Η ατίμητη πνευματική προσφορά του Ορέστη Λουρίδη
στο χώρο της Ορθόδοξης Λατρείας
Ο Καθηγητής Λουρίδης ήταν ο Κτήτωρ και δωρητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών του Τρισυπόστατου Ιερού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, Ιωάννου του Θεολόγου και του Αγίου θαυματουργού Ιερομάρτυρος Αντίπα, Επισκόπου Περγάμου και προστάτου των Ελλήνων Ορθοδόξων Οδοντιάτρων. Στην δεκαετία του 1980 προστέθηκε και ο Άγιος Ορέστης († 304).
Ο Ναός ανεγέρθηκε με δαπάνες του Καθηγητού Λουρίδη στον περίβολο της Οδοντιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Γουδί. Το συνολικό ποσό για την “εκ βάθρων” κατασκευή του, καθολική λαμπρή εικονογράφηση και ψηφιδογράφηση, ως και για τον εξοπλισμό του Ιερού Ναού έφθασε το 1974 τα επτά εκατομμύρια οκτακόσιες χιλιάδες δραχμές. Μία, προς παραδειγματισμό, προσφορά που ξεπερνάει τα μέτρα ενός απλού ευεργέτη.
Η παραδειγματική αυτή ενέργεια, όπως και η αφοσίωση του Ο.Λ. στα Ελληνορθόδοξα ιδεώδη και στην αγάπη του προς τη Μητέρα Εκκλησία, ώθησε τον Οικουμενικό Πατριάρχη με την “περί Αυτόν” Ιερά Σύνοδο να του απονείμει το Οφφίκιο του “Μεγάλου Άρχοντος Ρεφερενδαρίου της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας” – Ο τίτλος αυτός ανήκε στο Βυζάντιο στον άνδρα που μεσολαβούσε μεταξύ του Αυτοκράτορα και του Πατριάρχη του Βυζαντίου. Ο Ιερός Ναός του Αγίου Αντίπα εγκαινιάσθηκε στις 25 Μαΐου του 1975.
Τον Ιούλιο του 1975 λειτούργησε στο Ναό ο νεώτατος τότε ιερέας Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, ο οποίος είχε επιστρέψει από τη Δυτική Γερμανία, μετά την ολοκλήρωση των Μεταπτυχιακών Σπουδών του.
Από τότε ο μετέπειτα Πρωτοπρεσβύτερος και Καθηγητής Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αείμνηστος Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, δέχθηκε να διακονεί, ως εφημέριος στον Άγιο Αντίπα, δεδομένου ότι και η Πανεπιστημιακή και η Ιερατική διακονία του θα αναπτύσσονταν σε Πανεπιστημιακό χώρο.
Ο Άγιος Αντίπας (βραχύτερη μορφή του Αντίπατρος), ελληνικής καταγωγής, έζησε τον 1ο αι. μ.Χ. στην Πέργαμο, σπουδαίο ελληνικό κέντρο, και χειροτονήθηκε Επίσκοπος των χριστιανών της πόλεως περί το 70 μ.Χ., πιθανότατα από τον ευαγγελιστή Ιωάννη. Πιθανώς υπήρξε ο πρώτος μάρτυρας της Μικράς Ασίας το 83 ή 85 μ.Χ., προκαλώντας το μίσος των Εθνικών για την αντίδρασή του κατά της ειδωλολατρίας, αλλά και των αιρετικών χριστιανών, όπως οι Νικολαΐτες.
Ο Αντίπας ήταν ιατρός και ειδικός στη νόσο των οδόντων. Θεράπευε θαυματουργικά με τη χάρη του Τριαδικού Θεού. Γι᾽ αυτό ονομάζεται “Δοντάς” τιμώμενος σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Ναοί του υπάρχουν στη Λέσβο, στη Νάξο, στην Κύπρο, στο Σινά κ.α. Στα Αγιολογικά κείμενα έχουν καταγραφεί και καταγράφονται πολλά θαύματά του.
Το 1965, με τις συνεχείς προσπάθειες του Ορ. Λουρίδη, ο Πανελλήνιος Οδοντιατρικός Σύλλογος Οδοντιάτρων αποφάσισε την ανακήρυξη του Αγ. Αντίπα ως προστάτη των Ελλήνων Ορθοδόξων Οδοντιάτρων καθιερώνοντας τον ετήσιο εορτασμό της μνήμης του την 11η Απριλίου, ημέρα του μαρτυρίου του. Στην “Αποκάλυψη” του Αγ. Ιωάννη αναφέρεται το όνομα του Αγ. Αντίπα από το Άγ. Πνεύμα που ομιλεί στην Εκκλησία της Περγάμου: «…και ουκ ηρνήσω την πίστιν μου και εν ταις ημέραις αις Αντίπας ο μάρτυς μου ο πιστός, ος απεκτάνθη παρ᾽ υμίν, όπου ο σατανάς κατοικεί…» (Αποκ. β´, 13).
Το 1992 ο Πατήρ Γ.Δ. Μεταλληνός εξέδωσε κριτικά τα Υμνολογικά Κείμενα του Αγίου Αντίπα (Ακολουθίες και Συναξάρια).
Ο σκοπός και η λειτουργία του Ιερού Ναού του Αγίου Αντίπα στο Γουδί καθορίζονται από τον Κανονισμό (αρ. 60) της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος: «Ο Ναός χρησιμεύει προς θεραπείαν των θρησκευτικών αναγκών των εν τω Πανεπιστημίω διδασκόντων και διδασκομένων και προς πρακτικήν εξάσκησιν φοιτητών της Θεολογικής Σχολής». Πνευματικά υπάγεται στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών, ως δεύτερος Πανεπιστημιακός Ναός, μετά από εκείνον του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου (“Καπνικαρέα”).
Τον Φεβρουάριο του 2015 διορίσθηκε εφημέριος του Ναού του Αγίου Αντίπα και ο Αιδεσιμότατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Νικόλαος Πανταζής, χωρίς να παύσει και η διακονία του συνταξιοδοτηθέντα π. Γεωργίου Μεταλληνού. Ο Ναός, όπως τόνισε ο π. Γ.Μ. σε ομιλία του, λειτούργησε ως “άτυπη ενορία” αναπτύσσοντας λειτουργικό, κηρυγματικό και ποιμαντικό έργο.
Από το φθινόπωρο του 1975 είχαν καθιερωθεί εντός του Ναού οι “Συνάξεις της Πέμπτης” με Εσπερινό και κήρυγμα-διάλεξη από τον π. Γεώργιο με θέματα θεολογικά και ιστορικά αναρτώμενα και στο διαδίκτυο. Σημαντική υπήρξε και η φιλανθρωπική δράση, με σημαντική προσφορά στη δράση αυτή της ερίτιμης Πρεσβυτέρας του πατρός Γεωργίου και του ιδρυθέντος το 1975 από τον Ορ. Λουρίδη “Συλλόγου Κυριών και Δεσποινίδων, ο Άγιος Αντίπας”. Οι πληροφορίες γύρω από τον βίο του Αγίου Αντίπα και τη λειτουργία του Ιερού Ναού του στο Γουδί προέρχονται κυρίως από ομιλίες του πατρός Μεταλληνού.
Μνημειώδης υπήρξε στα εγκαίνια του Ιερού Ναού του Αγ. Αντίπα η ομιλία του αειμνήστου Ευαγγέλου Δ. Θεοδώρου, Ομοτίμου Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών και “Ἄρχοντος Διδασκάλου του Ευαγγελίου της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας”. Μεταξύ πολλών άλλων και περισπούδαστων παρατηρήσεων ο ομιλητής τόνισε ότι ο Ναός αυτός, εκτός από την λαμπρή, ως κόσμημα μορφή του, αποτελεί και σύμβολο του αιτήματος της πνευματικής υγείας και της προσηλώσεως στην ιεραρχία των χριστιανικών αξιών, η οποία δυστυχώς δεν είναι ορατή από όλους.
Επίσης πρόσθεσε ότι η πολιτιστική κρίση της σημερινής κοινωνίας δεν οφείλεται στην απουσία εκλεκτών αιτημάτων ή μορφωτικών συνθηκών και πολιτιστικών αγαθών, αλλά στην έλλειψη συντονισμού και αναγωγής αυτών των αξιών σε ένα ρυθμιστικό κέντρο, που θα εξασφαλίζει την συνανάπτυξή τους, χωρίς να αναπτύσσεται η μία, ως φθοροποιό νεόπλασμα, εις βάρος των άλλων.
Όμως ο Ιερός Ναός του Αγίου Αντίπα αποτελεί ακριβώς ένα ρυθμιστικό κέντρο, ως πράξη μεγάλου παιδαγωγικού ρεαλισμού, αποτελώντας, ιδιαίτερα για τους φοιτητές, πνευματικό αναρρωτήριο με την ανακαινιστική δύναμη των «αναιμάκτων και αχράντων θυσιών», όπως και «διδασκαλείον φιλοσοφίας εν παντί καιρώ».
Το «Λουρίδειο Ίδρυμα
και Πνευματικό Κέντρο “οι Μνήμες της Πόλης”»
(1982 έως σήμερα)
Το Κοινωφελές και Εθνωφελές “Λουρίδειο Ίδρυμα – Μνήμες της Πόλης” ιδρύθηκε το 1982, με Ιδρυτή και ισόβιο Πρόεδρο τον Ορέστη Λουρίδη. Το “Ίδρυμα” εγκαταστάθηκε απ᾽ αρχής, διατηρούμενο έως σήμερα, σε ευρύχωρο ιδιόκτητο διαμέρισμα στην επί της οδού Βασιλίσσης Σοφίας 12 πολυκατοικία, στον 3ο όροφο.
Το Λουρίδειο Ίδρυμα λειτούργησε ως το λατρεμένο πνευματικό τέκνο του Ορ. Λουρίδη, ο οποίος το αντιμετώπιζε ως μία προέκταση του εαυτού του. Υπάρχουν σ᾽ αυτό συγκεντρωμένα κειμήλια που σχετίζονται ευρύτερα με τον Βυζαντινό πολιτισμό και ειδικότερα με τον πολιτισμό της Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και προσωπικά του Λουρίδη κειμήλια (παράσημα, μετάλλια, διπλώματα, τιμητικοί τίτλοι, αρχειακό και φωτογραφικό υλικό), τα οποία παρουσιάζουν συμπυκνωμένο όλο τον εθνικό, κοινωνικό και πνευματικό μόχθο του ιδρυτού του Ιδρύματος.
Τα κειμήλια στο σύνολό τους και η Πινακοθήκη με έργα ξένων και Ελλήνων καλλιτεχνών συγκροτούν ένα Μικρό Μουσείο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος (7.000 περίπου τόμοι) με τις μοναδικές εκδόσεις ιστορικών βιβλίων του 19ου αι., αλλά και με τις πολυσέλιδες Επετηρίδες, τα Πρακτικά Συνεδρίων, Συνόδων, Σεμιναρίων, Ημερίδων και αναρίθμητων Εθνωφελών, Φιλογενών και Εκπολιτιστικών δραστηριοτήτων. Εν γένει το υλικό περιεχόμενο του Λουριδείου Ιδρύματος αποτελεί ένα ανεκτίμητο κληροδότημα για τους δωρεοδόχους που καλούνται να συντηρήσουν και να διαφυλάξουν «αποδεικτικά στοιχεία και κειμήλια της απαραμίλλου εθνικής, ηθικής και πνευματικής ταυτότητας της Βυζαντινής κληρονομιάς, όπως και της ιστορικής επιγνώσεως του δημοσίου και ιδιωτικού βίου του Ελληνισμού της Βασιλεύουσας».
Ο Ορέστης Α. Λουρίδης και
ο πατέρας Γεώργιος Δ. Μεταλληνός
Μέσα στη δεκαετία του 1990 ο π. Μεταλληνός πήρε τη θέση του Αντιπροέδρου στο Λουρίδειο Ίδρυμα. Ως εφημέριος του Ι. Ναού του Αγ. Αντίπα και ως Αντιπρόεδρος του Λ.Ι. ένωσε πνευματικά και ανθρώπινα τις δύο αυτές πολύτιμες προσφορές του Ορ. Λουρίδη προς την Ελλάδα, ενώ συγχρόνως, δια της Κερκυραϊκής καταγωγής του, και τα αντίστοιχα ιστορικά κείμενά του, ένωσε τον Χριστιανισμό των Αγγλοκρατούμενων Επτανήσων με τις Κων/πολίτικες και Μικρασιατικές Ελληνορθόδοξες αξίες.
Το Κοινωφελές και Εθνωφελές Λουρίδειο Ίδρυμα φωτίστηκε επί πολλά χρόνια με την σχεδόν καθημερινή, ανεκτίμητη παρουσία του πατρός Γεωργίου και με το πλήθος των λαμπρών κειμένων του, κυρίως στο τριμηνιαίο, πλουσιώτατο σε ύλη, περιοδικό του Ιδρύματος με τίτλο “ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ”, όπου ο π. Γεώργιος έγραφε, όπως και ο Λουρίδης, σε όλα του τα τεύχη και σε δική του στήλη, ως “Επιστημονικός Διευθυντής” του Ιδρύματος.
Ο π. Γεώργιος, αφού με τα αλλεπάλληλα πτυχία και διδακτορικά στην Ελλάδα και στην Ευρώπη εξασφάλισε τις εις βάθος ιστορικές γνώσεις του, κυρίως επί της Μεταβυζαντινής και Νεοελληνικής Ιστορίας, προχώρησε, με τη βοήθεια της Θεολογικής Επιστήμης, στην ουσιαστική ανάλυση της συζεύξεως Ελληνισμού-Ορθοδοξίας, με αποτέλεσμα να πρωτεύσει στην ενδελεχή έρευνα αναφορικά με τη γένεση και εξέλιξη του Ελληνορθοδόξου πολιτισμού και στη διαφοροποίησή του από τον Δυτικό Χριστιανισμό.
Σε συγγράμματά του παρουσίασε με ακρίβεια την ιστορική πορεία των εννοιών Βυζάντιο-Ρωμανία, Ελληνικό Γένος-Έθνος, Ρωμηός-Γραικός κ.ά.
Είναι σπάνιο ένας χαρισματικός εν ενεργεία Ιερέας να πρωτεύει και ως Καθηγητής Πανεπιστημίου, διακρινόμενος παράλληλα σε Διεθνή Επιστημονικά Συνέδρια, Διαλέξεις και Επιστημονικούς Διαλόγους.
Στο Λουρίδειο Ίδρυμα ήταν προσιτός, σχεδόν καθημερινά, προς όλους μας, προκειμένου να μας βοηθήσει σε πνευματικούς ή άλλους προβληματισμούς μας. Αιωνία η μνήμη του!
Εκτιμώντας τον πολύτιμο, κατά 35 χρόνια νεώτερο, Συνεργάτη του, ο Ορ. Λουρίδης το 1994 όρισε τον π. Γεώργιο Μεταλληνό ως ισόβιο Πρόεδρο του Ιδρύματος και διάδοχό του μετά τον θάνατό του. «Όπως ο ίδιος ομολόγησε», γράφει ο π. Μεταλληνός, «ο Πρόεδρος προέβη σ᾽ αυτήν την ενέργεια, διότι λόγω της φιλίας μας και της ιερατικής ιδιότητός μου, ήταν βέβαιος ότι θα σεβαστώ την χειρονομία του αυτή και θα αγωνιστώ για τη συνέχεια της δράσης του Ιδρύματος και μετά τον θάνατό του». Ο Λουρίδης ήταν τότε 89 ετών.
Η αγαστή συνεργασία του Καθηγητή Ορέστη Λουρίδη με τον Αιδεσιμολογιώτατο Πρωτοπρεσβύτερο και Καθηγητή Γεώργιο Μεταλληνό κατόρθωσε να επουλώσει πολλές πληγές από την τραυματική εμπειρία του 1922 και την εξ αυτής ακύρωση της Μεγάλης Ιδέας. Η επιδίωξη υψηλών πνευματικών και κοινωνικών στόχων επιτεύχθηκε με κοινούς και από τους δύο συνεργάτες στόχους, μέσα από την άοκνη εργασία, την πειθαρχία και την αφοσίωση στους υψηλούς στόχους, την αγάπη, τον υγιή πατριωτισμό, την έλλειψη μισαλλοδοξίας, την άρτια γνώση της Ελληνικής γλώσσας και την βαθιά προσήλωση προς την Ελληνορθόδοξη ιστορική πορεία.
Ως προς την γνώση της Ελληνικής γλώσσας ο Καθηγητής Γλωσσολογίας Γεώργιος Κουρμούλης συχνά έλεγε ότι «ο Λουρίδης είναι άριστος χειριστής του Ελληνικού λόγου», ο δε αείμνηστος Καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής και Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών Σπυρίδων Μαρινάτος έγραψε στο “ΦΙΛΙΟΝ” μεταξύ άλλων: «…Η αρτία μόρφωσις, το ήθος και η καλλιέπεια εν τη διατυπώσει της επιστημονικής σκέψεως [του Ορ. Λουρίδη] είναι οικεία προς την λοιπήν φύσιν του ανδρός, το δε σύγγραμμα αυτού [Η ΣΤΟΜΑΤΟΛΟΓΙΑ] είναι από τα άριστα μεταξύ των αρίστων». Στο Πανεπιστήμιο Αθηνών θεωρείτο τότε ο Λουρίδης ως «ο του λόγου τέλειος».
*
Τα χρόνια περνούν. Το 1996, σε ηλικία 91 ετών, ο Ορέστης Λουρίδης ίδρυσε, υπό την αιγίδα του Λουριδείου Ιδρύματος, την “Κοινωφελή Εταιρεία Επιστημονικής Ερεύνης του Ελληνορθοδόξου Βυζαντινού πολιτισμού” (ΕΛ.ΒΥ.ΠΟ.), αποτελουμένης από διαφόρων ειδικοτήτων καταξιωμένους Επιστήμονες (Καθηγητές, Ακαδημαϊκούς, Δημοσιογράφους, Ιστορικούς, Θεολόγους, Καλλιτέχνες, Φιλολόγους κ.ά.), οι οποίοι θα ανελάμβαναν την εις βάθος έρευνα του Βυζαντινού πολιτισμού σε όλες του τις εκφάνσεις, προκειμένου να αποδειχθεί η ιστορική συνέχεια και συνοχή του Μικρασιατικού Ελληνισμού με τη Μητέρα Ελλάδα και τη «μέθεξη της Υφηλίου προς τις αιώνιες αρχές του Ελληνορθοδόξου Αξιοκρατικού πολιτισμού».
Τα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας, τα οποία αναφέρονται ονομαστικά στο Καταστατικό της, ήσαν 70!! Ο αριθμός αυτός φανερώνει το εύρος των Δημοσίων Σχέσεων του Λουρίδη και την εκτίμηση που έτρεφαν προς αυτόν εξέχουσες προσωπικότητες του πνεύματος.
Ωστόσο ο Καθηγητής Λουρίδης στην ατέρμονη και πρωτόγνωρη εθνική, κοινωνική και πνευματική προσφορά του, καθ᾽ όλη τη διάρκεια του 20ού αι. (1930-1996), συνάντησε και την ανθρώπινη κακία, τον φθόνο και τις κατηγορίες ανθρώπων, οι οποίοι διέδιδαν ότι ο χαρισματικός αυτός Κωνσταντινουπολίτης ενεργούσε έτσι για να εισπράττει παράσημα, βραβεία, πλακέτες και παντοειδείς επαίνους.
Όμως, όσοι ζήσαμε και λειτουργήσαμε πνευματικά και κοινωνικά κοντά του γνωρίζουμε ότι ο μικρόσωμος, άγαμος, αεικίνητος και λιτοδίαιτος αυτός “οδοδείκτης” ζούσε υπερβολικά απλά προσπαθώντας με όλες τις δυνάμεις του να εκτελέσει με πίστη και αδιάλειπτη αφοσίωση εκείνα τα οποία θα βοηθούσαν στην άνοδο του θρησκευτικού, κοινωνικού και πνευματικού επιπέδου των συμπατριωτών του και κυρίως των νέων.
Παραθέτουμε μερικές σχετικές με τα ανωτέρα σκέψεις του σε κάποιο δημόσιο έγγραφό του:
«Εν πρώτοις, με ευγνωμοσύνην παραδέχομαι και υποστηρίζω ότι τα περιουσιακά μου στοιχεία και αι οιασδήποτε μορφής και φύσεως πνευματικαί και κοινωνικαί δραστηριότητες και εκδηλώσεις μου υπήρξαν, κυριώτατα, δώρον της Θείας Προνοίας, διότι με ηξίωσε της σταθεράς συμπαραστάσεώς Της, δια να αντιμετωπίσω μυρίας όσας δυσχερείας, πολλάς αντιξοότητας, αντιδράσεις και αδικίας, ανεπιτρέπτους ενίοτε μικρότητας και –από εικοσαετίας περίπου– την κρυφίως ενεργούσαν “συνωμοσίαν σιωπής” ωρισμένων κύκλων, “ενοχλουμένων” ως φαίνεται, εκ της αφιερώσεως της δραστηριότητός μου προς αδιάλειπτον και θετικώς κοινωφελή προσφοράν και ασεβούντων προς την προφανή συμπαράστασιν του Παναγάθου Δοτήρος των Φώτων και της Δυνάμεως, εις την ελαχιστότητά μου». [Από την “Βιογραφία Ορέστου Λουρίδη” του πατρός Γεωργίου Μεταλληνού και της Πρεσβυτέρας του Βαρβάρας Καλογεροπούλου (σε άρθρο της Πόπης Πασπαλιάρη), σελ. ιε´].
Μετά την Κοίμηση του Ορέστη Λουρίδη (2/2/2005) ο αοίδιμος π. Γ. Μεταλληνός ανέλαβε τα καθήκοντα του Προέδρου του “Λουριδείου Ιδρύματος” για «να συνεχισθεί η λειτουργία του Ιδρύματος και η προσφορά του στην ελληνική κοινωνία, όπως και η μόνιμη διασύνδεσή του με το Βυζάντιο/Ρωμανία και την Πόλη».
Στη θέση του Γενικού Γραμματέως του Ιδρύματος τοποθετήθηκε το παλαιό μέλος του, ο ελλόγιμος κ. Ιωάννης Μπουγάτσος, Φιλόλογος-Θεολόγος, συγγραφέας αξιόλογων ιστορικών πονημάτων.
Όμως το νέο Διοικητικό Συμβούλιο ενεπλάκη σε μακροχρόνιο δικαστικό αγώνα, συνεχιζόμενο έως σήμερα, εξαιτίας άδικων οικονομικών διεκδικήσεων. Το γεγονός αυτό δεν επέτρεψε στον αλησμόνητο πατέρα Γεώργιο να βαδίσει, όπως επιθυμούσε, στο ανώτατο επίπεδο της πνευματικής προσφοράς, στο οποίο επί πολλά χρόνια διακονούσε, σε συνεργασία με τον Εντιμολογιότατο Συνεργάτη του.
Ωστόσο με υποδειγματική υπομονή, εντιμότητα και αξιοπρέπεια συνέχισε να ηγείται του Ιδρύματος διατηρώντας το στο ακριβό διαμέρισμα της οδού Βασιλίσσης Σοφίας, με ενδοϊδρυματικές εκδηλώσεις και με την έκδοση οικονομικότερου, τετραμηνιαίου περιοδικού με το όνομα “Φιλογένεια”.
*
Σήμερα το «Λουρίδειο Ίδρυμα και Πνευματικό Κέντρο “Μνήμες της Πόλης”» διοικείται με Πρόεδρο την σεβαστή Πρεσβυτέρα του πατρός Γεωργίου, κα Βαρβάρα Καλογεροπούλου-Μεταλληνού, διδάκτορα Θεολογίας και συγγραφέα, γνωστή όχι μόνον από την στενή επιστημονική συνεργασία και συμπαράστασή της προς τον ελλογιμότατο σύζυγό της, αλλά και ως ιδρύτρια και Πρόεδρο του “Συλλόγου υπέρ του Αγέννητου Παιδιού”, γνωστού ως “Αγκαλιά”, με τη βοήθεια του οποίου 3.000 περίπου παιδιά, τα τελευταία 27 χρόνια, ήλθαν στη ζωή.
Η Νέα Πρόεδρος, με Αντιπρόεδρο τον εκ των παλαιών Συνεργατών του Ιδρύματος κον Ιωάννη Μπουγάτσο, ο οποίος έχει, ως Διευθυντής, και την ευθύνη εκδόσεως του περιοδικού “Φιλογένεια”, περιβάλλεται από νέους καταξιωμένους Επιστήμονες θεωρητικών και θετικών Επιστημών. Οι Σύμβουλοι του Διοικητικού Συμβουλίου, πιστοί στις πνευματικές επιδιώξεις, στην ανιδιοτέλεια και στους κοινωφελείς στόχους του Ιδρύματος, συνεχίζουν με την Πρόεδρό τους τον προαναφερθέντα δικαστικό αγώνα και ήδη έχουν προχωρήσει στην ψηφιοποίηση του Αρχείου του Ιδρύματος, ώστε σύντομα να βγει στο φως, δια του διαδικτύου, το εθνικό, ιστορικό, πολυσχιδές έργο του.
*
Ο Ορέστης Λουρίδης έλεγε συχνά στους φίλους και στους συνεργάτες του ότι ήταν ευτυχής γιατί ο Πανάγαθος Θεός τού επέτρεψε να πραγματοποιήσει τα τρία τάματά του:
«“Αφιέρωμα Ταπεινοφροσύνης και Ευγνωμοσύνης εις την Θείαν Πρόνοιαν, Χάριν και Δωρεάν”, διότι με ηξίωσε της σταθεράς συμπεραστάσεώς Της και της πολλαπλής, σωστικής εισέτι, βοηθείας Της, δια να αντιμετωπίσω δυσεκπεράστους και σκληράς δυσχερείας, πολλάς και πολυμόρφους αντιξοότητας και αντιδράσεις, ανεπιτρέπτους δ᾽ ενίοτε, όπως και υποβολιμαίας μικρότητας, διότι επέτρεψε να χαρώ χαράν μεγάλην με την εν ζωή πραγματοποίησιν,
– του “τάματός” μου δια την Θρησκείαν,
– του “τάματός” μου δια τον Συνάνθρωπον και την Επιστήμην,
– του “τάματός” μου δια την Γενέτειραν.
ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΘ. ΛΟΥΡΙΔΗΣ»