Dogma

Μαρτυρίες για την πυρπόληση της Σμύρνης το 1922

Μαρτυρία της Ελένης Καραντάνη από το χωριό Μπουνάρμπασι (Κεφαλόβρυση) 11 χλμ Α-Β.Α της Σμύρνης.
Είχε 1.000 κατοίκους απο τους οποίους 800 Έλληνες.
Μεταξύ άλλων, αναφέρει:
Ο Ελληνικός στρατός έφευγε προς τη Σμύρνη, οι Τούρκοι τους ακολουθούσαν, βίαζαν και συνέχεια σφάζανε τους Έλληνες.Παντού φωτιά και μαχαίρι άκουες και έβλεπες. Εμείς φύγαμε και πήγαμε στη Σμύρνη. Όσοι μείνανε στο χωριό τους ατιμάσανε, τους σφάζανε, τους κρεμάσανε, τους κάψανε. Πλημμύρα οι μαχαλάδες στη Σμύρνη στο αίμα. Βάλανε φωτιά οι Τούρκοι, παντού ρίχνανε βενζίνη και προχωρούσανε. Βγήκαμε στο δρόμο. Φωτιά από τη μία, θάλασσα από την άλλη. Βρισκόμασταν στη μέση και βιάζουν, σφάζουν, ατιμάζουν.Βοήθεια φώναζε ο κόσμος. Τα εγγλέζικα τα πλοία ήταν απέναντι. Έριχναν πάνω μας προβολείς, σταματούσαν για λίγο, πάλι οι Τσέτες έκαναν επίθεση και πάλι τα ίδια. Τη νύχτα θέλαμε να πάμε προς νερού μας. Πήγαμε λίγο πιο εδώ, φρίκη! Βρεθήκαμε σε μια χαβούζα. Γύρω-γύρω από τα χείλη της χαβούζας σπαρταρούσαν κορμιά και μέσα η χαβούζα ήταν γεμάτη κεφάλια. Έπαιρναν όποιον έπιαναν, τον πήγαιναν στην άκρη της χαβούζας, έκοβαν το κεφάλι και το έριχναν μέσα και τα κορμιά τα άφηναν να σπαρταρούν γύρω-γύρω. Εκεί σ’ αυτό το μέρος χάσαμε και τον πατέρα μου. Τον αδελφό μου τον έσφαξαν στο χωριό.

ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΚΟΣΜΗΤΟΡΟΣ ΤΟΥ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΥ ΚΟΛΛΕΓΙΟΥ ΘΗΛΕΩΝ ΣΤΗ ΣΜΥΡΝΗ  ΔΕΣΠΟΙΝΙΔΟΣ Μ.Μ.

Ήταν λίγο πριν το μεσημεριανό της 13ης Σεπτεμβρίου 1922.Η δεσποινίς Μ.Μ. κοσμήτορας του Αμερικανικού Κολεγιακού Θηλέων στην Σμύρνη,   κοίταξε έξω από το παράθυρο του γραφείου της και σοκαρίστηκε από το θέαμα που αντίκρυσε.

«Είδα με τα μάτια μου έναν Τούρκο αξιωματικό να εισέρχεται σε ένα σπίτι με μικρούς τενεκέδες βενζίνη» αργότερα έγραψε: «Δευτερόλεπτα αργότερα, το κτίριο τυλίχτηκε στις φλόγες». Η Μ.Μ. ανησύχησε περισσότερο όταν και τα γειτονικά σπίτια έπιασαν φωτιά Καθώς η φωτιά μεταδιδόταν από κτίριο σε κτίριο, οι φλόγες άρχισαν να ζυγώνουν και το Αμερικανικό Κολλέγιο.

Η Μ.Μ. κοίταξε έξω από το παράθυρο και αντίκρυσε σκηνές βίας. Ο άτακτος στρατός των Τούρκων επέδραμε στον Αρμενικό μαχαλά και δολοφονούσε τους κατοίκους. «Είδαμε πολλοί να σκοτώνονται ομοίως μπροστά στα παράθυρά μας και μπροστά στο κατώφλι του Ινστιτούτου. Τα πτώματα κείτονταν στους δρόμους για μία, δύο ημέρες και συχνά ήταν ακρωτηριασμένα». Σε κάθε  γωνία έβλεπε «ακρωτηριασμένα πτώματα και οι δρόμοι ήταν γεμάτοι από άγριους Τσέτες (άτακτο τουρκικό στρατό) φορτωμένους με λάφυρα … Επίσης παρατήρησε μικρές φωτιές να ξεσπούν στα κοντινά σπίτια. Επειδή φοβόταν για την ασφάλεια του Κολλεγίου, ζήτησε από τους Τούρκους πυροσβέστες να προστατεύσουν τα κτίρια.»αλλά εκείνοι αρνήθηκαν».

Στις 13 Σεπτεμβρίου, η πυρκαγιά πήρε μία παράξενη τροπή. «Είδα έναν Τούρκο αξιωματικό ένστολο να βγαίνει από ένα σπίτι, κρατώντας τενεκέδες με πετρέλαιο τους οποίους τοποθέτησε στις εξωτερικές σκάλες ενός άλλου σπιτιού.»
Με ραγδαία διαδοχή, το ένα σπίτι μετά το άλλο τυλίχθηκαν στις φλόγες. 

Το πρωταρχικό καθήκον της δεσποινίδος Μ. ήταν να προστατεύσει το Κολλέγιο.

Έδωσε οδηγίες στους πρόσφυγες να ψεκάσουν τις σκεπές και τους τοίχους με νερό. Αλλά εξαναγκάσθηκαν να σταματήσουν όταν οι Τούρκοι στρατιώτες στους δρόμους απειλούσαν να τους σκοτώσουν εάν συνέχιζαν.

Η άγρια σφαγή από τους στρατιώτες και αξιωματικούς του τακτικού τουρκικού στρατού ήταν μία από τις πιο εξευτελιστικές περιστάσεις της σύγχρονης ιστορίας έγραψε η Δεσποινίς Μ.

Πηγή: https://mikrasiatwn.wordpress.com/