Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός και η Αυτοσυνειδησία του Γένους

  • Δόγμα

Γράφει ο Μ. Βαρβούνης, Καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

Τα διδάγματα του «Αιώνα των Φώτων» έφτασαν στον υπό οθωμανική κυριαρχία Ελληνισμό σε μια εποχή έντονων οικονομικών αλλαγών και κοινωνικών και ιδεολογικών ζυμώσεων. Και συνδυάστηκαν αμέσως με το πάγιο αίτημα της απελευθέρωσης από την δουλεία, ο δρόμος προς την οποία συνδέθηκε με τον «φωτισμό» του Γένους, την εκπαίδευση, την εισαγωγή των θετικών επιστημών αλλά και την καλλιέργεια μιας νέας συνείδησης. Γι’ αυτό και το κίνημα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού έχει ήδη μελετηθεί συστηματικά από Έλληνες και ξένους ερευνητές, καθώς αποτελεί μια από τις βάσεις της διαμόρφωσης των προϋποθέσεων που οδήγησαν στην έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης, το 1821, και στη συνέχεια των απαρχών του αυτόνομου και ελεύθερου ελληνικού πολιτικού βίου.

Νομίζω ότι είναι απαραίτητο στο σημείο αυτό να διατυπωθούν ορισμένες σχετικές παρατηρήσεις, που ουσιαστικά θέτουν το πλαίσιο εντός του οποίου πρέπει να μελετηθεί το όλο ζήτημα. Αρχικά να σημειωθεί ότι η αυθύπαρκτη εθνική συνείδηση των υπόδουλων Ελλήνων προϋπήρχε του νεοελληνικού Διαφωτισμού, δεν ήταν αποτέλεσμα, αλλά προϋπόθεσή του. Μπορεί ο Διαφωτισμός να τόνισε περισσότερο την ιστορική συνέχεια και την σύνδεση με την κλασική αρχαιότητα, όμως ήδη από τα ύστερα βυζαντινά χρόνια σε κείμενα έχουμε την χρήση του όρου «Έλληνες» όχι με την έννοια των οπαδών της αρχαίας θρησκείας, των παγανιστών, αλλά ως εθνικό προσδιορισμό.

Από την άποψη αυτή, ο Διαφωτισμός ήρθε να επιβεβαιώσει και να ενισχύσει παλαιότερες απόψεις, και να στηρίξει έτσι το πάγιο αίτημα του Ελληνισμού για την απελευθέρωσή του, αίτημα που στη λαϊκή συνείδηση συνδυαζόταν πάντοτε με την συνέχεια της χριστιανικής αυτοκρατορίας της Ανατολής, της Ρωμανίας. Αυτή η αυτοκρατορική κληρονομιά, που αποτέλεσε καθημερινό βίωμα των υποδούλων μέσα κυρίως από τις εκκλησιαστικές τελετουργίες, οι οποίες βαθμιαία ενσωμάτωσαν πολλά εξωτερικά στοιχεία αλλά και πολύ από το ιδεολογικό φορτίο της αυτοκρατορικής μεγαλοπρέπειας της αυτοκρατορίας, συνδυάστηκε με τα διδάγματα του Διαφωτισμού, με την γνώση της αρχαιότητας και της κληρονομιάς της και με το αίτημα για φωτισμό του Γένους, και μάλιστα μέσω της «μετακένωσης» των επιστημονικών και πολιτισμικών κατακτήσεων της δυτικής παιδείας και πνευματικής ζωής, για την οποία συστηματικά μίλησε ο Αδαμάντιος Κοραής, και διαμόρφωσε εν πολλοίς το ιδεολογικό στίγμα των υποδούλων. Και αυτή ήταν η βάση επί της οποίας στηρίχθηκαν, σταδιακά από τα μέσα του 18ου αι. και μετά, οι ένοπλες διεκδικήσεις της ελευθερίας.

Η δεύτερη επισήμανση, αφορά την συμμετοχή των κληρικών στο κίνημα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Αν κανείς δει τους πρωτεργάτες του, αλλά και το σύνολο σχεδόν των λειτουργών του, θα διαπιστώσει ότι η συντριπτική πλειοψηφία τους ήταν κληρικοί της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στον χώρο της καθ’ ημάς Ανατολής, ο Διαφωτισμός δεν πήρε τον χαρακτήρα ενός αθεϊστικού ή αντικληρικιστικού κινήματος, αλλά συμπορεύθηκε με την Εκκλησία. Γι’ αυτό άλλωστε ενίοτε μιλάμε για «Εκκλησιαστικό Διαφωτισμό», με επιφανείς και δραστήριους μάλιστα εκπροσώπους, που εργάστηκαν συστηματικά και αποτελεσματικά για τον φωτισμό του Γένους και την προετοιμασία του για την Επανάσταση του 1821.

Διαβάζοντας τα κείμενα των εκπροσώπων του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, διαπιστώνουμε ότι σε μεγάλο βαθμό αυτά εδράζονται στην πατερική σκέψη, στα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας, με τα οποία είχαν ανατραφεί, και τα οποία είχαν αποτελέσει την βάση και της δικής τους παιδείας. Και είναι εντός του εκκλησιαστικού χώρου και εντός αυτού του ιδεολογικού περιβάλλοντος, που διαμορφώνεται η έννοια της ελευθερίας και της διεκδίκησής της, με πρότυπο την ελευθερία που η Εκκλησία διακηρύσσει και επιδιώκει, ελευθερία πρωτίστως εσωτερική και πνευματική, της οποίας όμως η αίγλη είχε σαφείς και ορατούς αντικατοπτρισμούς και στην επιδιωκόμενη πολιτική και εθνική ελευθερία.

Συνεπώς, παρά τις εξαιρέσεις κληρικών που αντιτέθηκαν στον Διαφωτισμό και στα διδάγματά του κυρίως με την μορφή και την υπόσταση του «άθεου» δυτικού και γαλλικού Διαφωτισμού, αν κανείς δει τα πράγματα στην ουσία τους, θα διαπιστώσει ότι κάθε άλλο παρά ανταγωνιστικές ήταν οι σχέσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας με το Νεοελληνικό Διαφωτισμό. Οπωσδήποτε υπήρξαν κατά περιπτώσεις τοπικοί ανταγωνισμοί μεταξύ Εκκλησίας και ορισμένων εκπροσώπων του κινήματος, κυρίως για το ζήτημα του ελέγχου της παρεχόμενης στα παιδιά εκπαίδευσης, καθώς και εκκλησιαστικοί ηγέτες υπέρ το δέον συντηρητικοί και δύσπιστοι απέναντι στα νέα προτάγματα του «Αιώνα των Φώτων», αυτές όμως μπορεί να ερμηνευθούν ως οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα, την παραγωγική συνεργασία δηλαδή Νεοελληνικού Διαφωτισμού και εκκλησιαστικού χώρου, με κοινό σκοπό: την δημιουργία των προϋποθέσεων για την διεκδίκηση και απόκτηση της ελευθερίας από την οθωμανική κυριαρχία.

TOP NEWS