Ο υμνωδός της Εκκλησίας καλύπτει, ως γνωστόν, υμνολογικά όλα τα σημαντικά γεγονότα που συνθέτουν την ορθόδοξη θεία λατρεία. Ένα από αυτά καλύπτει υμνογραφικά τον θρήνο του Αδάμ για την έξωση των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο.
Ακούσαμε τον σχετικό ύμνο που αποδίδει τον θρήνο του Αδάμ την προηγούμενη Κυριακή, τελευταία Κυριακή των Απόκρεω, την λεγόμενη Κυριακή της τυρινής, καθώς οι Πατέρες την παραμονή της Καθαράς Δευτέρας, εναρκτήριας ημέρας της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όρισαν να γίνεται ανάμνηση στις Εκκλησίες της παρακοής των Πρωτοπλάστων στην εντολή του Θεού και της συνεπεία αυτής τιμωρίας τους σε έξωση από τον Παράδεισο.
Για όσους δεν έχουν χριστιανικό βίωμα, η ιστορία με τους Πρωτοπλάστους είναι ένα απλό παραμύθι, σαν εκείνα που συνηθίζουμε να λέμε στα μικρά παιδιά. Τα «παραμύθι» αυτό προβάλλει την ελευθερία των ενοίκων του Παραδείσου να απολαμβάνουν όλους τους καρπούς των δένδρων του, εκτός από τους καρπούς ενός συγκεκριμένου δένδρου, που ρητά απαγόρευσε ο Θεός στον Αδάμ και στην Εύα να τους δοκιμάσουν. Ώσπου εμφανίσθηκε ξαφνικά ο Διάβολος μεταμορφωμένος σε όφι, που ξεγέλασε πρώτα την Εύα και την έπεισε να δοκιμάσει το απαγορευμένο φρούτο και αυτή με την σειρά της παρέσυρε στην παρακοή τον Αδάμ. Για να ακολουθήσει η τιμωρία της απείθειάς τους προς την εντολή του Θεού, που τούς ωδήγησε εκτός τους παραδείσου από τον κόσμο της αφθαρσίας και της αθανασίας στον κόσμο της φθοράς και της θνητότητας, που είναι επακόλουθα της αμαρτίας. Για εκείνους όμως που αποδέχονται την διδαχή και τα δόγματα της Εκκλησίας μας η ιστορία με τους Πρωτοπλάστους δεν είναι παραμύθι, αλλά διήγηση της αφετηρίας του ανθρωπίνου γένους. Περιγραφή της πορείας των προγόνων μας, του Αδάμ και της Εύας, οι οποίοι, ενώ είχαν όλες τις προϋποθέσεις να απολαμβάνουν τα ζηλευτά αγαθά και τα προνόμια που χαρίζει μια ζωή κοντά στον Θεό, με την παρακοή τους απομακρύνθηκαν μόνοι τους από τους κόλπους του Θεού-Πατρός και περιπλανήθηκαν σε οδούς απωλείας, από τις οποίες για να τούς επαναφέρει κοντά του ο Φιλεύσπλαχνος Θεός-Πατέρας χρειάσθηκε να θέσει σε εφραμογή το Σχέδιο της Θείας Οικονομίας: Να στείλει δηλ. στον κόσμο τον Μονογενή Υιό Του «γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμον εξαγοράσει, ίνα την υιοθεσίαν απολαύωμεν», κατά την χαρακτηριστική ρήση του Αποστόλου Παύλου.
Με τις σκέψεις αυτές, ας γυρίσουμε στον προαναφερθέντα «θρήνο» του Αδάμ, τον οποίο συλλαμβάνει νοερά ο υμνογράφος και τον αποδίδει με ένα υπέροχο ύμνο του Όρθρου της Κυριακής της Εξώσεως των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο. Δράττομαι εδώ της ευκαιρίας να σημειώσω εν παρενθέσει ότι οι ωραιότεροι ύμνοι της εκκλησιαστικής μας υμνογραφίας ψάλλονται, σύμφωνα με το σχετικό εορτολόγιο, κατά τον Όρθρο της ημέρας. Επειδή όμως οι περισσότεροι από εμάς έχουμε συνηθίσει να πηγαίνουμε στην Εκκλησία μετά την Δοξολογία, με την οποία αρχίζει η Θεία Λειτουργία – κάποιοι και προς το τέλος αυτής ! – χάνουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε τους θησαυρούς της υμνογραφίας μας. Θα μπορούσε ίσως η Διοικούσα Εκκλησία να αναπληρώσει αυτή την απώλεια υποδεικνύοντας στους ιεροψάλτες να ψάλλουν τους βασικότερους ύμνους του Όρθρου στην θέση του κοινωνικού και στην συνέχεια κατά την Θεία Μετάληψη. Αυτό γίνεται βέβαια άτυπα μερικές φορές, όπως συμβαίνει π.χ. με τις καταβασίες των Χριστουγέννων («Χριστός γεννάται, δοξάσατε…») ή και σε άλλες περιπτώσεις. Θα έπρεπε όμως, κατά την γνώμη μου, να γενικευθεί ως λειτουργικό μέτρο. Κλείνω εδώ την παρένθεση, για να ασχοληθώ με το κυρίως θέμα του σημερινού άρθρου. Φαντάζεται λοιπόν ο υμνογράφος τον Αδάμ, εξόριστο πια από τον Παράδεισο, να κάθεται σε ένα βράχο απέναντι από την κλειστή Πύλη του Παραδείσου και να μονολογεί θρηνολογώντας. Και περιγράφει τον θρήνο του υμνολογικά: «Οίμοι, ο Αδάμ εν θρήνω κέκραγεν ότι οφις και γυνή Θεϊκής Παρουσίας με έξωσαν και Παραδείσου της τρυφής ξύλου βρώσει ηλλοτρίωσαν…». Λέει σε απλή μετάφραση ο ύμνος αυτός: «Ω, δυστυχία μου, φωνάζει μέσα στον θρήνο του ο Αδάμ. Τί κακό ήταν αυτό που έπαθα; Ο όφις και η γυναίκα με έξωσαν από εκεί που απολάμβανα την Θεϊκή Παρουσία. Και με το να φάω τους καρπούς εκείνου του ξύλου, με απέκοψαν από ολα τα καλούδια του Παραδείσου που είχα μέχρι σήμερα..». Και συνεχίζει ο σχετικός ύμνος: «Οίμοι, ου φέρω λοιπόν το όνειδος ο ποτέ βασιλεύς των επιγείων πάντων κτισμάτων Θεού νυν αιχμάλωτος ώφθη υπό μιας αθέσμου συμβουλής. Και ο ποτέ δόξαν αθανασίας ημφιεσμένος της νεκρώσεως την δοράν ως θνητός ελεεινός περιφέρω. Οίμοι, ίνα τον θρήνον συνεργάτην ποιήσωμεν. Αλλά Σύ, Φιλάνθρωπε Βασιλεύ, ο εκ γης δημιουργήσας με, ευσπλαχνίαν ορέσας, της δουλείας του εχθρού ανακάλεσε και σώσον με». Και πάλι σε μετάφραση συνεχίζει τον θρήνο του ο Αδάμ «Αλίμονο, δεν αντέχω την ντροπή, εγώ που κάποτε ήμουν Βασιλιάς όλων των επιγείων κτισμάτων του Θεού, να έχω καταντήσει τώρα αιχμάλωτος μιας τραγικής ανεπίσημης συμβουλής που μου δόθηκε. Και ενώ κάποτε ήμουν ντυμένος με την δόξα της αθανασίας, τώρα κουβαλάω μαζί μου, όπου πηγαίνω, ως ένας ελεεινός θνητός το τομάρι της νεκρώσεως. Συμφορά μου! Ας κάνω λοιπόν τώρα σύντροφο της ζωής μου τον θρήνο. Αλλά Εσύ, Φιλάνθρωπε Βασιλεύ, που με έπλασες από το χώμα με τα ίδια Σου τα Χέρια, αφού εξαντλήσεις τα αποθέματα της Ευσπλαχνίας Σου, Σε παρακαλώ να με λυτρώσεις από την δουλεία του εχθρού, δηλ. από την αιχμαλωσία του Διαβόλου και να με σώσεις».
Ο Θεός άκουσε τον θρήνο του Αδάμ, που είναι και θρήνος όλων των απογόνων του και αποφάσισε, όπως ελέχθη, να θέσει σε εφαρμογή το Σχέδιο της Θείας Οικονομίας για την σωτηρία του ανθρώπου, δηλ. για την λύτρωσή του από τα δεσμά της αμαρτίας, αφού δια της αμαρτίας εισήλθε ο θάνατος στην ζωή μας. Αχθοφόρος της σχετικής Εντολής του Θεού έγινε ο ίδιος ο Υιός Του, ο Κύριος Ημών Ιησούς Χριστός, που δέχθηκε να θυσιασθεί εκουσίως, για να δώσει την ευκαιρία σε όσους πιστεύουν σε Αυτόν να ξαναγίνουν τέκνα του Θεού και να ξανακερδίσουν έτσι τον χαμένο Παράδεισο. Καθώς διανύουμε ήδη την περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, κατά την οποία ψάλλουμε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, θα ακούσουμε σε πολλά τροπάρια της σχετικής Ακολουθίας, αλλά και σε αρκετές στροφές των Χαιρετισμών να προαναγγέλλει ο μελωδός την υλοποίηση του Σχεδίου της Θείας Οικονομίας και να δοξολογεί την Αειπάρθενο Θεοτόκο, που έγινε το «όχημα», το οποίο έφερε τον Θεό στην γη και μας ωδήγησε έτσι στην σωτηρία. Θα έχουμε την ευκαιρία σε επόμενα άρθρα μας κατά την περίοδο των χαιρετισμών να δούμε μέσα από τους ύμνους και τις στροφές των στάσεων της σχετικής Ακολουθίας, πώς ξεδιπλώνεται το Σχέδιο του Θεού για την σωτηρία του ανθρώπου και γιατί η Παναγία έχει ξεχωριστή θέση στην υλοποίηση αυτού. Για να ολοκληρώσουμε όμως τις σκέψεις που διατυπώνουμε εδώ, θα κάνουμε ένα μεγάλο «άλμα» και θα μεταφεφρθούμε στην νύχτα της Αναστάσεως. Εκείνη η νύχτα μάς «φωτογραφίζει» το τέλος του Σχεδίου της Θείας Οικονομίας, που επισφραγίζεται με μια μοναδική εικόνα (αυτή αποτυτππωνεται και αγιογραφικά σε πολλές Εκκλησίες), καθώς μάς δείχνει τον Αναστάντα Κύριο αμέσως μετά την Έγερση Αυτού να κρατάει από την μια μεριά το χέρι του Αδάμ και από την άλλη το χέρι της Εύας και να τούς συνεγείρει και αυτούς μαζί Του από τους τάφους τους. Είναι η εικόνα που κατ’ επέκταση δείχνει την Ανάσταση και όλων των απογόνων των Πρωτοπλάστων, αλλά και τον τρόπο, με τον οποίο ο θρήνος του προπάτορα Αδάμ μπορεί να μετατραπεί στην χαρά της επιστροφής όλων μας στον χαμένο Παράδεισο.