Μεσσηνίας Χρυσόστομος: Εθνικιστικός Μεσσιανισμός
10 μήνες τώρα δύο ομόδοξοι λαοί δοκιμάζονται εξαιτίας ενός «ψυχρού πολέμου», όπου ο πρωταγωνιστής όπως φαίνεται από τα ρωσικά δημοσιεύματα θεωρείται ο δυτικότροπος «Αντίχριστος»(!!!), είτε ως ιδεολογικό αφήγημα είτε ως οικονομικό και γεωπολιτικό ζητούμενο.
Μητροπολίτου Μεσσηνίας, Χρυσοστόμου Σαββάτου, Καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών
Όπως επιβεβαιώνεται από τις διάφορες τοποθετήσεις έχει διαμορφωθεί μία σημαντική ειδοποιός διαφορά ως προς τον τρόπο με τον οποίο κατανοείται ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Για τους Ρώσους είναι ένας πόλεμος «δήθεν» αμυντικός έναντι του δυτικού ιμπεριαλισμού και πολιτισμού. Για τους Ουκρανούς είναι ένας πόλεμος κατακτητικός από μέρους των Ρώσων στα εδάφη τους και επικυριαρχίας του «Ρωσικού κόσμου». Το θέμα όμως είναι ότι 10 μήνες τώρα δύο ομόδοξοι λαοί δοκιμάζονται εξαιτίας ενός «ψυχρού πολέμου», όπου ο πρωταγωνιστής όπως φαίνεται από τα ρωσικά δημοσιεύματα θεωρείται ο δυτικότροπος «Αντίχριστος»(!!!), είτε ως ιδεολογικό αφήγημα είτε ως οικονομικό και γεωπολιτικό ζητούμενο.
Χαρακτηριστική είναι η έκφραση ότι: «με τον ερχομό του ο Αντίχριστος στον κόσμο βρίσκει σήμερα αντίσταση μόνο από τη Ρωσία, γιαυτό και όλες οι δυνάμεις του Αντιχρίστου έχουν ριχθεί πάνω στη Ρωσία».
Η συγκεκριμένη τοποθέτηση είναι αυτή που νοηματοδοτεί και την αδιάρρηκτη σχέση Κράτους και Εκκλησίας στη Ρωσία, μία σχέση η οποία όπως αποδεικνύουν οι εξελίξεις είναι πολύ διαφορετική από αυτήν που έχει διαμορφωθεί στην Δύση. Μάλιστα οδηγεί στην ανάπτυξη σχέσεων εξάρτησης και απόλυτης εμπιστοσύνης ανάμεσα στον λαό και σ’ αυτούς που ως πρόσωπα εκφράζουν ή εκπροσωπούν την εξουσία και την πίστη. Η εμπιστοσύνη αυτή εμπεδώθηκε στη συνείδηση του ρωσικού λαού με την ενίσχυση του αισθήματος της αυτοσυντήρησής του, από μία θρησκόληπτη αντίληψη για την πίστη και την εκκλησιαστικότητα, και της εθνικής του συνείδησης, από μία πολιτική ισχύ της εξουσίας και την διαμόρφωση στους πολίτες της ιδέας του «περιούσιου λαού», από τον οποίον εξαρτάται το μέλλον του κόσμου και της ανθρωπότητας.
Το αποτέλεσμα είναι η ανάπτυξη ενός Εθνικιστικού Μεσσιανισμού, τον οποίον εκφράζουν συγκεκριμένα πρόσωπα, ο Πρόεδρος και ο Πατριάρχης της Μόσχας.
Χαρακτηριστικές είναι οι τοποθετήσεις τού θεωρητικού τού λεγόμενου κινήματος «Ρωσικός κόσμος» περί σατανικού δυτικού πολιτισμού όπως και του πνευματικού ηγέτη του, του Πατριάρχη Κύριλλου, ότι: «το μέλλον του κόσμου με την πλήρη έννοια της λέξης εξαρτάται από το μέλλον της Ρωσίας, του λαού μας, της Εκκλησίας, γιατί σήμερα η πατρίδα μας υπερασπίζεται τις αξίες εκείνες που βάζουν φραγμό στην αποστασία, δηλαδή το τέλος του χρόνου υπό την εξουσία του Αντιχρίστου».
Το φαινόμενο αυτό του εθνικιστικού μεσσιανισμού οδηγεί στην διαμόρφωση μιάς ιδεολογικοποιημένης Ορθοδοξίας. Δηλαδή ενός ιδεολογικού μορφώματος με επικάλυμμα θεολογικής κατοχύρωσης, το οποίο μπορεί να συντηρηθεί και συγχρόνως να εκφραστεί με ένα νέο μοντέλο ζωής με τις αντίστοιχες κοινωνικές προεκτάσεις.
Η Ορθόδοξη Ρωσία με την υιοθέτηση μιάς αντίληψης θρησκοληπτικού συντηρητισμού κινδυνεύει να μετατραπεί, εάν δεν έχει καταστεί, από Εκκλησία σε σέκτα, σε ομάδα δηλαδή ιδεολογική με κομματική αντίληψη λειτουργίας, τα δε μέλη της Εκκλησίας να μην εκλαμβάνονται ως πιστοί αλλά ως οπαδοί. Και τα αποτελέσματα ;
Η πίστη, ως «άνωθεν κατερχομένη», επιβάλλεται στη ζωή των ανθρώπων αποκλειστικά μέσα από πεποιθήσεις, αλάθητες αποφάσεις, υποχρεωτικές οδηγίες και διδασκαλίες. Με τον τρόπο αυτό η πίστη υποτάσσει τη συνείδηση των ανθρώπων υπό τη μορφή μιάς εξαναγκαστικής εξουσίας. Μετατρέπει δηλαδή τους φορείς και εκφραστές αυτής της πίστης, τους ανθρώπους σε δουλικούς ενθουσιαστές της, υπό το κράτος μάλιστα της οποίας τρομοκρατούνται και συντρίβονται.
Κάθε τι το δυτικό και νέο είναι απορριπτέο, επειδή θεωρείται ότι αλλοιώνει το μοντέλο του «καθαρού» χριστιανού και μάλιστα του Ορθόδοξου Ρώσου, ο οποίος ζει με την ψευδαίσθηση, ότι αποτελεί τον «περιούσιο λαό του Θεού», το «νέον έθνος άγιον», ενώ όλοι οι άλλοι λαοί, κυρίως οι δυτικοί, εξ αιτίας της θρησκευτικής τους διαφοροποίησης δεν έχουν θέση στο γεγονός της σωτηρίας και άρα είναι απόβλητοι, απορριπτέοι και καταδικαστέοι.
Με αυτήν την αντιδυτική αντίληψη εκκλησιαστικότητας προβάλλεται επίσης μία μορφή ἰδεολογικού μοντέλου και θρησκοληπτικής «αποκλειστικότητος» περί Ορθοδοξίας, όχι ως τρόπου και στάσης ζωής αλλά ως ιδεολογήματος. Συγχρόνως κατανοείται αποκλειστικά ως παραδοσιακός τρόπος ζωής μόνον ο ανατολικός, ο οποίος είναι και ο μοναδικός που δίνει νόημα σε αυτή τη ζωή και προοπτική μέλλοντος. Κάθε τι το ανατολικό είναι σωτήριο, κάθε τι το δυτικό είναι αμαρτωλό, καταραμένο. Έργο του Αντιχρίστου.
Αυτή η αντίληψη προσπαθεί να επιβληθεί και να οδηγήσει στη διαμόρφωση ενός νέου status, μανιχαϊστικά διχαστικού με αποκλεισμούς και πολώσεις, το οποίο ενισχύεται τόσο πολιτικά, όσο και εκκλησιαστικά. Μετέρχεται τρόπους και μεθόδους προς απόκτηση πρωτείων εξουσίας και ηγεσίας στους αντίστοιχους χώρους και επιδιώκει τη δημιουργία ανάλογων ζωνών επιρροής, μέσα στο ίδιο το εκκλησιαστικό σώμα της Ορθοδοξίας.
Το ερώτημα όμως είναι για πόσο ακόμη θα αντέξει ένας τέτοιος εθνικιστικός μεσσιανισμός, με μία συσσωρευμένη δύναμη εξουσίας σε λίγα πρόσωπα ενώ παράλληλα θα βαθαίνει μία κρίση μέσα στην Εκκλησία εξαιτίας του άκρατου συντηρητισμού και φονταμενταλισμού, ο οποίος συνεπάγεται στέρηση του αγαθού της ελευθερίας και του νοήματος για ζωή.
(Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας» την 1-12-2022)