Λαζαρικά Ανοιξιάτικα Τελετουργικά (Α’)

  • Δόγμα

Γράφει ο Μ. Γ. Βαρβούνης, Καθηγητής Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης

         Στην ελληνική λαϊκή παράδοση, δύο είναι οι Αναστάσεις που έχουν ιδιαίτερη εθιμική σήμανση, η ανάσταση του Λαζάρου, το Σάββατο πριν την Κυριακή των Βαΐων, και η Ανάσταση του Χριστού, την Κυριακή του Πάσχα. Ο Λάζαρος εντάσσεται στο σχήμα του θνήσκοντος και ανιστάμενου ήρωα ή θεού, γι’ αυτό και τιμάται ιδιαιτέρως στον αγροτοκτηνοτροφικό ελληνικό λαϊκό πολιτισμό.

Πριν την ανάσταση του Χριστού, παρουσιάζει αυτός μια πρόδρομη – και πιο ανθρώπινη, λόγω της χοϊκής και οικείας για τον λαϊκό άνθρωπο φύσης του – ανάσταση, που συγκινούσε πάντοτε τον λαό, και ερέθιζε την φαντασία και την μυθική αντίληψη του κόσμου και των φυσικών διεργασιών, που τον χαρακτηρίζει.

Παρόμοια αγιαστική επενέργεια στη φύση πίστευαν ότι ενείχε το λαϊκό δρώμενο του Λαζάρου, που σε πολλές περιοχές της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας τελούσαν το Σάββατο του Λαζάρου, στο τέλος ουσιαστικά της Σαρακοστής. Το δρώμενο αυτό τελούνταν σχεδόν αποκλειστικά από κοπέλες, και ουσιαστικά περιλάμβανε την τελετουργική περιφορά ενός ομοιώματος του σπαργανωμένου με τα εντάφια σάβανα Λαζάρου, στολισμένου με λουλούδια και πρασινάδες, στα σπίτια του χωριού, ενώ παραλλήλως τραγουδούσαν ένα σχετικό άσμα. Σε ανταμοιβή, έπαιρναν από την κάθε νοικοκυρά αβγά, που θα έβαφαν αργότερα κόκκινα, ώστε να τηρήσουν το σχετικό ελληνικό πάγκοινο λατρευτικό έθιμο.

Για το αγερμικό δρώμενο του Λαζάρου και το σχετικό τραγούδι πολλά έχουν γραφεί στην πλούσια ελληνική και βαλκανική λαογραφική βιβλιογραφία, καθώς το δρώμενο είναι ευρύτερα διαδομένο και σε άλλους ορθοδόξους λαούς της χερσονήσου του Αίμου. Κοινή ωστόσο συνισταμένη όλων αυτών των μελετών είναι η διαπίστωση πως η επίτευξη ευλογίας της φύσης, «καλοχρονιάς», ευετηρίας δηλαδή, και καλής σοδειάς βρίσκονταν πάντοτε στο επίκεντρο της τέλεσης του εθίμου. Κι αυτό επειδή όπως σημειώσαμε και στην αρχή, ο αγιασμός και η ευλογία της φύσης αποτελούσαν την κύρια μέριμνα των παραδοσιακών κοινοτήτων, ακριβώς επειδή από την καλή απόδοση και την επιτυχία της ετήσιας σοδειάς συναρτούσαν τη ζωή και την επιβίωση, τόσο σε ατομικό και οικογενειακό, όσο και σε ευρύτερα κοινωνικό επίπεδο.

Ο Βάλτερ Πούχνερ, μελετώντας τα τραγούδια που συνοδεύουν τις τελετουργίες που σχετίζονται με την γιορτή του Λαζάρου στους Βούλγαρους, τους Σέρβους, τους Ρουμάνους και τους Αλβανούς διαπίστωσε ότι αυτά δεν έχουν ουσιαστική σχέση με τον χριστιανικό Λάζαρο, αλλά ότι η σχετικές τελετουργίες, άρα και τα τραγούδια που περιλαμβάνουν, είναι κατ’ ουσία τελετουργίες της άνοιξης, χωρίς ουσιώδες χριστιανικό περιεχόμενο. Ο ίδιος μελετητής έχει βάσιμα υποστηρίξει ότι στους λαούς αυτούς ο Λάζαρος έχει ταυτιστεί με τον «ενιαυτό δαίμονα», το δαιμονικό και δαιμονοποιημένο πνεύμα της χρονιάς, που πεθαίνει τον χειμώνα και ανασταίνεται την άνοιξη, προσωποποιώντας την αναγεννητική δύναμη της φύσης.

Σε χωριά της Ανατολικής Ρωμυλίας συνήθιζαν να  καλύπτουν το σώμα ενός μικρού αγοριού με άγρια λάπατα, και κατόπιν να το περιφέρουν στα σπίτια του χωριού, τραγουδώντας κάλαντα με σαφή γονιμική κατάληξη: οι κοτίτσες μας αβγά γεννούνε / κι οι φωλίτσες μας δεν τα χωρούνε. Στον Μαΐστρο της Ανατολικής Θράκης μάλιστα, κατά τον αγερμό έβρεχαν το στολισμένο με λουλούδια παιδί, με σκοπό την ομοιοπαθητική πρόκληση βροχής, γεγονός που ενισχύει τον ευετηρικό χαρακτήρα της όλης τελετουργίας.

Ο Πούχνερ παρατηρεί ότι σε όλες σχεδόν τις Ανατολικοθρακικές και Βορειοθρακικές λαζαρικές τελετουργίες, έντονη είναι η συμμετοχή κοριτσιών ώριμων και έτοιμων για να παντρευτούν. Πιστεύει λοιπόν ότι η τελετουργία αυτή είχε και μια σαφή κοινωνική λειτουργικότητα, καθώς συντελούσε στην αλληλογνωριμία των νέων, και μάλιστα σε μια περιρρέουσα κοινωνική ατμόσφαιρα που οι επαφές των δύο φύλλων, προ του γάμου, ήταν αν όχι απαγορευμένες, τουλάχιστον αυστηρά καθορισμένες και τυπικές. Για τις ανύπαντρες κοπέλες λοιπόν, η τελετουργία είχε σαφή μυητικό χαρακτήρα για την εισαγωγή τους σε μια ηλικιακή φάση, κατά την οποία έπρεπε ενώπιον της κοινότητας να αποδείξουν ότι διέθεταν τα απαραίτητα χαρακτηριστικά προσόντα για μια μέλλουσα σύζυγο.

Τα κατά βάση γονιμικά αυτά τραγούδια, που τραγουδούσαν κρατώντας ομοιώματα του νεκρού και αναστημένου Λαζάρου, φανερώνουν ότι η αγερμική «βαΐτικη» τελετουργία συνέχισε να διατηρεί τον γονιμικό προχριστιανικό χαρακτήρα της, ακόμη και μετά την σύνδεσή της με τον Λάζαρο του χριστιανισμού, η οποία οπωσδήποτε υπήρξε μεταγενέστερη. Οι αναφορές στον έρωτα, με την πλέον σωματική διάστασή του, και η ύπαρξη στους στίχους αυτούς πολλών και πανάρχαιων ερωτικών συμβόλων, όπως το μήλο και το λεμόνι, αλλά και περιγραφών της σποράς, δείχνουν ότι ήταν η οριακή στιγμή της άνοιξης και της επερχόμενης βλάστησης και καρποφορίας που απασχολούσε τη λαϊκή σκέψη, με μια θρησκευτική σχεδόν προσήλωση, δίνοντας στις τελετουργίες αυτές έναν βαθύτατα γονιμικό και διαβατήριο, πάντως δε οπωσδήποτε προχριστιανικό, χαρακτήρα. Και τούτο επειδή με τις πράξεις και τις διατυπώσεις αυτές επιδίωκαν να επιδράσουν τελετουργικά, με κινήσεις και λόγους συμβολικούς, πάνω στην γονιμική ικανότητα της φύσης, πάνω στην χλωρίδα και στην πανίδα του τόπου τους, μεγιστοποιώντας την παραγωγή και τις σοδειές τους, και εξασφαλίζοντας τελετουργικά την επιβίωσή τους.

TOP NEWS