφορά μας, ἀλλά κυρίως θά μᾶς τήν ἀνταποδώσει μέ τήν οὐράνια βασιλεία του. Ἀμήν.
Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων