Να μην αφήσουμε να πάει χαμένος ο πόνος
Έτσι κι αλλιώς, αδελφοί μου, όλοι πονούμε· τον πόνο τον έχουμε ανά πάσαν στιγμήν παρόντα.
Θα έλεγε κανείς ότι δεν υπάρχει λεπτό στη ζωή μας που δεν έχουμε κάποιον πόνο: πόνο από τον ίδιο τον εαυτό μας, πόνο από τους δικούς μας, από τα παιδιά μας, πόνο, αν θέλετε, και από τους άλλους ανθρώπους. Ακόμη, καθώς κανείς κάθε μέρα μαθαίνει ότι αυτό το κακό έγινε εκεί, το άλλο κακό έγινε παραπέρα, ότι στην Αφρική πεινούν και πεθαίνουν τα παιδιά από την πείνα κτλ., δεν μπορεί μια χριστιανή ψυχή να μη νιώσει έναν πόνο για όλα αυτά που συμβαίνουν. Κάθε λεπτό λοιπόν έχουμε πόνο. Θέλουμε δεν θέλουμε, θα πονέσουμε· τελείωσε. Αυτόν τον κανόνα όλοι θα τον κάνουμε.
Εδώ είναι το θέμα τώρα. Τι ωραία θα ήταν να μην αφήσουμε να πάει χαμένος ο πόνος! Έτσι κι αλλιώς θα πονέσουμε, αλλά θα πάει χαμένη όλη η τυραννία αυτή, εάν δεν αξιοποιήσουμε τον πόνο, εάν δεν τον εκμεταλλευθούμε. Και τον αξιοποιούμε τον πόνο, τον εκμεταλλευόμαστε, όταν πάρουμε την ανάλογη στάση. Προπαντός, να μην αντιδρούμε καθόλου και να μην παραπονούμαστε. Τίποτε τέτοιο! Και αν σου κάνει κακό όλος ο κόσμος, ακόμη και τότε μη λες: «Αυτός μου έκανε έτσι…» Δεν θα σου έκανε τίποτε, αν δεν τον άφηνε ο Θεός. Και τον άφησε ο Θεός, γιατί σου χρειαζόταν ο πόνος. Όχι ότι εκείνος έκανε κάτι καλό. Στην περίπτωση αυτή έχουμε κάτι ανάλογο με αυτό που έκανε ο Ιούδας. Ο Ιούδας πρόδωσε τον Χριστό, και αυτό είναι το μεγαλύτερο έγκλημα. Όμως, ήταν μέσα στην οικονομία του Θεού να προδοθεί από τον Ιούδα ο Χριστός και να πεθάνει στον Σταυρό. Επίσης, εκείνοι που τον σταύρωσαν είναι σταυρωτές του. Αλλά η προδοσία, ο Σταυρός του Χριστού, ο θάνατός του είναι σωτηρία για τον κόσμο.
Έτσι και εδώ. Ο άλλος που σου έκανε κακό, είναι κακός και θα δώσει λόγο μια μέρα. Εσύ όμως δεν ωφελείσαι, αλλά και δεν βγαίνει τίποτε, αν συνέχεια λες: «Μου έκανε αυτό, μου έκανε εκείνο, να πάθει αυτό, να πάθει εκείνο». Κρίμα, κρίμα! Ο Θεός επέτρεψε να σου κάνει αυτός ο άνθρωπος ό,τι σου έκανε, και να πονέσεις. Ασ’ τον εκείνον· κοίταξε τον πόνο σου και δες τον ενώπιον του Θεού. Κανένα λοιπόν παράπονο, καμιά αντίδραση, κανένα κλώτσημα, αλλά, ει δυνατόν, τον όποιο πόνο να τον αντιμετωπίζεις λέγοντας αυτές τις λέξεις: «Να ‘ναι ευλογημένο, Θεέ μου, όπως θέλεις εσύ». Έτσι, ο πόνος μας δεν θα πάει χαμένος, αλλά θα αξιοποιηθεί· δηλαδή θα τον εκμεταλλευθούμε και θα γίνει στην ψυχή μας το μεγάλο καλό που είπαμε.
Καθώς γενικά οι άνθρωποι σήμερα είναι πολυάσχολοι, και οι χριστιανοί θα ήθελαν δρόμους σωτηρίας, που να είναι σύντομοι, θα ήθελαν να μη χρειάζεται πολύς χρόνος, για να φθάσει κανείς εκεί που θέλει να φθάσει, αλλά αν γινόταν να φθάσει αμέσως, χωρίς πολλά ζικ ζακ, δηλαδή σύντομα, ε, λοιπόν, ένας από αυτούς τους σύντομους δρόμους σωτηρίας είναι ο πόνος. Είπαμε ότι ο άνθρωπος κάθε στιγμή, κάθε λεπτό έχει πόνο. Αντί να αφήνεις να πηγαίνει χαμένος ο πόνος, μπορείς να παίρνεις ενώπιον του Θεού τη στάση που είπαμε, είτε είσαι στο σπίτι σου είτε είσαι στην τάξη του σχολείου είτε είσαι οπουδήποτε αλλού και σου έρχεται να αναστενάξεις, επειδή πονάς. Και αμέσως, χωρίς χρονοτριβή γίνεται το μεγάλο καλό στην ψυχή, και μάλιστα τέτοιο καλό που, τρόπον τινά, δεν γίνεται με τίποτε άλλο.
Καθώς λοιπόν, αδελφοί μου, έχουμε αυτή την πραγματικότητα του πόνου, που κάθε τόσο σφάζει μέχρι βαθιά την ύπαρξή μας και μας κάνει να πονούμε μυστικά εκεί, και μπορεί να μας τρομάζει κιόλας αυτό –καμιά φορά μάλιστα πάει το μυαλό μας ότι μπορεί να πεθάνουμε– είναι ό,τι ωραιότερο –με συγχωρείτε που το λέω έτσι– να παίρνουμε τα πράγματα όπως λέμε. Είναι ό,τι ωραιότερο να πονάει κανείς και να νιώθει έτσι, δηλαδή να τα παίρνει έτσι τα πράγματα.
Είναι ό,τι καλύτερο να συνειδητοποιεί κανείς και να πιστεύει ότι ύστερα από λίγο μπορεί να μην υπάρχει σ’ αυτόν τον κόσμο, ότι μπορεί να φύγει στον άλλο κόσμο. Τότε ακριβώς είναι που ξεμπερδεύεται η ψυχή και ξεκολλάει και απαγκιστρώνεται από όλα τα πράγματα με τα οποία είναι δεμένη και μένει μόνη με μόνο τον Θεό. Και βοηθούμενος κανείς από ορισμένα πράγματα που έχει ακούσει, που ξέρει, μετανοεί ενώπιον του Θεού, και έτσι λυτρώνεται, σώζεται η ψυχή του· νιώθει πράγματι τον παράδεισο να έρχεται μέσα του και αισθάνεται το μεγάλο καλό που φέρνει ο πόνος και –όσο κι αν σας φαίνεται παράξενο– λέει: «Τίποτε άλλο δεν ωφελεί τόσο την ανθρωπότητα όσο ο πόνος».
Όταν λέμε πόνο, εννοούμε όλα αυτά μαζί: και γενικά την ασθένεια και την όλη σωματική φθορά του ανθρώπου και τον θάνατο. Αν δεν ήταν αυτά, ανήμερα θηρία θα ήμασταν όλοι, και ζούγκλα θα ήταν η κοινωνία. Αλλά είναι αυτά, και όλο και μας ημερεύουν εμάς τους ανθρώπους. Ο χριστιανός μάλιστα μπορεί να τα πάρει έτσι τα πράγματα, που να αξιοποιήσει, να εκμεταλλευθεί τον πόνο, ώστε συνέχεια να είναι μέσα στον παράδεισο.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Το μυστήριο του πόνου”, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2010, σελ. 28 (απόσπασμα)