Κυριακή των Μυροφόρων: Η γυναίκα του Χριστιανισμού και του σήμερα
Είχε και αυτή τη συνέπεια η Ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ευσεβείς Χριστιανοί. Συνέπεια πού φαίνεται στη σημερινή ευαγγελική περικοπή. Να δώσει τιμητική θέση στη γυναίκα. Να την ανασύρει από το περιθώριο της ζωής και να την αναδείξει προσωπικότητα άξια για πρότυπο και στους άνδρες.
Να τονίσει πως σάν « εικόνα Θεού» και αυτή, έχει τη θέση της μέσα στην κοινωνία και είναι δυνατόν να παίξει σημαίνοντα ρόλο μέσα στο χώρο της πνευματικής ζωής και δραστηριότητας. Την αφορμή την έδωσαν οι Μυροφόρες. Με την φλόγα της καρδιάς τους που έδιωξε τη φυσική τους δειλία και απομάκρυνε κάθε φόβο, κέρδισαν για τον εαυτό τους και για κάθε γυναίκα αυτή τη μεγάλη τιμή: Να πορευθούν πρώτες στο σφαλισμένο και φρουρούμενο τάφο του Διδασκάλου,να διατυπώσουν πρώτες το εκπληκτικό γεγονός της Αναστάσεως, να συναντήσουν πρώτες τον Αναστάντα Κύριο, να δεχθούν της χαράς την ευλογία από το θριαμβευτή του θανάτου, να γίνουν πρώτες αυτές μάρτυρες και κήρυκες του Αναστημένου Χριστού.
Από την ώρα αυτή μέσα στο ξεκίνημα της βασιλείας του Θεού, η γυναίκα παίρνει τη θέση που της ανήκει στην ιστορική πορεία. Δεν είναι πια αντικείμενο εκμεταλλεύσεως. Παύει να κατέχει τη θέση της δούλης κάτω από την απόλυτη κυριαρχία του ανδρός. Χωρίς διακηρύξεις και επαναστατικές εκδηλώσεις, χωρίς φανατικές διεκδικήσεις δικαιωμάτων με μόνη την προβολή των ιδιαίτερων θεϊκών χαρισμάτων που την κοσμούν απλά και ήρεμα, με τη βεβαιότητα και την ατάραχη σταθερότητα, που μόνο η συναίσθηση μιας πραγματικής αξίας χαρίζουν, ανέβηκε στο θώκο της δημιουργού.
Ο παλιός κόσμος, ο ειδωλολατρικός, ήθελε τη γυναίκα κλεισμένη μέσα στα στενά όρια μιας άχαρης οικιακής ζωής, παρέμενε στη σκιά και την αφάνεια, καταδικασμένη σε πνευματική αργία, υποταγμένη στις επιθυμίες και διαταγές του αφέντη ανδρός. Μέσα στο χριστιανισμό όμως διακρίσεις δεν υπάρχουν. Χαρακτηριστικό του δεν είναι τα δικαιώματα, αλλά οι υποχρεώσεις. Το άτομο παίρνει αξία ανάλογα με την προσφορά και τη θυσία του. Ανάλογα με τη θέση που παίρνει απέναντι στον Κύριο και στο Σταυρό Του.
Μέσα στην άμιλλα αυτή της προσφοράς και της αφοσιώσεως προς τον Αναστημένο Κύριο δεν μπορούσε να μείνει ξένη η γυναίκα. Πήρε την θέση της καρδιάς μέσα στην οικογένεια. Ανέλαβε την υποχρέωση της συνεργού στην οικογενειακή επιτυχία και ευτυχία. Ένιωσε την ευθύνη για την ανατροφή και την αγωγή των παιδιών της. Το έργο της, έργο αρχόντισσας, την κατέστησε αφανή βασίλισσα του σπιτιού. Κάτω από την στοργή της έμελλε ν΄αναδειχ- θούν προσωπικότητες πνευματικές πρώτου μεγέθους. Στύλοι της Εκκλησίας, θεμελιωτές των Επιστημών , αναδημιουργοί κοινωνιών και Εθνών.
Μετά από την τιμητική θέση που έδωσε ο Χριστιανισμός στην γυναίκα, ποιά είναι η θέση που της δίνουμε εμείς σήμερα; Της απονέμομαι το σεβασμό της προσωπικότητάς της; Προβάλλεται σήμερα η γυναίκα περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Εφημερίδες, περιοδικά, διαφημίσεις, την προβάλλουν σε κάθε γωνιά, σε κάθε βήμα. Κυριαρχεί παντού σάν ύλη όμως, και όχι σαν προσωπικότητα. Σαν αντικείμενο πόθου και όχι σαν στοιχείο προόδου.
Γίνεται γνωστή για σκανδαλώδη ζωή, ενώ αγνοείται σαν ευεργετικός κοινωνικός παράγοντας, από τους πολλούς. Κινδυνεύει να χάσει την τιμητική θέση που της ανήκει. Με το δικό της το πέσιμο κινδυνεύει να υποβαθμιστεί και της κοινωνίας το επίπεδο. Όταν κι όπου επικρατεί υλιστική νοοτροπία, χάνει τη θέση της η γυναίκα. Όταν κυβερνά το πνεύμα και η πίστη, ανακτά την τιμή και το σεβασμό που της πρέπουν. Γίνεται προσωπικότητα ηγετική.
Αλλά το θέμα έχει δύο όψεις που είναι απαραίτητο κι οι δύο να προσεχθούν για να έχουμε σωστικά αποτελέσματα. Πρώτα ν΄αντιληφθεί η ίδια η γυναίκα πως έχει έναν υψηλό προορισμό και ν΄αγωνισθεί να κατακτήσει την τιμητική θέση που η φύση της απαιτεί και ο Χριστός της απέδωσε: Της έντιμης και πιστής συζύγου, της ευλογημένης και στοργικής μητέρας. Κι έπειτα να την υψώσει η κοινωνία στο επίπεδο που της πρέπει σαν μητέρα, σαν σύζυγο, σαν αδελφή. Να της αποδώσει το σεβασμό που της αξίζει. Να τη δει και να την τιμήσει σαν πνεύμα και σαν ψυχή. Πόσα καλά θα προκύψουν τότε!
Μπορεί να ειπωθεί χωρίς υπερβολή πως η ανθρωπιά του ανθρωπίνου γένους διασώζεται και συντηρείται από τη γυναίκα, συντηρείται όχι με λόγια και ιδέες, αλλά με τη σιωπηλή παρουσία της που φροντίζει και αγαπά, και αν συνεχίζεται ακόμη η μυστηριώδης γιορτή της ζωής, παρά το κακό που επικρατεί στον κόσμο, αν ακόμη αυτή η γιορτή εορτάζεται σε κάποιο πάμφτωχο δωμάτιο, σ’ ένα γυμνό τραπέζι, τόσο χαρούμενα όσο και σ’ ένα παλάτι, τότε η χαρά και το φως αυτής της γιορτής ανήκει σ’ αυτή, στη γυναίκα, στην αγάπη και την αφοσίωσή της που ποτέ δε σβήνει. «Και υστερήσαντος οίνου…» (Ιωάν. 2, 3), αλλά όσο είναι αυτή εδώ, – η μητέρα, η σύζυγος, η νύφη – υπάρχει αρκετό κρασί, αρκετή αγάπη, αρκετό φως και για τον καθένα…
Για άλλη μια φορά, λοιπόν, θα ξανακουστεί το μήνυμα της χαράς και της ελπίδας ,της πνευματικής δημιουργίας, της πανανθρώπινης αλληλεγγύης, της αναστηλώσεως της οικογένειας, της πολιτιστικής προόδου στο σημερινό μας κόσμο. Σαν τότε με τις Μυροφόρες. Αμήν.
αρχιμ. Θεόφιλος Λεμοντζής