Ο Ευαγγελισμός

  • Dogma
ευαγγελισμός

 Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου αναφέρεται μόνο από τον ευαγγελιστή Λουκά (1:26–38). Αποτελεί την αρχή της αποκαλύψεως της προαιωνίου βουλής του Θεού και την φανέρωση του απ’ αιώνος κρυμμένου μυστηρίου, κατά το οποίον ο Θεός αποστέλλει τον μονογενή Του Υιό να γίνη άνθρωπος, για να σώση τον άνθρωπο.

Το μέσο της σωτηρίας μας υπήρξε η πτωχή και πάναγνη κόρη της Ναζαρέτ, η Μαριάμ. Αυτήν περίμεναν οι Προπάτορες και οι Δίκαιοι, για να πραγματοποιηθή το θείο σχέδιο της σωτηρίας μας. Γι’ αυτήν μίλησαν οι Προφήτες. Αυτή «θα υπηρετήση αποτελεσματικά την βουλή του Θεού, επειδή αναδείχθηκε σκεύος άξιο για την καθ’ υπόσταση ένωση της θείας με την ανθρώπινη φύση. Την εκλέγει από όλους τους εκλεγμένους για τα θεοφιλή και κοινωφελή μαζί ήθη και λόγια και έργα» (1).

Η δωδεκαετής παραμονή της στον Ναό, στα Άγια των Αγίων, υπήρξε περίοδος προετοιμασίας με προσευχή και σιωπή, για να διακονήση στο μέγα μυστήριο της σαρκώσεως του Λόγου στην άχραντη κοιλία της. «Με το να φυτευθή (αφιερωθή) η Μαρία στον οίκο του Θεού, έγινε το δοχείο κάθε αρετής, με το να απομακρύνη τον νου της από κάθε βιοτική και σαρκική επιθυμία, και έτσι να διατηρήση την ψυχή της παρθένο μαζί με το σώμα, όπως έπρεπε, αυτή που επρόκειτο να υποδεχθή τον Θεό μέσα στους κόλπους της· επειδή, δηλαδή, ο Θεός είναι Άγιος, αναπαύεται σε άγια μέρη. Έτσι, λοιπόν, καλλιεργεί την αγιωσύνη και αναδεικνύεται ναός άγιος και θαυμαστός, αντάξιος του υψίστου Θεού» (2). Την αξιώνει να αποκτήση περισσότερη χάρη από όλους και την κάνει αγία Αγίων και πριν την παράδοξη γέννηση του Υιού της. Γι’ αυτό και ευδόκησε να την βάλη μέσα στα Άγια των Αγίων του Ναού, και έτσι την κάνει σύνοικη και σύσκηνη από τότε που ήταν ακόμη παιδί (1).

Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλε ο Θεός τον αρχάγγελο Γαβριήλ, για να ευαγγελισθή την ενανθρώπηση του Υιού στην Παρθένο Μαρία, που διέμενε στην Ναζαρέτ και ήταν μνηστευμένη με τον Ιωσήφ, απόγονο του βασιλέως Δαυΐδ. «Η μνηστεία ήταν η ασφάλεια της Παρθένου και το ξεγέλασμα του διαβόλου» (3).

Ο Αρχάγγελος την αποκαλεί Κεχαριτωμένη και ευλογημένη, διότι είχε καταστήση τον εαυτό της ναό καθαρό και τόπο άγιο, άξιο προς υποδοχή του Θεού. Ήταν «πράγματι εκλεκτή και σκεύος άμωμο και αμόλυντο, άξιο να χωρέση την θεανδρική υπόσταση» (1).

Ο Αρχάγγελος της αποκαλύπτει σταδιακά το μυστήριο ότι, δηλαδή, θα γεννήση Υιό που θα είναι μέγας, θα κληθή Υιός του Υψίστου και θα βασιλεύση αιωνίως. Στην εύλογη απορία της, πώς θα συμβή αυτό το μεγάλο γεγονός, αφού δεν γνωρίζει άνδρα, πληροφορείται από τον Αρχάγγελο ότι θα γίνη με την επέλευση του Αγίου Πνεύματος και την επισκίαση της δυνάμεως του Υψίστου, γι’ αυτό το γεννώμενο θα κληθή Υιός του Θεού. «Την παρουσία του Αγίου Πνεύματος μόλις μπορεί να δεχθή η καθαρή ψυχή. Εδώ, όμως, δοχείο του Πνεύματος γίνεται η σάρκα. Αλλά “και θα σ’ επισκιάση η δύναμη του Υψίστου” σημαίνει ότι “ο Χριστός που είναι Θεού δύναμη και Θεού σοφία”, όπως λέγει ο Απόστολος, παίρνει μορφή στην Παρθένο με την επέλευση του Αγίου Πνεύματος» (4). Δεν έγινε μόνο ένωση στην κοιλία της Θεοτόκου, αλλά μόρφωση του σαρκωμένου Θεού Λόγου.

Στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου έχομε το εξής παράδοξο: «Μόνο στην Παρθενομήτορα κατήλθε το Άγιο Πνεύμα και ο Υιός· αλλ’ Αυτός μεν καθ’ υπόσταση, Αυτό δε μόνον κατ’ ενέργεια· γι’ αυτό και ενανθρώπησε μόνον ο Υιός, αλλ’ όχι και το Πνεύμα» (5). «Έτσι συνέλαβε τον Υιό του Θεού, την ενυπόστατη δύναμη του Πατρός, όχι από ένωση και σπορά, αλλά από την ευδοκία του Πατρός και την συνέργεια του Αγίου Πνεύματος» (6). Γι’ αυτό «τον ναό του σώματος του Χριστού, το Πνεύμα το Άγιον έκτισε, διότι ευρέθη η Μαρία εν γαστρί έχουσα εκ Πνεύματος Αγίου» (7).

Εισήλθε σ’ αυτήν και εσαρκώθη ο Λόγος, όλο το πλήρωμα της Θεότητος, γι’ αυτό το συλληφθέν σωτήριον κύημα, ο Χριστός, ονομάζεται σαρκοφόρος Θεός και όχι θεοφόρος άνθρωπος (8).

Με την υπακοή της η Μαριάμ θεράπευσε την παρακοή της προμήτορος Εύας και έγινε η ανάκληση του Αδάμ, η λύτρωση της Εύας, η χαρά του κόσμου και η αγαλλίαση του γένους μας. Το όνομα Μαριάμ σημαίνει Κυρία· διότι έγινε αληθινά Κυρία όλων των δημιουργημάτων, με το να γίνη μητέρα του Δημιουργού. Δια της Θεοτόκου εκπληρώνεται η υπόσχεση του Θεού προς τον Αβραάμ, ότι θα ευλογηθούν όλα τα Έθνη από τον απόγονό Του, τον Μεσσία.

Ο Ευαγγελισμός είναι μοναδικό και ανεπανάληπτο γεγονός και αποτελεί την υπέρτατη τιμή και δόξα προς την Παρθένο κόρη Μαριάμ, διότι, εξ αιτίας του τόκου της κατέστη Θεοτόκος. Υπήρξε η Μαρία η αγιωτέρα από όλες τις γυναίκες όλων των αιώνων. Είχε, βέβαια, το προπατορικό αμάρτημα, όπως όλοι οι άνθρωποι, αλλά η επέλευση του Αγίου Πνεύματος την καθάρισε τελείως και την κατέστησε άξια να γίνη μητέρα του σαρκωθέντος Θεού. Η Θεοτόκος είχε τελεία αναμαρτησία – ούτε με τον λογισμό δεν αμάρτησε –, διότι υπέταξε πλήρως το θέλημά της στο θέλημα του Θεού. Γι’ αυτό ονομάζεται άσπιλη, αμόλυντη, άχραντη, Παναγία.

Είναι μεγάλο το μυστήριο και παράδοξο. Αποτελεί το κεφάλαιο της σωτηρίας μας, διότι «ο Θεός κενούται, σαρκούται και πλάττεται» με τον Ευαγγελισμό, και βρίσκεται ο αχώρητος μέσα στην μήτρα, ο άχρονος μέσα στον χρόνο, και το παράδοξο είναι ότι η σύλληψη είναι άσπορη και η γέννηση άφραστη.

Ο Θεός, που ήταν αθέατος και στις ουράνιες δυνάμεις, δια της σαρκώσεώς Του από την Θεοτόκο, έγινε ορατός στους ανθρώπους. Από αυτήν προήλθε ο Πλάστης του πρωτοπλάστου και ο διορθωτής της παραβάσεώς του (9). Αυτή έγινε η κλίμαξ της καταβάσεως του Θεού στην γη και η αιτία της σωτηρίας μας. Έγινε «γέφυρα θεία θεοπαρόδευτος» (10), δια της οποίας διήλθε ο Θεός, για να σώση το γένος των ανθρώπων. Ήταν θυγάτηρ του Αδάμ και έγινε μητέρα του Θεού. Γι᾽ αυτό επαξίως μακαρίζεται και μεγαλύνεται από όλες τις γενεές ως Θεοτόκος και μητέρα του ενανθρωπήσαντος Θεού Λόγου.

 

(1) Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά, Ομιλία ΝΖ’, Τη Κυριακή των Προπατόρων, ΕΠΕ 11, σ. 429.

(2) Αγ. Δαμασκηνού, Έκδοσις…, ΕΠΕ 1, σ. 481.

(3) Αγ. Δαμασκηνού, Έκδοσις…, ΕΠΕ 1, σ. 483.

(4) Αγ. Γρηγορίου Νύσσης, Ομιλία εις την Γέννησιν του Χριστού, ΕΠΕ 10, σ. 349.

(5) Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά, Ορθοδόξου Θεοφάνους διάλεξις, ΕΠΕ 3, σ. 434.

(6) Αγ. Δαμασκηνού, Έκδοσις…, ΕΠΕ 1, σ. 483.

(7) Βλ. [Μ. Αθανασίου], Κηρυκτικόν εις τον Ευαγγελισμόν, ΒΕΠΕΣ 36, σ. 212–213.

(8) [Μ. Αθανασίου], Διάλογος Γ’, Περί Αγίας Τριάδος, ΒΕΠΕΣ, 36, σ. 108.

(9) Βλ. Αγ. Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Ομιλία ΙΑ’, Εγκώμιον εις την Αγίαν Μαρίαν την Θεοτόκον, PG 77, 1033.

(10) Κάθισμα κανόνος της Θεοτόκου, ηχ. πλ. Α’, Ποίημα του αγίου Μάρκου Εφέσου του Ευγενικού. Θεοτοκάριον αγίου Νικοδήμου, τη Δευτέρα εσπέρας.

 

Από το βιβλίο: «Η  επίγεια ζωή του Χριστού». Ενωμένη Ρωμηοσύνη. Σειρά: Ιαματικά νάματα 11, Θεσσαλονίκη 2022, σελ. 23.

 

TOP NEWS