Ο όσιος Σεραφείμ στο έργο του γέροντος
Ο όσιος Σεραφείμ άρχισε το έργο του γέροντος (στάρετς), την πνευματική πατρότητα, με το να δέχεται να συνομιλεί με τους επισκέπτες, και κατ’ αρχήν με τους μοναχούς.
Αυτούς τους συμβούλευε να κρατούν αυστηρά και με ζήλο όλους τους μοναχικούς κανονισμούς: τις ακολουθίες να τις τελούν σύμφωνα με το τυπικό· να παρίστανται ανελλιπώς στις ακολουθίες στον ναό και να τις παρακολουθούν άγρυπνα· να ασκούνται ακατάπαυστα στην νοερά προσευχή· να εκτελούν τα διακονήματά τους ολοπρόθυμα με ζήλο και με ταπείνωση· στην τράπεζα να κάθονται με φόβο Θεού· να μην εξέρχονται από το μοναστήρι χωρίς εύλογη αιτία· να απέχουν από την αυθαιρεσία και την πρωτοβουλία· να υπομένουν όλες τις δοκιμασίες· να φυλάγουν την ειρήνη μεταξύ τους κ.ο.κ.
Κατόπιν άρχισε ο άγιος γέροντας να δέχεται και τους λαϊκούς. Η πόρτα του κελιού του ήταν ανοικτή για όλους από την πρωινή λειτουργία μέχρι τις οκτώ το βράδυ. Όλους τους δεχόταν πρόθυμα, σε όλους έδινε ευλογία και απαραίτητες σύντομες νουθεσίες.
Τους επισκέπτες τους δεχόταν ντυμένος ως συνήθως με λευκό ζωστικό και κοντόρασο· τις Κυριακές και τις εορτές φορούσε επιπλέον επιτραχήλι και επιμάνικα, επειδή τις ημέρες αυτές κοινωνούσε.
Με ιδιαίτερη αγάπη δεχόταν εκείνους, στους οποίους παρατηρούσε ειλικρινή μετάνοια και ταπείνωση, καθώς και εκείνους που έδειχναν φλογερό ζήλο για την πνευματική ζωή. Αφού συνομιλούσε μαζί τους, ακουμπούσε στα σκυμμένα κεφάλια τους την άκρη του επιτραχηλίου με το δεξί του χέρι και τους πρότεινε να προφέρουν μαζί του την εξής προσευχή μετανοίας: «Ήμαρτον Κύριε, ήμαρτον με την ψυχή και το σώμα, με λόγο και έργο, με το νου και την διάνοια και με όλες μου τις αισθήσεις: την όραση, την ακοή, την όσφρηση, την γεύση και την αφή· εκουσίως και ακουσίως, εν γνώσει και αγνοία».
Κατόπιν διάβαζε την συγχωρητική ευχή, πράγμα που έδινε στους επισκέπτες του ανακούφιση συνειδήσεως και ιδιαίτερη πνευματική γλυκύτητα, και τους έχριε σταυροειδώς στο μέτωπο με λάδι από την κανδήλα που έκαιε ενώπιον της εικόνος της Θεοτόκου της Ελεούσης, την οποία αποκαλούσε Χαρά όλων των χαρών. Και αν ήταν πρωί έδινε αγιασμό των Θεοφανείων και τεμάχιο αντιδώρου ή άρτου που είχε ευλογηθεί στην ολονύκτια αγρυπνία. Έπειτα, αφού τους ασπαζόταν, έλεγε τον αναστάσιμο χαιρετισμό: «Χριστός Ανέστη!» και έδινε να ασπασθούν την εικόνα της Θεοτόκου ή τον σταυρό που φορούσε στο στήθος του.
Εκείνους που του αποκάλυπταν κάποια ιδιαίτερα ψυχικά τους βάσανα και δεινοπαθήματα, ο όσιος τους παρηγορούσε πατρικά και τους έδινε τα απαραίτητα πνευματικά φάρμακα. Σε άλλες περιπτώσεις έδινε συμβουλές που ισχύουν για όλους τους χριστιανούς, ιδίως όμως καθοδηγούσε στην αδιάλειπτη μνήμη του Θεού, στην προσευχή και στην σωφροσύνη.
Ο όσιος Σεραφείμ πάντοτε τόνιζε ιδιαιτέρως να έχουν διαρκώς στην γλώσσα και την καρδιά: την Κυριακή προσευχή «Πάτερ ημών», την αρχαγγελική «Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη…», το Σύμβολο της πίστεως, και την ευχή του Ιησού «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν».
«Σ’ αυτά», έλεγε, «ας συγκεντρώνεται όλη σου η προσοχή· είτε κάθεσαι, είτε εργάζεσαι, είτε έρχεσαι, είτε αναχωρείς, είτε βρίσκεσαι στον ναό πριν από την έναρξη της ακολουθίας, αυτά έχε συνεχώς στο στόμα σου και στην καρδιά σου. Με αυτή την επίκληση του ονόματος του Θεού θα βρεις ανάπαυση, θα κατορθώσεις την κάθαρση σαρκός και πνεύματος και θα σκηνώσει μέσα σου το Πνεύμα το Άγιο, η πηγή όλων των αγαθών, και θα σε οδηγεί στην αγιοσύνη, με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα».
Από το βιβλίο: Αρχιμ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ Βίος, Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 48.