Γράφει ο Δημήτριος Λυκούδης, θεολόγος
Το φρόνημα της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, από την απαρχή της συστάσεως της ως Θεανθρώπινου- πνευματικού οργανισμού υπήρξε εκκλησιοκεντρικό και μοναστικό, ακριβώς επειδή πρωτίστως υπήρξε τριαδοκεντρικό και χριστοκεντρικό. Εκκλησιοκεντρικό μεν, ως πηγή και αφετηρία της μυστηριακής ζωής των πιστών, ως ¨χωροχρόνος¨ δηλαδή εκδήλωσης και επενέργειας της αγιοπνευματικής χάρης, μοναστικό δε, καθώς ανέδειξε στους θεοφρούρητους κόλπους της χορεία αγίων μοναχών και μοναζουσών αλλά και γενικότερα πιστών, εμποτισμένων στην αγιαστική μοναχική χάρη και διακονία.
Με θεία διάκριση οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας συμπεριέλαβαν τη μνήμη του Οσίου Ιωάννου της Κλίμακος, την Δ΄ Κυριακή των Νηστειών, καθώς η πάνσεπτη μορφή του οσίου αποτελεί οδοδείκτη θείας επανόδου αλλά και πνευματικό ορόσημο και εφαλτήριο για αναβάσεις μυσταγωγικές και αναπτερώσεις πνευματικές. Μεγάλη Τεσσαρακοστή, περίοδος προπαρασκευής, στάδιο αρετών και προετοιμασίας.
Ο όσιος Ιωάννης ο της Κλίμακος γεννήθηκε γύρω στο 525 μ.Χ., άγνωστο το πού, από γονείς ευκατάστατους, οι οποίοι μερίμνησαν τα δέοντα για την επιμελή του μόρφωση. Σε ηλικία 16 ετών εγκατέλειψε τα εγκόσμια και αποσύρθηκε στη μονή του Σινά, υπό την πνευματική καθοδήγηση του αββά Μαρτυρίου. Εκάρη μοναχός σε ηλικία 20 ετών
επιδιδόμενος σε σκληρούς και κοπιαστικούς μοναχικούς αγώνες. Σε ηλικία 35 ετών αποσύρθηκε σε ένα σπήλαιο, 8 χλμ μακριά από τη μονή της μετανοίας του, καθώς επιθυμούσε περισσότερη ησυχία και άσκηση. Σε προχωρημένη ηλικία, (75 ετών), αναδείχθηκε ηγούμενος της μονής του Σινά, θέση την οποία κατείχε μέχρι του θανάτου του.[1] Τον αποκαλούσαν Νέο ή Δεύτερο Μωυσή ένεκα της υπέρλογης και χαρισματικά ανεξιχνίαστης θαυματουργίας του. Στο ερημητήριό του, μεστός θείων και ουράνιων εμπειριών, συνέγραψε και κωδικοποίησε την ασκητική του – νηπτική και θεολογική – εμπειρία στο περίφημο έργο του ¨Κλίμαξ¨, η οποία πρωτύτερα ονομαζόταν « Πλάκες πνευματικές» και το οποίο έμελλε να αποτελέσει την πνευματική κρηπίδα της νηπτικής ζωής όλων των μεταγενέστερων αιώνων.
Η Κλίμαξ αποτελείται από 30 λόγους, καθένας από τους οποίους σηματοδοτεί την ανοδική πορεία της πνευματικής ζωής, καθώς κάθε βαθμίδα ανταποκρίνεται σε μία αρετή με απώτερη κατάληξη το τρίπτυχο «Ἐλπίς, Πίστις, Ἀγάπη». Εξέχουσα θέση στη νηπτική θεολογία του οσίου έχει η ταπείνωση σε συνδυασμό με την υπακοή και την απάρνηση του ιδίου θελήματος. Ο ίδιος γράφει χαρακτηριστικά «Θὰ γνωρίσεις καὶ δὲν θὰ ἀπατηθεῖς ὅτι ἀπέκτησες μέσα σου τὴν ὁσία αὐτὴ οὐσία, δηλαδὴ τὴν ταπείνωση, ἀπὸ τὸ πλῆθος τοῦ ἀρρήτου φωτὸς καὶ ἀπὸ τὸν ἀπερίγραπτο ἔρωτα τῆς προσευχῆς. Πρὶν κατακτηθοῦν αὐτὰ προηγεῖται μία κατάσταση, κατὰ τὴν ὁποία ἡ καρδιὰ δὲν περιφρονεῖ τοὺς ἁμαρτάνοντας οὔτε κατακρίνει τὰ ἁμαρτήματά τους. Καὶ πρὶν ἀπὸ αὐτὴ τὴν κατάσταση προηγεῖται ἄλλη ποὺ ἡ καρδιά μισεῖ κάθε κενοδοξία».[2]
Και συνεχίζει: «Ὀφείλουμε νὰ κατακρίνουμε συνεχῶς καὶ νὰ κατηγοροῦμε τοὺς ἑαυτούς μας, ὥστε μὲ τὸν ἑκούσιο ἐξευτελισμὸ νὰ ἀπομακρύνουμε τὶς ἀκούσιες ἁμαρτίες. Ὅσο συνεχίζουμε νὰ ἁμαρτάνουμε ἑκουσίως, δὲν ὑπάρχει μέσα μας τοῦτο, ἡ ἀνόθευτη δηλαδὴ ταπεινοφροσύνη. Ὅταν ὅμως ἁμαρτάνουμε ἀκουσίως, αὐτὸ ἀποτελεῖ ἀπόδειξη τῆς παρουσίας της».[3]
Η αρετή όμως η οποία γεμίζει την ψυχή κατά τον όσιο Ιωάννη, είναι η προσευχή, καθώς όλη η ζωή του υπήρξε«προσευχή ἀένναος καὶ πρὸς Θεὸν ἔρως ἀνείκαστος». «Ἀρχὴ τῆς προσευχῆς εἶναι τὸ νὰ διώκονται οἱ ἐχθρικὲς προσβολὲς στὴν ἀρχή τους, μὲ ἕνα ἀποφασιστικὸ λόγο. Μέσον, τὸ νὰ παραμένει ὁ νοῦς στὰ λόγια καὶ στὰ νοήματα τῆς προσευχῆς. Καὶ τέλος, τὸ νὰ ἁρπαγεῖ ὁ νοῦς πρὸς τὸν Κύριo».[4] Ο όσιος πατήρ διδάσκει ότι ο θείος έρως είναι εκείνος ο οποίος συμβάλλει στην προσέγγιση του Θεού και ακολούθως, ο θείος έρως αναδύεται και εδραιώνεται από την ακατάπαυστη εργασία των αρετών.
Ο Όσιος τονίζει ότι το πλήθος των χαρισμάτων που μας χορηγεί ο Θεός πρέπει να αποτελεί αιτία για βαθύτερη και ουσιαστικότερη αυτομεμψία και αυτοκατάκριση. Η τελευταία όταν συνοδεύεται από τη μετριοφροσύνη και στηρίζεται στην αδιάσειστη ελπίδα μας, στον Κύριο Ιησού Χριστό, αποτελεί μέγιστο όπλο στον πνευματικό μας στίβο κατά του αρχεκάκου εχθρού. «Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει γίνει ταπεινὸς βαθειὰ καὶ ἐσωτερικά, δὲν κλέπτεται καὶ δὲν ζημιώνεται ἀπὸ λόγους χειλέων. Διότι δὲν προσφέρει ἡ θύρα τοῦ στόματος ὅ,τι δὲν ἔχει ὁ θησαυρὸς τῆς καρδιᾶς»[5].
Ο Όσιος Ιωάννης αποτελεί λαμπρό και ένδοξο σέμνωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Βαθύς και έμπειρος γνώστης της Νηπτικής θεολογίας, γνήσιος εκφραστής του μοναστικού ιδεώδους, γαλούχησε και καθοδήγησε πνευματικά κάθε φιλέρημη και φιλομόναχη ψυχή , κάθε θεία και ιερή αναζήτηση. Η εορτή της αγίας μνήμης του , μεσούσης της αγίας και μεγάλης Τεσσαρακοστής, αναμοχλεύει σε καθένα από εμάς αισθήματα ιερά και άγια, προτρέπει σε ανάληψη και καλλιέργεια μυστικών πνευματικών αγωνισμάτων και προτάσσει ταπεινά την υπεροχή της ανιδιοτελούς αγάπης, η οποία ως έκφραση και βάση της χριστιανικής ζωής επιτυγχάνει τη μέθεξη της Χάριτος του Θεού , δηλαδή οράται τον Θεό και γεύεται τον Παραδεισο[6].
«Ἡ ἀγάπη, ὡς πρὸς τὴν ποιότητά της εἶναι ὁμοίωσις μὲ τὸν Θεόν, ὅσο βέβαια εἶναι δυνατὸν στοὺς ἀνθρώπους. Ὡς πρὸς τὴν ἐνέργειά της, μέθη τῆς ψυχῆς. Ὡς πρὸς δὲ τὶς ἰδιότητές της, πηγὴ πίστεως, ἄβυσσος μακροθυμίας, θάλασσα ταπεινώσεως».[7] Ας ανέλθουμε λοιπόν την κλίμακα των θείων αναβάσεων. Το στάδιο των αρετών άρχεται μετά περισσής ταπείνωσης και αγάπης και μας προτρέπει προς θεία οικοδομή και μέθεξη…
[1] Σωτηρόπουλου Χαραλ., Νηπτικοί Πατέρες των Μέσων χρόνων, Αθηναι 2000, σελ. 14-15, Πρβλ., Μουρατίδου Κ., Η Θεολογία της Κλίμακος του αγίου Ιωάννου, περιοδικό ΚΟΙΝΩΝΙΑ 1974, τ.2, σελ. ROBERTSON Price, Conversion and the Doctrine of Grace in Bernard Lonergan and John Climacus, Anglican Theol. Rev. 62 , 1980, 338-362 .
[2] Aγίου Ιωάννου Σιναίτου , Κλίμαξ, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1998, σελ. 292
[3] Αυτόθι , σελ. 298-299
[4] Αυτόθι, σελ. 391
[5] Αυτόθ , σελ. 290
[6] Βλάχου Ιεροθέου, Αρχιμ., (νυν Μητροπολίτου Ναυπάκτου}, Το πολίτευμα του Σταυρού, εκδ. Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου, 1992, σελ. 298-299
[7] Αγ. Ιωάν. Σιναίτου , Κλίμαξ, σελ. 409, Πρβλ., Πολίτη Λ., Άγνωστο έργο του Νικηφόρου Καλλίστου Ξανθόπουλου, Εξήγηση στον Ιωάννη της Κλίμακος, περιοδ. ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ 3, 1971, σελ. 69-84, POGGI, Saint Jean Climaque et saint Ignace de Loyola, Proche Orient chret, 32, 1982, sel. 50-85