Εἶναι δύσκολο νά πιστέψω
πώς μᾶς τούς ἔφερε
ἡ θάλασσα τῆς Κερύνιας
Εἶναι δύσκολο νά πιστέψω
πώς μᾶς τούς ἔφερε
ἡ ἀγαπημένη θάλασσα τῆς Κερύνιας.
Ἀνασήκωσε τήν πλάτη
κι ἀπόσεισέ τους Πενταδάχτυλέ μου.
Ὅσο κι ἄν αὐτό ἰσχυρίζονται οἱ παραπάνω στίχοι τοῦ ποιητῆ Κώστα Μόντη πού μελοποίησε ὁ Μάριος Τόκας, οὔτε ἡ θάλασσα τῆς Κερύνιας μᾶς τούς ἔφερε, οὔτε ὁ Πενταδάκτυλος ἀνασηκώνοντας τήν πλάτη μπορεῖ νά τούς ἀποσείσει. Ἐμεῖς τούς φέραμε! Κι ἐμεῖς πρέπει νά τούς ἀποσείσουμε!
Ἀγαπητοί Ἐκπρόσωποι Φορέων καί Ἀρχῶν,
Ἀξιότιμε κ. Αὐγουστῆ, Πρόεδρε τοῦ ἐν Λαρίσῃ Συλλόγου Κυπρίων,
Σεβαστοί Πατέρες καί Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί.
Ἡ φετινή ἐπέτειος τῶν πενῆντα ἐτῶν ἀπό τά θλιβερά γεγονότα τοῦ καλοκαιριοῦ τοῦ 1974, μέ ἀποκορύφωμα τήν Τουρκική εἰσβολή, εἶναι εὐκαιρία ὄχι ἁπλῶς ἱστορικῆς ἀναμνησης τῶν γεγονότων, ἀλλά ἐθνικοῦ ἀναστοχασμοῦ καί ἐξαγωγῆς συμπερασμάτων γιά τήν πορεία μας ἀπό ἐδῶ καί πέρα. Κι εἶναι κάτι πού γιά τήν Ἑλληνική κοινωνία γίνεται δυστυχῶς άναγκαστικά, μιᾶς πού ἡ μεσολαβήσασα πεντηκονταετία καί τό blame game τῶν ἐκπροσώπων τῆς μικροπολιτικῆς καί τῆς κοντόφθαλμης ἀνάλυσης, οὐσιαστικά γιά τήν ἀπόκρυψη μεγάλων ἱστορικῶν ἀληθειῶν, ἔχουν σχεδόν ἐξαλείψει τό Κυπριακό ἀπό τό δημόσιο διάλογο καί τό εὗρος τῶν στόχων τῆς χώρας, καθιστῶντας τήν περιοδική ἀναφορά σέ αὐτό, λόγω ἐπετείων ὅπως ἡ σημερινή, ἐνοχλητική ὑποχρέωση ἤ ἀκόμη καί εὐκαιρία γιά ἀπόπειρα συγκάλυψης πτυχῶν, μιᾶς πού ἡ ἱστορική γνώση τοῦ Νεώτερου Ἑλληνισμοῦ μοιάζει ἀναιμική καί ἀπελπιστικά περιορισμένη.
Κι ὅμως, ἐμεῖς πρέπει νά ἐπιμείνουμε κόντρα στή ρότα τῶν καιρῶν καί παρά τίς παράφωνες κραυγές ὅσων διακατέχονται εἴτε ἀπό διεθνιστικές ἀντιλήψεις, εἴτε ἀπό ἐθνομηδενιστικά προτάγματα τῆς woke ἀτζέντας, νά θέσουμε τό δάκτυλο ἐπί τόν τύπον τῶν ἥλων καί νά παραδεχτοῦμε ἀλήθειες. Καί τοῦτο τόσο γιά νά ἀποφύγουμε νέα δράματα, ὅσο καί γιά νά διεκδικήσουμε τά ἐθνικά μας δίκαια. Τρεῖς παραδοχές εὐθύς ἐξ ἀρχῆς. Ἡ πρώτη, δέν ἐνδιαφέρει τί κάνουν οἱ ὅποιοι ἄλλοι, ἐνδιαφέρει τί κάνουμε ἐμεῖς. Ἡ δεύτερη, δέν κάναμε καλά τή δουλειά μας, ἤ μᾶλλον κάναμε ὅ,τι μπορούσαμε γιά νά προσφέρουμε τήν Κύπρο βορά στά σύγχρονα θηρία! Ἡ τρίτη, δέν παραθεωροῦμε ἡρωικά κατορθώματα ἤ μεμονωμένα ἐπιτεύγματα, πού ὅμως δέν ἤρκεσαν γιά νά ἐξελιχθοῦν τά πράγματα ἀλλοιῶς, οὔτε ἀπομειώνουμε τήν ὑπερβάλουσα τιμή καί τόν ὀφειλόμενο σεβασμό στήν ἱερή μνήμη ὅσων χάθηκαν φυλάσσοντας Θερμοπύλες, γνωρίζοντας ὅτι στό τέλος οἱ βάρβαροι θά διαβοῦν.
Ἡ Κυπριακή τραγωδία δέν χαρακτηρίζεται ἔτσι γιά τά ἀνθρώπινα δράματα πού σημάδεψαν τήν ἐξέλιξή της. Παρενθετικά ἀναφέρουμε καί μέ τήν παραδοχή ὅτι δέν μποροῦν οἱ ἀριθμοί νά ἀποτυπώνουν τόν πόνο, ὅτι οἱ ἀπώλειές μας συμποσοῦνται σέ πέντε χιλιάδες Ἕλληνες νεκρούς, διακόσιες χιλιάδες πρόσφυγες, χίλιους ἑξακόσιους δεκαεννέα ἀγνοούμενους πού σταδιακά ἀνακαλύπτονται σέ ὁμαδικούς τάφους, εἴκοσι χιλιάδες βιασμούς γυναικῶν, τό δράμα τῶν εἴκοσι χιλιάδων περίπου ἐγκλωβισμένων, ἄπειρα ἐρείπια καί στάχτες, χωρίς νά ὑπολογίσουμε τήν ἕως σήμερα παράνομη κατοχή τοῦ 36,2% τοῦ ἐδάφους τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας, τήν ἀποστέρηση περιουσιῶν καί τόν παράνομο ἐποικισμό τῶν κατεχομένων ἀπό τή συστηματικά διαβρωτική πολιτική τῶν δυνάμεων κατοχῆς. Ἡ Κυπριακή τραγωδία χαρακτηρίζεται ἔτσι ἐπειδή ὅλα ἐξελίχθηκαν μπροστά στά μάτια μας καί μέ πλήρη γνώση τουλάχιστον τῆς Ἀθήνας καί ὅσων ἐκείνην τή σκοτεινή περίοδο εἴχαμε τήν ἀτυχία ἤ καλύτερα τήν κατάρα, νά μᾶς κυβερνοῦν.
Ἡ Ἑλλάδα ὡς ΝΑΤΟϊκός ἑταῖρος γνώριζε πολύ καλά τήν Τουρκία. Ἤξερε τίς δυνατότητες τοῦ στρατοῦ της καί μετά τά ἐμπρηστικά γεγονότα τοῦ 1964 καί τή συγκρότηση τῶν Τουρκοκυπριακῶν θυλάκων ἔβλεπε τίς Τουρκικές προσπάθειες γιά τή δημιουργία άποβατικοῦ στολίσκου. Ὁ στόχος προφανής, ἀλλά κι ὁ παρατηρητής ἐθελοτυφλοῦσε ὅσο κανείς! Ἡ ἄρνηση τῶν Η.Π.Α. νά προσφέρουν ἀξιόλογα ἀποβατικά μέσα, καθώς κι οἱ περιορισμένες τότε ναυπηγικές ἱκανότητες τῆς Τουρκίας, εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα τή δημιουργία ἑνός σχεδόν ἀμελητέου στολίσκου ἀποβατικῶν ἀκάτων μέ περιορισμένες δυνατότητες. Μέγιστη ταχύτητα ὀκτώ κόμβων, ἔλλειψη ἐξοπλισμοῦ, μικρή χωρητικότητα. Μόνο τό καλοκαίρι τοῦ 1973 ἀποκτήθηκε τό πρῶτο τουρκικό ἀποβατικό σκάφος ἄξιο ἀναφορᾶς, τό περίφημο Ertogrul. Ταυτόχρονα ξεκίνησε κι ἡ μετατροπή βοηθητικῶν πλοίων τοῦ Τουρκικοῦ στόλου σέ ὁπλιταγωγά.
Τήν ἴδια ἐποχή οἱ Ἕλληνες διπλωμάτες, καθώς καί στελέχη τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων παρατηροῦσαν καί κατέγραφαν ὅλα τά ἀνωτέρω. Ὅμως, τί κρῖμα, τό ταραγμένο μετεμφυλιακό πολιτικό τοπίο, ἰδίως τῆς διετίας 1965-1967, δέν ἐπέτρεπε τή συνετή ἄσκηση Ἐξωτερικῆς πολιτικῆς, καθώς ἡ ἐσωστρέφεια καί ἡ μικρόνοια κυριαρχοῦσαν στήν Ἑλληνική πολιτική σκηνή καί ὁδήγησαν νομοτελειακά στό πραξικόπημα τῆς 21ης Ἀπριλίου 1967. Ἡ ἔλλειψη δημοκρατικῆς νομιμοποίησης τοῦ καθεστῶτος καί ἡ κήρυξη στρατιωτικοῦ νόμου, ὁδήγησαν τή χώρα μας στή διεθνῆ ἀπομόνωση. Παρά ταῦτα ἡ ὀξυδερκής στρατηγική ἀντίληψη τοῦ Γεωργίου Παπαδόπουλου τόν βοήθησε νά ἀποφύγει μοιραία λάθη, σέ ἀντίθεση μέ τόν ἄνθρωπο πού τόν ἀνέτρεψε, τόν Δημήτριο Ἰωαννίδη, ὁ ὁποῖος ἄν καί ἱκανότατος στήν καταστολή, δέν διέθετε γεωπολιτική ἀντίληψη μέ συνέπεια ἐξ αἰτίας τῶν σοβούντων λαθῶν του, ἡ χώρα μας νά περιπέσει σέ διεθνῆ ἀνυποληψία, κάτι πού ἔπαιξε κρίσιμο ρόλο στήν ἐξέλιξη τῶν γεγονότων.
Τήν ἄνοιξη τοῦ 1973 ἡ Τουρκία ἐπέτεινε τίς προσπάθειές της στόν τομέα τῶν ἐναερίων μέσων. Προμήθεια μεταγωγικῶν ἀεροσκαφῶν C-130 καί C-160, μεταφορικῶν ἐλικοπτέρων AB–204 καί UH–1. Ταυτόχρονα παρατηρήθηκε μεταφορά καί ἐνίσχυση ἀερομεταφερόμενων καί ἀμφίβιων μονάδων στήν εὑρύτερη περιοχή τῶν Ἀδάνων καί τοῦ λιμανιοῦ τῆς Μερσίνης. Ἀκόμη καί μονάδες τῆς Τουρκικῆς Στρατοχωροφυλακῆς ἐντάχθηκαν στά ἀερομεταφερόμενα τμήματα. Κι ὅλα γίνονταν μπροστά στά μάτια μας. Οἱ Τοῦρκοι δέν προσπάθησαν καθόλου νά κρυφτοῦν! Ἴσα ἴσα ἤθελαν νά προειδοποιήσουν, ἄν ὄχι καί νά ἀπειλήσουν, προκειμένου νά σταματήσει ἡ ἀνόητα ἐπικίνδυνη μεθόδευση τῆς Ἑλληνικῆς πλευρᾶς.
Ποιά ἦταν ἡ ἀνόητα ἐπικίνδυνη μεθόδευση τῆς Ἑλληνικῆς πλευρᾶς; Ὅτι προσπαθοῦσε νά ἀσκήσει ἐθνική πολιτική στό Κυπριακό, χωρίς νά ἔχει ὁριοθετήσει στόχους καί κυρίως χωρίς συντονισμό μεταξύ Ἀθηνῶν καί Λευκωσίας, ἀλλά καί ἐπιτρέποντας τήν ἀνάμειξη προσωπικῶν φιλοδοξιῶν στήν ἐξέλιξη τῆς ἐθνικῆς προσπάθειας, χωρίς συνάμα νά διασφαλίζει τή συνέχεια τῆς Ἐξωτερικῆς μας πολιτικῆς παρά τίς ὅποιες πολιτικές μεταβολές. Μέ ἄλλα λόγια, ὁ ἐνθουσιασμός κι ἡ ἀποφασιστικότητα ὅπως εἶχαν ἐκδηλωθεῖ τήν 1η Ἀπριλίου 1955 ἦταν στοιχεῖα τοῦ παρελθόντος, ἐνῶ κι ὁ στίχος ἀπό τό τραγούδι τῆς Ε.Ο. Κ.Α. «μέ προσταγή τοῦ Διγενῆ κι εὐχή τοῦ Μακαρίου ἡ Κύπρος θά λευτερωθεῖ μέ θέλημα Κυρίου», φαινόταν πιά τόσο οὐτοπικός καί τόσο ἀναντίστοιχος μέ τήν πραγματικότητα!
Στίς σχέσεις Ἀθηνῶν-Λευκωσίας κυριαρχοῦσε, στή σκέψη τῆς Ἀθήνας τουλάχιστον, ἡ ἀντίληψη τοῦ κεντρικοῦ καταστήματος καί τοῦ ὑποκαταστήματος. Τό κεντρικό κατάστημα ἀποφασίζει καί τό ὑποκατάστημα ἀκολουθεῖ τήν πολιτική πού τοῦ ὑπαγορεύεται. Στά μάτια τοῦ Κυπριακοῦ Ἑλληνισμοῦ ἡ κατάσταση φαινόταν διαφορετική. Ἡ Ἀθήνα ἀναγνωριζόταν ὡς τό ἐθνικό κέντρο, ἀλλά τίς ἰδιαιτερότητες τῆς Νήσου τίς βίωναν οἱ κάτοικοί της, γι᾽ αὐτό καί ἔπρεπε νά ἔχουν λόγο στή διαμόρφωση τῆς ὅποιας συντονισμένης πολιτικῆς. Συνάμα ἡ κἀθε πλευρά εἶχε καί τίς δικές της δεύτερες σκέψεις, κάτι πού ἀναδείχθηκε ἤδη ἀπό τήν κομβικῆς σημασίας διαφωνία μεταξύ τοῦ τότε Ὑπουργοῦ Ἐξωτερικῶν Εὐάγγελου Ἀβέρωφ καί τοῦ τότε Διπλωμάτη μας, ὑπεύθυνου γιά τό Κυπριακό, Γεωργίου Σεφεριάδη, τοῦ γνωστοῦ νομπελίστα ποιητῆ μας Γ. Σεφέρη, κατά τά ὅσα προηγήθηκαν μέχρι νά καταλήξουμε στίς Συνθῆκες Ζυρίχης-Λονδίνου τό 1959. Ὁ Σεφέρης ἔχοντας ζήσει στήν Κύπρο καί γνωρίζοντας τόν Μακάριο, τόν ὁποῖον ἐκτιμοῦσε πολύ, εἶχε ὡς πρόταγμα τό συμφέρον τοῦ Κυπριακοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τήν ἐπίτευξη τῆς πλέον ἐφικτῆς λύσης, μιᾶς πού ἦταν φανερό πώς οἱ Βρεττανοί δέν ὑπῆρχε περίπτωση νά ἐπιτρέψουν Ἕνωση τῆς Κύπρου μέ τήν Ἑλλάδα. Ἀντίθετα, στή σκέψη τοῦ Εὐ. Ἀβέρωφ πρυτάνευε ἡ ὁμαλότητα στίς σχέσεις τῶν μελῶν τῆς ΝΑΤΟϊκῆς συμμαχίας καί ἡ ἀποφυγή ἀναφλέξεων ἤ προκλήσεων στή Νοτιοανατολική γωνιά τῆς Μεσογείου. Δηλαδή, τό ἐρώτημα ἦταν τί ἔρχεται πρῶτο, ἡ ἑνότητα τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἤ ἡ ἑνότητα τῆς ΝΑΤΟϊκῆς Συμμαχίας. Κι ἄν αὐτό ἦταν τό ἕνα δίπολο, τό ὁποῖο ὅσο λογικό κι ἄν φαινόταν, ἐγκυμονοῦσε σπέρματα διχασμοῦ στόν Ἑλληνισμό, ὑπῆρχε ἕνα ἄλλο δίπολο πολύ πιό τραγικό καί πολύ πιό ἀπειλητικό. Τό δίπολο τῆς ἄσκησης ἐξωτερικῆς πολιτικῆς μέ ἀναγνώριση τῶν ὑφισταμένων δυνατοτήτων στά πλαίσια τοῦ πάντοτε ἐξελισσόμενου διεθνοῦς διπλωματικοῦ περιβάλλοντος ἀπό τή μιά μεριά, καί ἀπό τήν ἄλλη τῆς ἐμμονῆς στήν ἐσωστρέφεια μέ στερεότυπα ἐν πολλοῖς φαντασιακά καί ἰδεολογικές ἀγκυλώσεις στό χῶρο τοῦ ἀνυπόστατου.
Συνεπής ἐκφραστής τῆς πρώτης στάσης ἦταν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος καί πρῶτος Πρόεδρος τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας. Οἱ ἀντίπαλοί του τοῦ καταγινώσκουν ἔλλειψη σταθερότητας καί τόν κατηγοροῦν γιά καιροσκοπισμό. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὁ Μακάριος πορευόταν μέ τέτοιο τρόπο ὥστε νά κερδίζει ὅ,τι μποροῦσε τή δεδομένη στιγμή, περιμένοντας τήν κατάλληλη εὐκαιρία γιά νά διεκδικήσει κι ἄλλα. Ὁ ἴδιος θεωροῦσε τήν ἀνεξαρτησία τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας ὡς σταθμό πρός τήν Ἕνωση, ὡς τό ἀναγκαῖο ἐνδιάμεσο βῆμα. Αὐτό τό ξεκαθάρισε μέ ὁμιλία του τόν Ἰανουάριο τοῦ 1968 , ὁπότε καί ἀντιδιέστειλε τό εὐκταῖο πρός τό ἐφικτό. Τόν στόχο τῆς Ἕνωσης ὁ Μακάριος δέν τόν ἐγκατέλειψε παρά μόνο ὅταν ὁ Ἀττίλας εἶχα πατήσει καλά στήν Κύπρο, μετά τό 1974, ὁπότε ὁ ὁποιοσδήποτε λόγος περί Ἕνωσης θά ὁδηγοῦσε πολύ ἁπλά σέ διπλή ἕνωση καί ὁριστική ἀπώλεια του κατεχόμενου τμήματος τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας ὑπέρ τῆς Τουρκίας. Χαρακτῆρας δυναμικός καί ἐκφραστής τῆς ἐποχῆς του, ὁ Μακάριος μπόρεσε νά κερδίσει πολλά γιά τήν ὑπόθεση τῆς Κύπρου. Τά στοιχεῖα τῆς πολιτικῆς του, ἦταν καί οἱ εἰς βάρος του «κατηγορίες». Δέν δέχθηκε τήν ἔνταξη τῆς Κύπρου στό ΝΑΤΟ, ἀντίθετα ἀναζητοῦσε προστασία στό Κίνημα τῶν Ἀδεσμεύτων. Δἐν δίσταζε νά προμηθευθεῖ ὁπλισμό ἀπό χῶρες τοῦ Συμφώνου τῆς Βαρσοβίας. Ὅταν τό 1964 ἦταν προφανής ἡ Τουρκική ἐπιθετικότητα πού ἀπειλοῦσε μέ εἰσβολή τἠν Κύπρο, ὁ Μακάριος ἀπηύθυνε ἔκκληση πρός τή Σοβιετική Ἕνωση γιά στρατιωτική παρέμβασή της ὑπέρ τῆς Κύπρου. Χαρακτηριστικό τό τελεσίγραφο τοῦ Νικίτα Χρουστσόφ τόν Αὔγουστο τοῦ 1964 πού φόβισε τήν Ἄγκυρα καί τήν ὑποχρέωσε νά ὑπαναχωρήσει. Δυστυχῶς ἡ ἀνατροπή Χρουστσόφ καί ἡ ἀνάληψη τῆς ἡγεσίας τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης ἀπό τόν Λεονίντ Μπρέζνιεφ σημασιοδότησε ἀλλαγή τῆς στάσης της. Ὁ Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν Ἀντρέι Γκρομύκο στίς 21 Ἰανουαρίου 1965 μίλησε ἀνοικτά ἐναντίον τῆς Ἕνωσης Ἑλλάδος-Κύπρου καί ὑπέρ μιᾶς δικοινοτικῆς ὁμοσπονδίας. Ὁ λόγος αὐτῆς τῆς μεταστροφῆς ἦταν πώς μέ τήν ἀποστολή Ἑλληνικῶν καί Τουρκικῶν στρατευμάτων στό νησί, ἡ ΝΑΤΟποίηση τῆς Κύπρου εἶχε συντελεστεῖ σέ βαθμό μή ἀναστρέψιμο. Παρά ταῦτα ὁ Μακάριος ἐπισκέφθηκε τή Μόσχα τό 1971 μέ θετικά ἀποτελέσματα. Ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας πάνω ἀπό ὅλα, ὁ Μακάριος προσπαθοῦσε γιά τήν καλλιέργεια ἄν ὄχι κλίματος ἑνότητας, τουλάχιστον κλίματος ἀνοχῆς στό νησί. Ἔτσι, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος πού κατά τήν ἐκλογή του διέγραψε ἀπό τούς ἐνοριακούς καταλόγους «ὁπαδούς δογμάτων ἀντιθέτων πρός τόν Χριστιανισμόν», ἀποκλείοντας ἔτσι ἀπό τίς Ἀρχιεπισκοπικές ἐκλογές καί τό Ἐθναρχικό Συμβούλιο τούς ὁπαδούς τοῦ Α.Κ.Ε.Λ., δέν δίστασε σέ ἄλλες φάσεις άκόμη καί νά συμμαχήσει μέ τό φιλοσοβιετικό κομμουνιστικό κόμμα τῆς Κύπρου, προκειμένου νά ἀποσοβηθοῦν ἐσωτερικές ἐντάσεις καί νά ἐπιτευχθοῦν ἐθνικοί στόχοι. Στίς 8 Μαρτίου 1970 γλύτωσε ὡς ἐκ θαύματος τήν ἐναντίον του δολοφονική ἀπόπειρα δηλώνοντας ἀμέσως μετά: «Αἰσθάνομαι ὀδύνην βαθυτάτην διότι εὑρέθησαν Ἕλληνες Κύπριοι, ἐνεργοῦντες αὐτοβούλως ἢ ὡς ὄργανα ἄλλων, οἱ ὁποῖοι […] ἔρριψαν ἐναντίον μου σφαίρας δολοφονικάς. Θὰ συνεχίσω τὸ ἔργον μου μὲ γνώμονα καὶ ὁδηγὸν τὸ χρέος πρὸς τὸν μάρτυρα Κυπριακὸν λαόν, ἀνταποδίδοντας ὁλοκληρωτικῶς καὶ παντοιοτρόπως τὴν ὑπὸ τοῦ λαοῦ πρὸς ἐμὲ ἐκφρασθεῖσαν μέχρι τοῦδε ἐμπιστοσύνην, μηδέποτε ὀρρωδῶν καὶ μηδέποτε λιποψυχῶν. Ὑπὲρ τοῦ λαοῦ ἐμαυτὸν τίθημι καὶ εἰς τὴν δημιουργίαν καλυτέρου δι’ αὐτὸν μέλλοντος θὰ ἀναλώσω τὴν ζωήν μου […]». Στίς 8 Μαρτίου τοῦ 1973 τρεῖς Μητροπολίτες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, ὁ Κιτίου Ἄνθιμος, ὁ Κυρηνείας Κυπριανός καί ὁ Πάφου Γεννάδιος, προκάλεσαν τόν Ἀρχιεπίσκοπο Μακάριο νά παραιτηθεῖ ἀπό Πρόεδρος τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας ἀπειλῶντας τον σέ διαφορετική περίπτωση μέ καθαίρεση. Οἱ φιλομακαριακοί διέγνωσαν πίσω ἀπό τήν κίνηση αὐτή ἐπέμβαση τῶν Ἀθηνῶν στά ἐσωτερικά τῆς Κύπρου καί τῆς Ἐκκλησίας της. Ἀντιδρῶντας ὁ Μακάριος συγκάλεσε Μείζονα καί Ὑπερτελῆ Σύνοδο, μέ ἐκπροσώπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία ἐξέφρασε τήν ἐμπιστοσύνη τῆς Οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας στόν Μακάριο καί κήρυξε ἔκπτωτους τούς τρεῖς Μητροπολίτες στίς 14 Ἰουλίου τοῦ 1973. Πρέπει νά σημειωθεῖ ὅτι στό ἐκκλησιαστικό αὐτό πραξικόπημα πού προηγήθηκε τοῦ στρατιωτικοῦ, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τήρησε τή σταθερή γραμμή της ὑπέρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου, ἐνῶ στή Μείζονα καί Ὑπερτελῆ Σύνοδο ἐκπροσωπήθηκε ἀπό τόν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος Ἱερώνυμο, Καθηγητή τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου στή Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος μέ τίς γνώσεις του, τήν ἀνάπτυξη τοῦ ζητήματος τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Οἰκονομίας, ἀλλά καί ἐπικαλούμενος τό παράδειγμα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος Δαμασκηνοῦ, ὁ ὁποῖος σέ κρίσιμες γιά τόν Ἑλληνισμό ὧρες δέχθηκε νά ἀναλάβει καθήκοντα Ἀντιβασιλέως, ἔταμε τό ἐκκλησιαστικό πρόβλημα ὑπέρ τοῦ Μακαρίου. Τελικά στίς 15 Ἰουλίου 1974, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Μακάριος γίνεται στοχος πραξικοπήματος μέ ἔντονο τόν κίνδυνο ζωῆς γιά τόν ἴδιο, ἀναγκάζεται νά ἀποκρυνθεῖ ἀπό τήν Κύπρο, μέ ἐπακόλουθο τά τραγικά γεγονότα τοῦ ΑΤΤΙΛΑ Ι καί ΙΙ. Τελικά ὁ «παπᾶς», ὅπως τόν ἀποκαλοῦσαν περιφρονητικά οἱ ἀντίπαλοί του, ἦταν τό μόνο ἐμπόδιο στήν τουρκική εἰσβολή, γι᾽ αὐτό καί μόλις ἀπομακρύνθηκε ἔστω καί προσωρινά, συνέβη τό ἀνεπανόρθωτο. Σέ κάθε περίπτωση πρέπει νά παραδεχθοῦμε τή μεγάλη δημοφιλία του σέ Ἑλλάδα καί Κύπρο, καθώς ἐπίσης καί τό ὅτι ἡ συντριπτική πλειοψηφία τῶν Ἑλληνοκυπρίων ἦταν στό πλευρό του, ὑποστηρίζοντάς τον σέ κάθε ἐκλογική ἀναμέτρηση μέ πρωτοφανῆ ποσοστά, ἀναδεικνύοντάς τον γιά μεγάλο χρονικό διάστημα τόν μόνον ἐκλεγμένο νόμιμα καί δημοκρατικά ἡγέτη στόν Ἑλληνισμό.
Ἐνδιάμεσοι ἐκφραστές μεταξύ τῶν δύο ἄκρων πού προαναφέρθηκαν, δηλαδή τῆς ἄσκησης ἐξωτερικῆς πολιτικῆς μέ ἀναγνώριση τῶν ὑφισταμένων δυνατοτήτων στά πλαίσια τοῦ πάντοτε ἐξελισσόμενου διεθνοῦς διπλωματικοῦ περιβάλλοντος άπό τή μιά μεριά, καί ἀπό τήν ἄλλη τῆς ἐμμονῆς στήν ἐσωστρέφεια μέ στερεότυπα ἐν πολλοῖς φαντασιακά καί ἰδεολογικές ἀγκυλώσεις στό χῶρο τοῦ ἀνυπόστατου, θά μποροῦσαν νά θεωρηθοῦν ὁ Γεώργιος Παπανδρέου και ὁ Γεώργιος Παπαδόπουλος. Ὅσο κι ἄν κάποιους μεγαλύτερους τούς τρομάζει, ἴσως καί τούς ὁδηγεῖ στήν ἀγανάκτηση, ἡ παράθεση τῶν δύο αὐτῶν προσώπων πλάι πλάι, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι μέ τήν ψυχρή καί ἄνευ συναισθηματισμῶν ματιά τοῦ ἀποστασιοποιημένου χρονικά ἱστορικοῦ παρατηρητῆ νά ἀναγνωρίσουμε ὅτι μέ ὅμοιο τρόπο κινήθηκαν, ὁ καθένας στά χρόνια τῆς εὐθύνης του. Και οἱ δύο ἐπιχείρησαν νά καταγάγουν κάποια περιφανῆ ἐπιτυχία στήν ἐξωτερική τους πολιτική, ὡς μορφή ἀντιμετώπισης τῆς ἐσωτερικῆς ἀμφισβήτησής τους. Μέ ἄλλα λόγια ἡ ἀνάμειξή τους στό Κυπριακό εἶχε ὡς στόχο καί τήν προσπάθεια ἐπίλυσης του, ἀλλά καί τήν προσπάθεια ἑδραίωσής τους στή θέση πού κατεῖχαν, ὥστε νά ἀναδειχθοῦν ἀδιαφιλονίκητοι ἡγέτες. Καί οἱ δύο ἀποπειράθηκαν ἐπέμβαση στά ἐσωτερικά τῆς Κύπρου. Ὁ Μακάριος ἀναγκάστηκε νά ἀπελάσει τόν Νίκο Δεληπέτρο, στενό συνεργάτη τοῦ Γ. Παπανδρέου καί ἀκόλουθο Τύπου τῆς πρεσβείας, ἐπειδή ἐνίσχυε χρηματικά τίς ἀντιμακαριακές ἐφημερίδες καί ὀργάνωνε ἐκστρατεία ἐναντίον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καί τῆς Κυβέρνησής του. Ὁ Μακάριος ἀναγκάστηκε νά ἀποκρούει διαρκῶς τά αἰτήματα τοῦ Γ. Παπαδόπουλου γιά ἀλλαγή συγκεκριμένων Ὑπουργῶν του καί διορισμό ἄλλων, φίλᾳ προσκείμενων στό καθεστώς τῆς Ἀθήνας. Τόσο ὁ Γ. Παπανδρέου, ὅσο καί ὁ Γ. Παπαδόπουλος εἶχαν ἀποπειραθεῖ λύση τοῦ Κυπριακοῦ ἐρήμην τῶν Κυπρίων. Ὁ Γεώργιος Παπανδρέου μετά τή διαπιστωμένη ἀποτυχία ἀποδοχῆς τοῦ Σχεδίου Ἄτσεσον ἀπό τήν Κυπριακή πλευρά, ἐνθαρρυμένος ἀπό τούς Ἀμερικανούς ἀποπειράθηκε τόν Αὔγουστο τοῦ 1964 τήν πραξικοπηματική ἐφαρμογή του. Ὁ Γεώργιος Παπαδόπουλος, σέ πλήρη ἄγνοια τοῦ Μακαρίου, συναντήθηκε μέ τόν Πρωθυπουργό τῆς Τουρκίας Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ στίς 9 Σεπτεμβρίου 1967, στή Γέφυρα τῶν Κήπων στά ἑλληνοτουρκικά σύνορα προκειμένου νά λυθεῖ τό Κυπριακό μέ ἀπευθείας διαπραγματεύσεις Ἀθηνῶν-Ἄγκυρας. Κοινό πρόβλημα καί γιά τούς δύο ὑπῆρξε ὁ Στρατηγός Γεώργιος Γρίβας-Διγενῆς, ἐπικεφαλῆς τοῦ ἔνοπλου ἀγῶνα τῶν Κυπρίων κατά τῶν Ἄγγλων, Ἀρχηγός κατά περιόδους τῆς Ἐθνικῆς Φρουρᾶς Κύπρου καί ἴσως, ὁ ἱκανότερος Ἕλληνας στρατιωτικός στή διεξαγωγή ἀνταρτοπολέμου. Δυστυχῶς, δικαίωσε τά ἱστορικά παραδείγματα χαρισματικῶν στρατιωτικῶν, τῶν ὁποίων ἡ παράκαιρη ἀνάμειξη στήν πολιτική, χωρίς νά ἔχουν τά ἀπαιτούμενα προσόντα, τούς κατέστρεψε καί δημιούργησε καταστροφές. Ὁ Γεώργιος Παπανδρέου τό 1964 κλήθηκε νά ἀντιμετωπίσει τήν κρίση τῆς Μανσούρας πού προκάλεσε ὁ Γρίβας καί εἶχε ὡς συνέπεια βομβαρδισμούς ἀπό τήν Τουρκική ἀεροπορία στόχων στήν ἀνεξάρτητη Κυπριακή Δημοκρατία. Ὁ Γεώργιος Παπαδόπουλος κλήθηκε τό 1967 νά διαχειριστεῖ τά γεγονότα τῆς Κοφίνου πού ὀργάνωσε καί διηύθυνε ὁ Γρίβας, σέ συνεννόηση μέ κύκλους τῶν Ἀθηνῶν, τά ὁποῖα ξεσήκωσαν διεθνῆ κατακραυγή ἐναντίον τῆς Ἀθήνας καί ὑπέρ τῶν Τουρκοκυπρίων. Ὁ Γεώργιος Παπανδρέου ἔφερε τήν Ἑλληνική Μεραρχία στήν Κύπρο, ἔχοντας κατά νοῦν ὄχι μόνον νά θωρακίσει τό νησί, ἀλλά καί νά ἀποστείλει ἐκτός Ἑλλάδας ἀξιωματικούς πού πιθανόν νά τοῦ μεθόδευαν συνταγματική ἀνωμαλία. Ὁ Γεώργιος Παπαδόπουλος ἀπέσυρε τήν Ἑλληνική Μεραρχία ἀπό τό νησί, προκειμένου νά ἐκλείψουν ἐξ αἰτίας τῆς παρουσίας της, προσχηματικές ἀφορμές γιά Τουρκική εἰσβολή στό νησί ἤδη ἀπό τό 1967, ἔχοντας συνάμα στό μυαλό του νά ἀποφύγει τήν παρουσία Ἑλληνικῆς στρατιωτικῆς δύναμης σέ ἔδαφος πού δἐν ἐλεγχόταν ἀπό τό καθεστώς τῆς 21ης Ἀπριλίου, μέ ἄμεσο τόν κίνδυνο νά μεταβεῖ ἐκεῖ ὁ ἐξόριστος Βασιλεύς Κωνσταντῖνος, νά θέσει τήν Ἑλληνική στρατιωτική δύναμη ὑπό τόν ἔλεγχό του, νά ἀποκτήσει διεθνῆ νομιμοποίηση καί νά δράσει ἀνατρεπτικά γιά τό καθεστώς τῶν Ἀθηνῶν. Οἱ δεύτερες σκέψεις στήν Ἐξωτερική πολιτική, καθώς και οἱ ὑποκρυπτόμενοι στόχοι, πάντα δημιουργοῦν ἀδυναμίες καί ρωγμές στήν ἐθνική προσπάθεια.
Ἐκεῖνος ὅμως, πού κατ᾽ ἐξοχήν ὑπῆρξε ἐκφραστής τῆς ἐμμονῆς στήν ἐσωστρέφεια μέ στερεότυπα ἐν πολλοῖς φαντασιακά καί ἰδεολογικές ἀγκυλώσεις στό χῶρο τοῦ ἀνυπόστατου, ὑπῆρξε ὁ Δημήτριος Ἰωαννίδης, ἤ ἀλλοιῶς ὁ ἀόρατος δικτάτωρ. Κυρίαρχη πεποίθησή του ἦταν ὅτι ἔδινε ἀγῶνα νά σωθεῖ ἡ χώρα ἀπό τόν κομμουνιστικό κίνδυνο, ἐκφραστής τοῦ ὁποίου ἦταν ὁ «κόκκινος παπᾶς» πού διοικοῦσε τήν «Κούβα τῆς Μεσογείου». Τά πιστεύματα αυτά τοῦ εἶχαν δημιουργήσει μιά ἰδιότυπη ψυχοσύνθεση καί νοοτροπία, κατά τήν ὁποία οἱ Τοῦρκοι μπορεῖ νά ἦταν καί σύμμαχοι, ἤ τουλάχιστον χρήσιμοι στόν ἀγῶνα κατά τοῦ Μακαρίου! Ἔτσι, ὅταν ἀνέτρεψε τόν Γ. Παπαδόπουλο καί ἀνέλαβε τήν ἐξουσία, ἄρχισε τή μεθόδευση τῆς ἀνατροπῆς τοῦ Μακαρίου, πιστεύοντας ὅτι μέ τόν τρόπον αὐτό θά ὑπηρετοῦσε καί τήν Ἕνωση! Εἶχε δέ τήν πλήρη βεβαιότητα πώς ὅ,τι κι ἄν ἔκανε, οἱ Τοῦρκοι δέν θά ἀντιδροῦσαν καί δέν θά τό ἐκμεταλλεύονταν κατά τά σχέδιά τους.
Εἶναι γεγονός ὅτι οἱ Τοῦρκοι σχεδίαζαν ἀπό παλιά τήν ἔνοπλη ἔπέμβαση στό νησί. Γιά νά γίνει ὅμως, αὐτό χρειάζονταν μιά ἀφορμή ἀπό ἑλληνικῆς πλευρᾶς. Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή ἡ ἑλληνική πλευρά διατηροῦσε τό πλεονέκτημα τῆς πρωτοβουλίας τῶν κινήσεων. Ὁ Δημήτριος Ἰωαννίδης δέν εἶχε τήν πίεση ἄλλων, καθώς ὁ θάνατος τοῦ Γρίβα καί ἡ διαμάχη γιά τήν ἡγεσία τῆς ΕΟΚΑ-Β´ ἐπέφερε ἔστω προσωρινή διακοπή τῶν τρομοκρατικῶν ἐπιχειρήσεων. Ἐπιπλέον ἡ Ἑλλάδα βρισκόταν ἕνα βῆμα πρίν τήν Τουρκία στόν ἐξοπλισμό τοῦ στρατοῦ της μέ σύγχρονα ὅπλα, τά ὁποῖα ἦταν ζήτημα ἑβδομάδων νά ἐνταχθοῦν λειτουργικά στίς μονάδες. Βεβαίως, ἡ ἐπανάληψη ἐπιθέσεων ἐκ μέρους τῆς ΕΟΚΑ-Β´ τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1974 περιόρισε λίγο τήν εὐχέρεια ἐπιλογῶν τῆς Ἀθήνας. Ὅμως, δέν ὑποχρέωνε σέ ἄμεση ἀνάληψη δράσης. Ἐπιπλέον, ὅσο διατηροῦνταν οἱ ὑφιστάμενες ἔστω καί δύσκολες σχέσεις Ἀθηνῶν-Λευκωσίας, οἱ θαλάσσιες δίοδοι καί οἱ ἐναέριοι διάδρομοι ἦταν ἀνοικτοί γιά τήν Ἑλληνική πλευρά πού μποροῦσε ἔτσι νά βελτιώσει τίς θέσεις της στήν Κύπρο πρίν ἐπιχειρήσει ὁ,τιδήποτε. Στό πεδίο τῆς ἀναμέτρησης, ὁ συσχετισμός δυνάμεων ἦταν ἐξαιρετικά θετικός ὑπερ τῆς Ἑλληνικῆς πλευρᾶς. Οἱ Ἕλληνες διέθεταν ἰσχυρή δύναμη πυρός λόγω σημαντικοῦ ἀριθμοῦ ἀρμάτων μάχης, ἔστω καί κάπως παλαιῶν, τεθωρακισμένων ὀχημάτων καί πυροβολικοῦ. Οἱ Τοῦρκοι ἐπί τῆς νήσου δέν διέθεταν τίποτε παρόμοιο. Ἔπρεπε ὅλα νά τά μεταφέρουν ἀπό τήν ἀπέναντι ἀκτή. Ἡ Ἑλληνική πλευρά ὑπερτεροῦσε και στή χωροταξία. Οἱ Τουρκοκυπριακοί θύλακες, πού κάλυπταν τό 3% τοῦ νησιοῦ, ἦταν ἀπομονωμένοι καί ἀποκομμένοι μεταξύ τους. Δύο μόνον εἶχαν πρόσβαση στή θάλασσα, χωρίς ὅμως προκυμαία ἤ ἄλλες λιμενικές ἐγκαταστάσεις. Ἐάν ἡ Τουρκία ἤθελε νά ἐπέμβει στό νησί χρειαζόταν μιά ἀκτή γιά νά ἐγκαταστήσει προγεφύρωμα. Ἡ μόνη κατάλληλη ἦταν ἡ βόρεια ἀκτή τῆς Κύπρου, στήν ὁποία ὅμως δεσπόζει ὁ Πενταδάκτυλος, βουνό μέ φυσικές θέσεις ἅμυνας καί λίγες διαβάσεις πρός νότο. Ὅλα αὐτά ὑπεδείκνυαν ὡς μόνη κατάλληλη ἀκτή γιά ἀπόβαση τό Πέντεμίλι στήν Κυρήνεια. Μάλιστα ἡ ἀκτή αὐτή συνδεόταν μέ τόν ὁδικό ἄξονα Κυρήνειας-Λευκωσίας τόν ὁποῖον ὑποχρεωτικά θά χρησιμοποιοῦσαν οἱ δυνάμεις εἰσβολῆς καί ὁ ὁποῖος ἦταν ἐκτεθειμένος σέ πυρά πυροβολικοῦ. Ἀκόμη καί τό σχέδιο εἰσβολῆς ἦταν ἀπόλυτα προβλέψιμο. Ἐνίσχυση ἀπό τόν ἀέρα τοῦ σημαντικότερου Τουρκοκυπριακοῦ θύλακα, αὐτοῦ τῆς Λευκωσίας, ὥστε νά ἀντέξει τή συντονισμένη πίεση πού θά τοῦ ἀσκοῦσαν οἱ δυναμεις τῆς Ἐθνικῆς Φρουρᾶς καί τῆς ΕΛΔΥΚ, δημιουργία προγεφυρώματος μέ ἀποβατική ἐνέργεια στήν Κυρήνεια καί ἐν συνέχειᾳ προώθηση τῶν δυνάμεων πρός τή Λευκωσία ὥστε νά ἐνοποιηθοῦν τό προγεφύρωμα καί ὁ θύλακας. Τό πῶς καταφέραμε καί χάσαμε αὐτόν τόν πόλεμο εἶναι ἀπορίας ἄξιο. Διδάσκεται σέ πολλές στρατιωτικές σχολές ἡ ἑλληνική ἀποτυχία στήν Κύπρο, ὡς κάτι τό παράδοξο. Μόνο ἐμεῖς δέν τολμᾶμε νά ἀκουμπήσουμε τό ζήτημα, ἀκριβῶς ἐπειδή μᾶς ἐνοχλεῖ, ἀλλά καί ἐνδεχομένως γιά νά μή θιγοῦν συγκεκριμένα πρόσωπα.
Ἡ παντελής ἀπουσία πολιτικῆς ἀντίληψης, ἀλλά καί στρατηγικῆς διορατικότητας τοῦ Δ. Ἰωαννίδη ἀναδείχθηκαν στά τραγικά γεγονότα τοῦ Ἰουλίου τοῦ 1974. Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ ἀόρατος δικτάτορας δέν εἶχε ἀναλάβει ποτέ καμία προβεβλημένη θέση ἐξουσίας ἀρκούμενος νά διοικεῖ ἀπό τά παρασκήνια. Αὐτό δημιουργοῦσε ἀβεβαιότητα στή διοίκηση και τή διπλωματία, καθώς πολλοί δέν ἤξεραν ἄν συνομιλοῦσαν μέ τό ἁρμόδιο πρόσωπο, κάτι πού πληρώσαμε μετά τόν ΑΤΤΙΛΑ Ι, ὅταν οἱ πάντες εἶχαν ἐγκαταλείψει τίς θέσεις τους καί οἱ διεθνεῖς ὀργανισμοί δέν ἔβρισκαν συνομιλητή, άκόμη καί γιά τό ζήτημα τῆς ἐκεχειρίας. Ὁ Δ. Ἰωαννίδης εἶχε τήν εὐχέρεια τῆς ἐπιλογῆς τῆς χρονικῆς στιγμῆς πού θά ἐκδηλωνόταν τό σχεδιαζόμενο πραξικόπημα στήν Κύπρο. Θεωρητικά θά ἔπρεπε νά τό εἶχε σχεδιάσει γιά τό φθινόπωρο ἤ τό χειμῶνα, ὁπότε ὁ δυσκίνητος ἀποβατικός στόλος τῶν Τούρκων θά εἶχε πρόσθετες δυσκολίες ἀπό τά καιρικά φαινόμενα. Ὅμως, ὁ κυκλοθυμικός δικτάτορας ἀπαιτοῦσε τό κεφάλι τοῦ Μακαρίου τό συντομότερο δυνατό. Σέ αὐτό συνέτειναν δύο περιστατικά. Τό πρῶτο ἦταν ἡ συνάντηση τοῦ Ἀνδρέα Ἀζίνα, γραμματέα τοῦ Μακαρίου, μέ τόν συνταγματάρχη Ρουφογάλη, ὑποδιοικητή τῆς Κ.Υ.Π. καί ἔμπιστο τοῦ Ἰωαννίδη. Τά ὅσα μετέφερε ὡς πραγματικά γεγονότα καί παράπονα ὁ Ἀζίνας ἐξόργισαν τόσο τόν Ρουφογάλη ὥστε τόν ἔπιασε ἀπό τόν λαιμό. Ἡ κατάσταση ἐκτονώθηκε χάρη στήν παρέμβαση ψυχραιμοτέρων, τό περιστατικό ὅμως, αὐτό τελικά ἔπεισε τόν Μακάριο νά μή βραδύνει ἄλλο καί νά στείλει τήν περίφημη ἐπιστολή τῆς 2ας Ἰουλίου 1974, μέ τήν ὁποία ζητοῦσε ἀνοικτά τήν ἀπομάκρυνση Ἑλλήνων ἀξιωματικῶν ἀπό τήν Κύπρο καί κατήγγειλε ἐνέργειές τους σέ βάρος τῆς νομιμότητας στό νησί μέ ἄμεσο κίνδυνο τή δημιουργία ἐμφυλιοπολεμικῶν συνθηκῶν. Ἤδη ἡ ἐξτρεμιστική δράση τῆς ΕΟΚΑ-Β´ εἶχε ἀναθερμανθεῖ. Μέ ἐντολές ἀπό τήν Ἀθήνα παραδόθηκε στήν οὐσιαστικά τρομοκρατική ὀργάνωση ὁ φυλασσσόμενος ὁπλισμός τῶν στρατοπέδων Τρικώμου καί Ἀθαλάσσας. Ὁ κουμπάρος τοῦ Δ. Ἰωαννίδη, Συνταγματάρχης Παῦλος Παπαδάκης ἀπειλοῦσε νά κάψει τή Λευκωσία καί κρατοῦσε ἐπιδεικτικά τά στρατόπεδα πού διέθεταν ἄρματα μάχης σέ μόνιμο συναγερμό! Ὁ Δ. Ἰωαννίδης χωρίς ἀντίληψη τῶν πολιτικῶν συσχετισμῶν ἰσχύος στά διεθνῆ καί χωρίς ἱκανότητες στρατηγικῆς, ἀποφάσισε τήν ἀκατονόμαστη πρωτοβουλία, τήν ἀφροσύνη τοῦ προδοτικοῦ πραξικοπήματος ἐναντίον τοῦ Μακαρίου στίς 15 Ἰουλίου 1974, τήν ἀποθέωση αὐτή τοῦ ἐθνολαϊκιστικοῦ τυχοδιωκτισμοῦ, πού ἔστρωσε τό κόκκινο χαλί στήν Τουρκική βαρβαρότητα. Τό πρῶτο ἀποτέλεσμα, ἀποσαθρώθηκε ἄμεσα στά διεθνῆ fora ἡ Ἑλληνική θέση γιά τό Κυπριακό. Τό δεύτερο, χάθηκε ἡ δημοκρατική νομιμότητα στό νησί, καθώς ὁ Μακάριος ὑποχρεώθηκε νά ἐγκαταλείψει τήν Κύπρο καί νά καταφύγει στό Λονδίνο. Ἀπό κεῖ μετέβη στή Νέα Ὑόρκη ὅπου τἠν 19η Ἰουλίου 1974 ἐκφώνησε τήν περίφημη ὁμιλία του ἐνώπιον τοῦ Συμβουλίου Ἀσφαλείας τοῦ Ο.Η.Ε.. Οἱ ἀντίπαλοί του, στό προσωπικό τους μένος ἐναντίον του κι ἀντί νά σιωποῦν ἀπό ντροπή γιά τά «κατορθώματά» τους, προσάπτουν στόν Μακάριο τήν κατηγορία ὅτι μέ τήν ὁμιλία του αὐτή κάλεσε τούς Τούρκους νά ἐπέμβουν στήν Κύπρο. Οὐδέν ἀναληθέστερο. Στέκονται στό ὅτι μέ τήν ὁμιλία του ὁ Μακάριος ἀνέδειξε τό ἐναντίον του πραξικόπημα ὡς ἔργο τῆς χούντας τῶν Ἀθηνῶν, κάτι πού τοῦ ἔδωσε τό δικαίωμα νά τό χαρακτηρίσει εἰσβολή, ἐνῶ καί τόνισε τίς συνέπειες τοῦ πραξικοπήματος γιά τούς Τουρκοκυπρίους, τούς ὁποίους ἐπίσης ἐκπροσωποῦσε ὡς ὁ νόμιμα ἐκλεγμένος ἡγέτης τῆς νήσου. Στό τέλος τοῦ λόγου του ὁ Μακάριος ζήτησε τήν παρέμβαση τοῦ Συμβουλίου Ἀσφαλείας γιά τήν ἀπομάκρυνση τῶν πραξικοπηματιῶν Ἀξιωματικῶν, δηλαδή τήν ἐνδεδειγμένη νόμιμη διαδικασία βάσει τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου. Τίποτε στήν ὁμιλία του δέν μπορεῖ νά στοιχειοθετήσει τήν ἐναντίον του κατηγορία γιά πρόσκληση τῶν Τούρκων νά εἰσβάλουν στήν Κύπρο. Στά κάτω-κάτω αὐτό ἦταν κάτι πού οἱ Τοῦρκοι ἀπό καιρό μεθόδευαν άπροκάλυπτα, μπροστά στά μάτια μας.
Τήν 20η Ἰουλίου 1974 ξεκίνησε ἡ κατά τήν Τουρκία «Kıbrıs Barış Harekâtı», δηλαδή ἡ «Ἐπιχείρηση εἰρήνευσης Κύπρου», οὐσιαστικά ὁ ΑΤΤΙΛΑΣ Ι. Τά ἀποβατικά πλοῖα τῶν Τούρκων εἶχαν ἀποκαλυφθεῖ ἀπό τά ἑλληνικά ραντάρ τουλάχιστον τέσσερις ὧρες πρίν τήν ἐκδήλωση τῆς εἰσβολῆς. Οὐδέποτε δόθηκε ἐντολή νά κτυπηθοῦν. Στίς ἐναγώνιες ἐκκλήσεις τῶν ὑπερασπιστῶν τῆς νήσου γιά ἅμυνα, ἡ ἀνόητη ἀπάντηση τῆς Ἀθήνας ἦταν ὅτι ἐπρόκειτο περί ἀσκήσεων πού σκοπό εἶχαν νά κάνουν ἐπίδειξη ἰσχύος καί νά ἐκφοβίσουν, ἐνῶ σταθερή ἦταν καί ἡ σύσταση γιά αὐτοσυγκράτηση. Ὅταν στίς 4:45´ π.μ. ἄρχισαν οἱ πρῶτοι βομβαρδισμοί, ἡ Ἀθήνα ἀπαντοῦσε τά ἴδια. Ὅταν μεταξύ 5:05´ καί 05:15´ π.μ. οἱ Τοῦρκοι βύθισαν δύο κυπριακές τορπιλακάτους πού διενεργοῦσαν ἀναγνωριστική αποστολή, ἡ Ἀθήνα ἐπέμενε στά ἴδια. Ὅταν στίς 5:15´ π.μ. ἐκδηλώθηκε ἀεραποβατική ἐνέργεια 2.500 ἀλεξιπτωτιστῶν στό θύλακα τῆς Λευκωσίας, ἡ Ἀθήνα ἀρνιόταν τά γεγονότα. Ὅταν μεταξύ 05:30´ καί 07:30´ π.μ. πραγματοποιήθηκε ἡ ἀνεμπόδιστη ἀποβίβαση τῶν Τούρκων στό Πέντεμίλι, ἡ Ἀθήνα σιωποῦσε, δεῖγμα τοῦ πανικοῦ καί τῆς ἀπόλυτης ἀνικανότητας τῶν τότε ὑπευθύνων. Μόλις στίς 08:40´ π.μ. δόθηκε ἡ πρώτη ἐντολή γιά ἅμυνα ἀπό τό ΓΕΕΘΑ, ἐνῶ μετά ἀπό λίγο κηρύχθηκε γενική ἐπιστράτευση στήν Ἑλλάδα. Ἡ ἐπιστράτευση ἀπέτυχε παταγωδῶς γιά λόγους πού δέν εἶναι τῆς παρούσης, καί ὁδήγησε στή διάλυση τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ πλήν κάποιων μονάδων καταδρομῶν. Στήν ἴδια τήν Κύπρο οἱ Τοῦρκοι προχωροῦσαν ἀνενόχλητοι μιᾶς πού ἡ Ἐθνική Φρουρά καί ἡ ΕΛΔΥΚ ἦταν ἀπασχολημένες στό κυνῆγι τῶν μακαριακῶν, ἐνῶ καί τά τεθωρακισμένα, ἀντί νά εἶναι στίς βάσεις ἐφόρμησης, φύλαγαν δημόσια κτίρια στή Λευκωσία. Μιά σπασμωδική ἑλληνική ἀντεπίθεση πού ἐκδηλώθηκε τή νύκτα τῆς 20ης πρός 21η Ἰουλίου δέν εἶχε ἀποτελέσματα, καθώς οἱ δυνάμεις ἦταν ἐλλιπεῖς, μέ ἐμφανῆ τήν ἀπουσία πυρῶν κάλυψης πυροβολικοῦ. Οἱ Τοῦρκοι ὑπέστησαν ἀνυπολόγιστες καταστροφές ἀπό φίλια πυρά, μέ κορυφαία τή βύθιση τοῦ ἀντιτορπιλικοῦ Κοτζάτεπε καί τήν πρόκληση ζημιῶν σέ δύο ἄλλα ἀπό τήν Τουρκική ἀεροπορία. Ἄν ὑπῆρχε ἔγκαιρη ἀντίδραση τῶν ὑπερασπιστῶν τῆς νήσου καί ἄν ἔστω μέρος τῶν δυνάμεών μας βρίσκονταν στίς προβλεπόμενες θέσεις, σήμερα δέν θά θρηνούσαμε…
Τήν 22α Ἰουλιου 1974, μετά ἀπό παρέμβαση τῶν ΗΠΑ, συμφωνήθηκε ἐκεχειρία. Ἐνδεικτικό τῶν συνθηκῶν διάλυσης πού ἐπικρατοῦσαν στήν Ἑλλάδα, ἦταν ὅτι οἱ πάντες εἶχαν ἐγκαταλείψει τίς θέσεις τους, ἐνῶ ὁ μονος πού βρέθηκε καί διαπραγματεύθηκε ἐκ μέρους τῆς Ἑλλάδας τήν ἐκεχειρία ἦταν ὁ ἀρχηγός τοῦ Ναυτικοῦ Πέτρος Ἀραπάκης. Ἡ ἐκεχειρία βρίσκει τούς Τούρκους νά κατέχουν μόλις τό 5% τοῦ κυπριακοῦ ἐδάφους. Οὐσιαστικά εἶχαν ἀποτύχει στούς στόχους τους. Παρά ταῦτα εἶχαν δημιουργήσει ἕνα ἰσχυρό προγεφύρωμα στήν καταληφθεῖσα πόλη τῆς Κηρύνειας καί τό εἶχαν ἑνώσει μέ τόν Τουρκοκυπριακό θύλακα τῆς Λευκωσίας. Παρά τήν ἐκεχειρία, ἀποπειρῶνται τήν ἐπέκταση τοῦ προγεφυρώματος καί ἀρχίζουν νά μεταφέρουν βαρέα τεθωρακισμένα καί ἰσχυρό ἐξοπλισμό ἐτοιμάζοντας ἐμφανῶς αὐτό πού ἔμεινε στήν ἱστορία ὡς ΑΤΤΙΛΑΣ ΙΙ. ΝΑΤΟϊκός ἐξοπλισμός σέ χρήση ἐκτός χώρου ἐνδιαφέροντος τοῦ ΝΑΤΟ καί μάλιστα ἐναντίον στρατιωτικῶν δυνάμεων ἄλλης χώρας μέλους τοῦ ΝΑΤΟ! Ἡ παραβίαση τῆς Συνθήκης τῆς Βορειοατλαντικῆς Συμμαχίας προφανής. Ἀλλά καί ἡ χρησιμότητα τῆς Τουρκίας ὡς συνορεύουσας μέ τή Σοβιετική Ἕνωση καί ἡ διεθνής ἀνυπολυψία τῆς Ἑλλάδας τόσο καταλυτικές, πού κανείς δέν ἔδωσε σημασία. Ἴσα ἴσα πού ἡ συνέχεια ἀπέδειξε πώς στή σκέψη πολλῶν πρυτάνευε τό νά μή συγκρουστοῦν δύο χῶρες μέλη τοῦ ΝΑΤΟ καί νά μή διασπαστεῖ ἡ Νοτιοανατολική πτέρυγα τῆς Συμμαχίας, παρά τό νά ἐπιτρέψουν στήν Ἑλλάδα αὐτήν τή φορά, νά τιμήσει τίς ὑποχρεώσεις της ἀπό τίς Συνθῆκες Ζυρίχης-Λονδίνου ὡς ἐγγυήτρια δύναμη τῆς Κυπριακῆς ἀνεξαρτησίας
Μετά τά τραγικά συμβάντα τῆς Κύπρου, ἡ δικτατορία στήν Ἑλλάδα καταρρέει καί μαζί μέ αὐτήν ὁ ἀχυράνθρωπός τους στήν Κύπρο Νικόλαος Σαμψών. Ὁ Κωνσταντῖνος Καραμανλῆς ἀναλαμβάνει τήν Πρωθυπουργία καί τό δύσκολο ἔργο τῆς μετάβασης στή δημοκρατική ὁμαλότητα. Ταυτόχρονα, στήν Κύπρο ἀναλαμβάνει προεδρεύων τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας ὁ τότε Πρόεδρος τῆς Κυπριακῆς Βουλῆς Γλαῦκος Κληρίδης. Ἀπό τό σημεῖο ἐκεῖνο καί μετά δέν ὑπάρχει κανείς λόγος, οὔτε πρόφαση παρουσίας τῶν Τούρκων στήν Κύπρο. Ἡ συνταγματική νομιμότητα εἶχε ἀποκατασταθεῖ, τό πραξικόπημα εἶχε ἐκλείψει, ἡ Διεθνής Κοινότητα εἶχε ἐκδώσει συγκεκριμένα ψηφίσματα, κι ὅμως, τά ὅσα ἀκολούθησαν ἦταν τά πολύ χειρότερα. Δέν προλαβαίνουμε νά ἀναφερθοῦμε μέ λεπτομέρειες, καθώς ἔχουμε ἤδη κουράσει, ἀλλά καί ἐξαντλήσει τίς αἰτίες τῆς καταστροφῆς μας. Σημειώνουμε ὅτι ἡ Κυβέρνηση Καραμανλῆ εἶχε κάθε λόγο νά εἶναι ἐπιφυλακτική, καθώς πολλές ἦταν οἱ δυνάμεις πού ἐπεδίωκαν τήν ἀνατροπή της. Ἡ ἐσωτερική ἀσφάλεια ἀποκαταστάθηκε οὐσιαστικά μόνο μετά τό «πραξικόπημα τῆς πιτζάμας», κατά τό ὁποῖο στίς 24 Φεβρουαρίου 1975 ἐξαρθρώθηκε μέ ἐνέργειες τοῦ τότε Ὑπουργοῦ Ἅμυνας Εὐ. Ἀβέρωφ ὁμάδα ἀξιωματικῶν φίλᾳ προσκείμενων στόν Δ. Ἰωαννίδη, οἱ ὁποῖοι ἐτοίμαζαν στρατιωτικό κίνημα γιά τό βράδυ τῆς ἴδιας ἡμέρας. Συνελήφθησαν τότε 37 ἀξιωματικοί, ἐνῶ ἀποστρατεύθηκαν ἄλλοι διακόσιοι. Ἦταν τό συντριπτικότερο κτύπημα ἐναντίον ὅσων ὑπονόμευαν τή μετάβαση στή δημοκρατική ὁμαλότητα. Ἀπό ἐκείνη τήν ἡμέρα καί μετά δέν ἀμφισβητήθηκε ξανά ὁ πολιτικός ἔλεγχος ἐπί τοῦ στρατεύματος. Ἡ ἀποκατάσταση της Δημοκρατίας στήν Ἑλλάδα ἀναλώμασι τῆς Κύπρου ὅπως ἔλεγε ὁ Μακάριος, καί ἡ ἐπακολουθήσασα ἐσωστρέφεια, δίνει κάθε δικαίωμα στούς Κυπρίους ἀδελφούς μας νά τραγουδοῦν:
Δέν εἶναι ἡ πρώτη σας φορά πού μᾶς πουλήσατε.
Τό ᾽χετε ξανακάνει, χρόνια πρίν σ΄ ἄλλους αἰῶνες,
ὅταν μᾶς ξεπουλούσατε στούς Πέρσες.
Κι ὅμως ζήσαμε, κι ἀντέξαμε σκλαβιές καί κοῦρσα,
τά φέραμε δεξιά μέ τήν ἀναβροχιά καί τήν ἀκρίδα.
Εἴμαστε Ἕλληνες. Δέν καρτεροῦμε τίποτα,
ἀπ΄ τήν Ἀθήνα τίποτα.
Τώρα μᾶς ρίξατε στούς Τούρκους, τό αἷμα πότισε τή γῆ
κι ἀλυσοδέσανε βαριά τόν Πενταδάκτυλο.
Εἴμαστε Ἕλληνες, τοῦ πικροῦ καιροῦ καί τῆς ἀπελπισίας.
Στήν καρδιά τοῦ πελάγου, στό σταυρό τοῦ ὀρίζοντα,
κραυγή κι οἰμωγή ἡ πατρίδα.
Ἀγρυπνοῦμε σ’ αὐτή τή γωνιά, στ’ ἄκρο πέλαγο
στή μικρή μας πατρίδα ἐπάνω.
Ἡ φωνή μας – αἰῶνες παλιοί πού δέν χάθηκαν.
Τ’ ὄνειρο μας – αἰῶνες πού θἄρθουν.
Ἀγρυπνοῦμε σ’ αὐτή τή γωνιά καί μαχόμαστε
Κι ἡ ἐλπίδα ἀκονιέται στήν Πίστη.
Πενῆντα χρόνια πέρασαν ἀπό τά δραματικά γεγονότα. Σταθήκαμε περισσότερο στίς αἰτίες κι ὄχι τόσο στά γεγονότα, ἀκριβῶς γιά νά καταδείξουμε τά γενεσιουργά αἴτια τῶν καταστροφῶν μας. Κάποιες ἀπό αὐτές ἔχουν ἐκλείψει, κάποιες ἄλλες ὄχι. Χρειάζεται ἐπαγρύπνηση καί προσήλωση στό στόχο, πού αὐτήν τή φορά εἶναι ἡ διασφάλιση τῆς ἀνεξαρτησίας καί ἀκεραιότητας τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας μέ ὅρους σεβασμοῦ τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου καί ἀποτρεπτικούς τῆς Τουρκικῆς ἐπιθετικότητας. Δέν εἴμαστε πιά στό 1974. Αὐτό ἄς τό καταλάβουν πρώτιστα ὅσοι ἐποφθαλμιοῦν τόν Ἑλληνισμό καί τά δίκαιά του. Βέβαια, πενῆντα χρόνια εἶναι πολλά! Ἡ ἀντοχή μας ὅμως, στά τετρακόσια χρόνια τῆς Ὀθωμανικῆς σκλαβιᾶς μέ πηγή τῆς δύναμής μας τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀποδεικνύει ὅτι δέν ἀλλοτριωνόμαστε εὔκολα κι ὅτι μποροῦμε πολλά! Δέν ἀρκοῦν πενῆντα χρόνια γιά νά κάμψουν τό φρόνημα, τήν ἐλπίδα, τή διεκδίκηση. Καί οἱ Ἕλληνες στή μακρόχρονη ἱστορία μας ἔχουμε ἀποδείξει ὅτι ἀντέχουμε νά περιμένουμε καί νά γυρίζουμε τόν καιρό μέχρι νά φέξει τό φῶς κείνης τῆς μέρας…
Καρτεροῦμεν μέραν νύχταν
Νά φυσήσει ἕνας ἀέρας
Σ᾽ τοῦν᾽ τόν τόπον πο ‘ν καμένος
Τζι’ έν θωρεῖ ποτέ δροσιάν
Γιά νά φέξει καρτεροῦμεν
Τό φῶς τζιείνης τῆς μέρας
Πο ‘ν νά φέρει στόν καθέναν
Τζιαί δροσιάν τζιαί ποσπασιάν.
Γρήγορα λευτεριά στήν Κύπρο! Ἀμήν.