Ο Όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης και τα πάθη
Γράφει ο Δημήτριος Λυκούδης, θεολόγος
Ο Όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης (1866-1938), μια από τις μεγαλύτερες σύγχρονες αγιορείτικες μορφές του μοναχισμού, είχε φθάσει σε τέτοια πνευματικά σταθμά «καλής αλλοίωσης», που εβίωνε «προπτωτικές» καταστάσεις και άρρητες εμπειρίες και θεοφάνειες.
Επικραίνετο πολύ κάθε φορά που, χωρίς να το επιδιώκει, ακουσίως, πατούσε ένα πεσμένο φύλλο ενός δέντρου στη γη. Έλεγε σχετικά: «Το να κόψεις ένα φύλλο χωρίς ανάγκη, δεν είναι βέβαια αμαρτία, προκαλεί όμως οίκτο, γιατί η καρδιά που έμαθε να αγαπάει, λυπάται όλη την κτίση» (πρεσβ. Διονυσίου Τάτση, Αποδημία σε Μοναστήρι, σελ. 8). Ιδού και πάλι, έμπροσθεν μου η φράση του γέροντα, «ο άνθρωπος που σταυρώνει τον εαυτό του και τα πάθη του…». Και ο υμνωδός, ως και πριν, να προσθέτει λόγια προσευχητικά, λέξεις παρακλήσεως: «Αμαρτίαις συμπέφυρμαι, και εκ τούτων ήλθον εις αλλεπάλληλον αρρωστίαν. Όθεν κράζω σοι, άμφω τας ιάσεις, Σταυρέ δώρησαι».
Ο λόγιος εκκλησιαστικός συγγραφἐας Νικήτας Στηθάτος (1005-1090), τονίζει: «Η φύσις των πραγμάτων κρίνεται με την εσωτερική διάθεση της ψυχής, δηλαδή ο άνθρωπος σχηματίζει γνώμη για το ποιόν του γείτονά του από το ποιόν του εαυτού του». Και, ασφαλώς, αναφέρεται στον «κεκαθαρμένο» άνθρωπο, σε αυτόν που καθημερινά αγωνίζεται να «σταυρώσει» κάθε δικαίωμα και προνόμιο, που η «κοσμική» λογική τού υπαγορεύει και επιχειρεί να επιβάλλει.
Και προσθέτει ο άγιος Παΐσιος: «Τα πάθη προέρχονται από την «παρά φύσιν» χρήση των λειτουργιών του σώματος ή των δυνάμεων της ψυχής. Όταν αυτή η χρήση χρονίση, γίνεται κακή έξη». Ο δε Πρύτανης της Ερήμου, Όσιος Ισαάκ ο Σύρος, συμπληρώνει: «Απάθεια είναι, όχι το να μην αισθάνεται κανείς τα πάθη, αλλά το να μη δέχεται αυτά» (Ασκητικοί Λόγοι, Λόγος ΛΑ’, εκδ. Αστήρ, Αθήναι 1961, σελ. 273). Και διαβάζοντας τα γραφόμενα αυτά, έρχεται η προσωπική φιλαυτία μου, όχι βέβαια να συμπληρώσει – μη γένοιτο! – άλλωστε, «αετοί υφιπέται αυτοί και ημείς νήσσαι (πάπιες)» κατά το γεροντικό, αλλά ν᾿ αναφωνήσει ελεγχόμενη τα ευμνημόνευτα: «Ο άνθρωπος που σταυρώνει τον εαυτό του και τα πάθη του,..». Και, πάλιν και πολλάκις, αντηχεί μελωδικά και κατανυχτικά ο υμνωδός, ψάλλοντας: «Γλύκανον ημών, την πικρίαν των θλίψεων, Σταυρέ Κυρίου, ο πάλαι της μερράς, πικρών υδάτων την πικρίαν ιασάμενος».