Ένας μοναχός πήγε να συναντήσει ένα Γέροντα περίφημο. Ο μοναχός αυτός επέμενε να κάνει κάτι στη ζωή του κι ο Γέροντας τού έλεγε ότι αυτό που θέλεις να κάνεις δεν είναι το θέλημα του Θεού. Δεν θα το ευλογήσει ο Θεός. Εκείνος επέμενε. Τότε ο Γέροντας είπε: «Εντάξει. Ας κάνουμε προσευχή και να πας στο καλό».
Στάθηκαν εις προσευχή και άρχισε να προσεύχεται ο Γέροντας και να λέει: «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς…γενηθήτω το θέλημά μου ως εν ουρανώ και επί της γης». Του είπε τότε ο άλλος: «Πάτερ, συγγνώμη αλλά είναι λάθος, γενηθήτω το θέλημά Σου είναι». Ωραία του λέει ο Γέροντας να το πούμε από την αρχή «Πάτερ ημών ….γενηθήτω το θέλημά μου». Λέει πάλι στον Γέροντα: «Πάτερ, λάθος το είπες πάλι», «μα τι λάθος» του είπε ο Γέροντας, «αφού αυτό θέλεις να κάνεις. Θέλεις ο Θεός να κάνει το θέλημά σου και γι’ αυτό δεν βρίσκεις ανάπαυση και δεν ησυχάζεις. Γιατί φοβάσαι; Μήπως ο Θεός θέλει κάτι που εσύ δεν το θέλεις; Γιατί δεν έχουμε αυτή την απλότητα της καρδιάς μας να πούμε «μα είναι δυνατόν ο Θεός να θέλει κάτι, που θα μας δυσκολέψει;».
Το θέλημα του Θεού φέρνει ειρήνη στον άνθρωπο, φέρνει φως, χαρά. Όταν δοθεί ο άνθρωπος στον Θεό, πλέον αναπαύεται, όπως λέμε στην εκκλησιαστική γλώσσα.