Λαϊκές Λατρευτικές Παραδόσεις των Πριγκηποννήσων
Γράφει ο καθηγητής Μ. Βαρβούνης
Με τους ναούς, τις μονές, τα προσκυνήματα και τα αγιάσματα συνδέονται οι λατρευτικές τελετουργίες και οι ανάλογες θρησκευτικές παραδόσεις, πίστεις και δοξασίες των ελληνορθόδοξων κατοίκων των Πριγκηπονήσων, που σχετίζονται άμεσα με την καθημερινότητα και την επαγγελματική ζωή τους.
Το δείχνει περίτρανα το αφιέρωμα, στα 1888, στη μονή αγίου Νικολάου Πριγκήπου μιας ασημένιας καντήλας από την οποία κρέμεται μεγάλο ασημένιο ομοίωμα ψαριού, της γνωστής ως «παλαμίδας», από την Αδελφότητα των ψαράδων του νησιού, αλλά και η περιφορά, στην πασχαλινή λιτανεία της Τρίτης του Πάσχα, στη Χάλκη, της μεγάλης εικόνας του αγίου Νικολάου από τους καραβοκύρηδες του νησιού και μόνο, που φανέρωνε τον σεβασμό τους στον άγιο προστάτη των ναυτικών.
Καθώς οι μουσουλμάνοι κυρίαρχοι έδειξαν από την αρχή της οθωμανικής κυριαρχίας στα νησιά ανοχή και σεβασμό στα θρησκευτικά θέσμια των κατοίκων των Πριγκηπονήσων, αλλά και με δεδομένο ότι Ρωμιοί ήταν κατά κανόνα οι κάτοικοί τους, πολλές είναι οι σχετικές σωζόμενες μαρτυρίες για την λαϊκή θρησκευτικότητά τους. Για παράδειγμα, πίστευαν ακράδαντα στην δύναμη των θαυματουργών εικόνων των αγίων τους, και αφηγούνταν σχετικές παραδόσεις, όπως για το ότι στην πυρκαγιά του 1881 που έπληξε την μονή αγίου Γεωργίου του Κρημνού, στη Χάλκη, η εφέστια εικόνα του αγίου για να μην καεί «περπάτησε» και πήγε στο βουνό, όπου την επόμενη μέρα την βρήκαν και την επέστρεψαν στη μονή.
Η ίδια κατά βάση λαϊκή πίστη σχηματοποιείται και στην παράδοση για το κρύψιμο της εικόνας του αγίου Γεωργίου του «Κουδουνά», με όλα τα αφιερώματα και χαρακτηριστικούς μεταλλικούς «κωδωνίσκους» στην διάρκεια πειρατικής επιδρομής, σε ορεινό, κρημνώδες και δύσβατο μέρος, και για την ανακάλυψή της μετά από αιώνες από έναν ευλαβή βοσκό, που ειδε τον άγιο στον ύπνο του και του υπέδειξε να σκάψει για να τον βρει εκεί όπου μέσα από το έδαφος θα ακούει ήχο από κρούση κουδουνιών. Έτσι οι πανελληνίως γνωστές παραδόσεις για εικόνες υπερφυώς μετακινούμενες συνδυάζονται με το ανάλογο πάγκοινο μοτίβο της εύρεσης εικόνων ή λειψάνων από βοσκούς, μετά από αποκαλυπτικό όνειρο, και βέβαια δικαιολογούν και την λαϊκή λατρευτική επωνυμία του αγίου στην Πρίγκηπο.
Την λαϊκή λατρευτική τιμή για τον άγιο Γεώργιο τον «Κουδουνά», που ξεπερνά τα όρια της Πριγκήπου και επεκτείνεται τόσο στα υπόλοιπα Πριγκηπόνησα, όσο και στους Ρωμιούς της Πόλης, οριοθετούν και ορισμένες λαϊκές θρησκευτικές αντιλήψεις, δοξασίες και παραδόσεις των κατοίκων, τις οποίες έχει αποτυπώσει και δημοσιεύσει ο Δημήτρης Μάνος το 1948, υπό τον γενικό τίτλο «Θρύλοι του Μαρμαρά και ιστορίες» σε τεύχη του περιοδικού Παιδικός Κόσμος. Σύμφωνα με αυτά, πίστευαν ότι ο άγιος Γεώργιος «βγαίνει» από το εικόνισμά του και περιέρχεται έφιππος τον κόσμο, σώζοντας ανθρώπους που βρίσκονταν σε κίνδυνο ή ανάγκη. Μάλιστα, αν κατά την λιτανεία της εορτής του ή σε άλλη περίσταση έβρισκαν το εικόνισμα να είναι υπερβολικά βαρύ και να μην μπορούν να το μετακινήσουν από τη θέση του, απέδιδαν το υπερφυσικό βάρος στην απουσία του αγίου, οπότε περίμεναν προσευχόμενοι να επιστρέψει, για να κάνουν τη λιτανεία.
Την υπερφυσική αυτή παρουσία του αγίου Γεωργίου στον κόσμο την ταύτιζαν με ξαφνική βοή ή με το άκουσμα ενός υπερκόσμιου ποδοβολητού, που απέδιδαν στο άλογο του αγίου. Συνήθιζαν μάλιστα να μεταφέρουν το εικόνισμα στα σπίτια βαριά ασθενών, τόσο στην Πρίγκηπο όσο και στα υπόλοιπα νησιά, με την πίστη ότι αν το εικόνισμα ήταν ελαφρύ, ο ασθενής θα ζούσε, ενώ αν βάραινε απότομα θα πέθαινε. Στον άγιο άναβαν μάλιστα λαμπάδες «ως το μπόι τους», και έταζαν αφιερώματα και λειτουργίες, ώστε σε κρίσιμες στιγμές, ακόμη και στην περίπτωση μεγάλων θαλασσοταραχών, να τους γλιτώσει, αντιμετωπίζοντας ακόμη και τα τελώνια και τα δαιμονικά, που πίστευαν ότι στοίχειωναν την θάλασσα γύρω από τα Πριγκηπόνησα, και έστηναν θανάσιμες παγίδες στους ανθρώπους που έπλεαν ή περνούσαν από τους αντίστοιχους στοιχειωμένους τόπους.
Το ιστορικό βάθος, και η σχέση με το πλούσιο και ζωντανό στα νησιά ιστορικό παρελθόν αποτελούν βασικό παράγοντα δόμησης αυτών των λαϊκών θρησκευτικών τελετουργιών. Για παράδειγμα στη Νίανδρο, στα υπάρχοντα ερείπια βυζαντινής μονής, συνήθιζαν να μεταβαίνουν με βάρκες καραβοκύρηδες από τα άλλα νησιά, με τις οικογένειές τους, στην εορτή της αποτομής της κεφαλής Ιωάννου του Προδρόμου (29 Αυγούστου), για να τελέσουν υπαίθρια θεία λειτουργία και λιτανεία. Πίστευαν ότι έτσι εξορκίζονταν τα τελώνια που θεωρούσαν ότι φώλιαζαν στο ακατοίκητο νησί, και μάλιστα ένα στοιχειό που ονόμαζαν «Αράπη», και οποίος, κατά τις ίδιες δεισιδαίμονες δοξασίες, προκαλούσε από τις βραχώδεις ακτές τους παραπλέοντες ναυτικούς. Με τον τρόπο αυτό ήταν σίγουροι ότι θα είχαν, όλο τον υπόλοιπο χρόνο, καλούς και ασφαλείς πλόες, αλλά και πλούσιες ψαριές.