Ο άγιος Νήφων, επίσκοπος Νόβγκοροντ
Ο άγιος Νήφων διήγε θεάρεστη βιοτή στην Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου, προσπαθώντας να μιμηθεί καθ’ όλα τους βίους των αγίων. Χειροτονήθηκε επίσκοπος Νόβγκοροντ και δεν εφείσθη κόπων για να διαφυλάξει την ειρήνη στην Εκκλησία του.
Με την βοήθεια του Θεού, κατόρθωσε να πείσει τα στρατεύματα των ηγεμόνων του Κιέβου και του Τσερνιγκώφ, που ετοιμάζονταν να πολιορκήσουν το Νόβγκοροντ, να καταθέσουν τα όπλα. Θεματοφύλακας πιστός και απαρέγκλιτος των θείων εντολών, αρνήθηκε να τελέσει τον γάμο του πρίγκιπα Σβιατοσλάβου Όλγοβιτς που εναντιωνόταν στους ιερούς Κανόνες, υπενθυμίζοντας τα λόγια της Παλαιάς Διαθήκης: «Και ελάλουν εν τοις μαρτυρίοις σου εναντίον βασιλέων και ουκ ησχυνόμην» (Ψαλμ. 118:46). Καθώς ο πρίγκιπας βρήκε έναν καιροσκόπο ιερέα που δέχθηκε να ευλογήσει τους γάμους, ο άγιος ποιμενάρχης απαγόρευσε στο ποίμνιό του να παρακολουθήσει την τελετή.
Μέγας υπήρξε επίσης ο ζήλος του αγίου, όταν ο ηγεμόνας του Κιέβου τοποθέτησε τον μοναχό Κλήμεντα τον Φιλόσοφο μητροπολίτη χωρίς την ευλογία του οικουμενικού πατριάρχη, ενώ η ρωσική Εκκλησία δεν ήταν ακόμη τότε αυτοκέφαλος. Καθώς ο άγιος Νήφων αρνήθηκε να συλλειτουργήσει με τον νέο μητροπολίτη, ο ηγεμόνας τον εκθρόνισε και τον διέταξε να επιστρέψει στην Λαύρα των Σπηλαίων, ποινή που δέχθηκε με μεγάλη χαρά, δοξάζοντας τον Κύριο που μπορούσε εκ νέου να ζει στην ησυχία και την προσευχή. Όταν όμως ο τσάρος Γεώργιος Μονομάχος νίκησε τον ηγεμόνα του Κιέβου, τοποθέτησε ξανά τον άγιο Νήφωνα στον επισκοπικό θρόνο του Νόβγκοροντ, προς μεγάλη αγαλλίαση όλου του πληρώματος.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο όρισε τότε νέο μητροπολίτη Κιέβου, τον Κωνσταντίνο, και ο άγιος Νήφων ξεκίνησε από το Νόβγκοροντ για να χαιρετήσει και να υποβάλει τα σέβη του στον νέο προκαθήμενο της ρωσικής Εκκλησίας. Φθάνοντας στην Λαύρα των Σπηλαίων, ασθένησε σοβαρά. Εισακούοντας την προσευχή του η Υπεραγία Θεοτόκος έστειλε τον άγιο Θεοδόσιο του Κιέβου, ο οποίος παρουσιάστηκε στον Νήφωνα και του είπε: «Καλώς έπραξες, Νήφων, που ήλθες εδώ, διότι θα είσαι πλέον μαζί μας εσαεί!»
Δεκατρείς ημέρες μετά, ο άγιος ποιμενάρχης εκοιμήθη εν Χριστώ (1156) και η σορός του ενταφιάσθηκε πλάι σ’ εκείνη του οσίου Θεοδοσίου.
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος όγδοος, Απρίλιος, σελ. 88. Ίνδικτος, Αθήναι 2007.