Η δοκιμασία ήταν αυτή: Είχε δυο παιδιά, τα οποία δεν υπάκουαν εις τους λόγους του. Ό,τι και να τα συμβούλευε είχαν εκείνα τας ιδικάς των σκέψεις και απομακρύνοντο από τον Θεόν και την συμβουλήν του πατρός των. Αλλά ο πατέρας δεν εμελέτησε τον νόμον του Θεού, δεν επειθάρχησε την σκέψιν του, ώστε να μην πλανηθή εις την ολιγοπιστίαν και αντί να μείνη ακοίμητος φρουρός εις την προσευχήν διά τα παιδιά του και να δοξάζη τον Πατέρα μας τον εν τοίς Ουρανοίς, παρεπονείτο εις τον Θεόν και έλεγε:
«Εγώ, Θεέ μου, έκανα τόσα καλά, εβοήθησα φτωχούς, δυστυχισμένους, φυλακισμένους, αλλά τα παιδιά μου μού τα άφησες χωρίς την προστασίαν Σου και αντί να με κάνης ευτυχισμένον και να με αγκαλιάση η ευλογία Σου, με άφησες έρημον και μοναχόν να πλανώμαι εις την θλίψιν. Γι’ αυτό και εγώ έφυγα μακρυά σου, διότι επερίμενα την συμπαράστασίν Σου».
Αλλά δεν πρέπει, αγαπητά μου παιδιά, κατ’ αυτόν τον τρόπον να έχωμεν μέσα μας την πίστιν μας προς τον Θεόν. Ο πατέρας και η μητέρα δεν πρέπει να χάνουν την πίστιν τους και να απομακρύνωνται από τον Θεόν. Πρέπει με πίστιν ακλόνητον και υπομονήν να παρακαλούμε τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν να μας φωτίση και να μας δυναμώση εις τας ώρας της θλίψεως, διότι, διά να σώσωμεν την ψυχήν μας, πρέπει να περνούμε ημέρας θλίψεως
Άγιος Ραφαηλ
Βιβλίο «Διδαχαί», σελ. 108-109