Dogma

Οι Άγιοι Άγγελοι προ της Φάτνης

Πρώτος που λαμβάνει να διαμηνύσει το μήνυμα της σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού, μέσω του Ευαγγελισμού της Κυρίας Θεοτόκου, είναι ο αρχάγγελος Γαβριήλ, ο οποίος επειδή επίστευσε αμέσως, χωρίς υπόνοια δυσπιστίας στη θεϊκή εντολή, τρόπον τινά, κατά τους Αγίους Πατέρες, έλαβε "προαγωγή" και απεκαταστάθη πλέον ως Αρχάγγελος, πλησίον του ετέρου Αρχιστρατήγου Μιχαήλ.

Του Δημητρίου Π. Λυκούδη, θεολόγου.

Οι άγιοι άγγελοι, ως νόες απαθέστατοι και καθ᾿ υπερβολήν φιλάνθρωποι, εάν μπορούσαμε να τους καταλογίσουμε ένα «παράπονο» προς τον Πανάγιο Θεό, αυτό θα ήταν η ακόρεστη και αδιάλειπτη επιθυμία τους να δουν, να θεαθούν τον Υιό και Λόγο του Θεού, το δεύτερο Πρόσωπο της Παναγίας Τριάδος και Κύριο Ιησού Χριστό.

Με βάση τις Γραφές, ήξεραν ότι θα σαρκωθεί ο Λόγος του Θεού, πλην, όμως, δεν εγνώριζαν πότε θα συμβεί αυτό και, ακόμη περισσότερο, αγνοούσαν την παναγία μορφή του ως προς την ανθρωπότητά Του. Γι᾿ αυτό, όταν αντίκρισαν την ταπεινή γέννηση του Θεανθρώπου Χριστού, αμέσως έκθαμβοι, ένεκα της πανωραιότητος και του ανυπερβλήτου φυσικού κάλλους της θεανθρωπότητάς Του, έψαλλαν «Δόξα εν Υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Έκτοτε, αυτός ο αγγελοσύνθετος ύμνος, που ακούσθηκε για πρώτη φορά την ημέρα της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού, ασφαλώς συσταθείς διά Πνεύματος Αγίου, παραδόθηκε στην ιερή υμνολογία και στη θεία Λατρεία της Αγίας μας Εκκλησίας.

Στην Τρίτη Ώρα των μεγάλων και βασιλικών Ωρών των Χριστουγέννων διαβάζουμε ότι «Προ της Γεννήσεως της σης, τρόμωορώσαι το μυστήριον Κύριε, αι νοεραίστρατιαίκατεπλήττοντο». Όλα τα τάγματα των αγίων Αγγέλων, κατά τον Άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο, προσήλθαν στην ταπεινή φάτνη της Βηθλεέμ να προσκυνήσουν τον σαρκί νηπιάσαντα Χριστό, εκτός από το τάγμα των Θρόνων, το οποίο πάντοτε βρίσκεται πλησίον του θρόνου της Παναγίας Τριάδος, στον «τρίτο Ουρανό», ως λέγει ο Απόστολος των Εθνών, Παύλος. Έτσι, τερματίζει το «παράπονο» των αγίων Αγγέλων, διότι ο Χριστός δεν είναι πλέον αθεώρητος, μιας και οι άγγελοι, έως τότε, χαίρονταν στη θέα της δόξας της Αγίας Τριάδος, αλλά αγνοούσαν τη μορφή της ανθρωπότητας του Χριστού.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, αναφορικά με τη χαρμόσυνη εορτή των Χριστουγέννων, λέγει ότι «Χριστός γεννάται και ουχί εγεννήθη! Χριστός γεννάται διαρκώς και αιωνίως και αδιαλείπτως» μέσα στις καρδιές των ανθρώπων, που μεταποιούνται σε φάτνες υποδοχής και εγκολπόσεως του θείου Βρέφους. Και οι πιστοί, συμμετέχοντες ενεργά και αποδεχόμενοι, ως άλλος Ειρηναίος στη Βηθλεέμ, το αληθινό μήνυμα της εορτής, ας ακούσουμε το εόρτιοιδιόμελον και ας πράξουμε, καθείς, κατά την αγαπητική αυτού προαίρεση και φιλοτιμία: «Δεύτε πιστοί επαρθώμενενθέως, και κατίδωμενσυγκατάβασινθεϊκήν άνωθεν, εν Βηθλεέμ προς ημάς εμφανώς, και νουν καθαρθέντες, τω βίωπροσενέγκωμεν, αρετάς αντί μύρου…».

Στα 5.508 εκκλησιαστικά έτη (το ενθυμούμαι από προφορικές παραδόσεις του μακαριστού παπά Εφραίμ του Φιλοθεΐτου) από της εξορίας του Αγίου Αδάμ, έλαβε χώρα η Γέννηση του Θεανθρώπου Χριστού. Και από τότε, «ο Χριστός αεί γεννάται στην κεκαθαρμένηνκαρδίαν του ανθρώπου», κατά τον Άγιο Συμεών, τον Νέο Θεολόγο.

Πρώτος που λαμβάνει να διαμηνύσει το μήνυμα της σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού, μέσω του Ευαγγελισμού της Κυρίας Θεοτόκου, είναι ο αρχάγγελος Γαβριήλ, ο οποίος επειδή επίστευσε αμέσως, χωρίς υπόνοια δυσπιστίας στη θεϊκή εντολή, τρόπον τινά, κατά τους Αγίους Πατέρες, έλαβε «προαγωγή» και απεκαταστάθη πλέον ως Αρχάγγελος, πλησίον του ετέρου Αρχιστρατήγου Μιχαήλ. Ο δε άγιος Ιωσήφ ο Μνήστωρ «τάδε λέγει προς την Παρθένον: Μαρία, τί το δράμα τούτο, ο εν σοι τεθέαμαι; απορώ και εξίσταμαι, και τον νουν καταπλήττομαι! […] αντί τιμής αισχύνην, αντ᾿ ευφροσύνης την λύπην, αντί του επαινείσθαι, τον ψόγον μοι προσήγαγες…». Μετά, βέβαια, την αγγελοφάνεια, ο δίκαιος Ιωσήφ επίστευσε απολύτως και έλαβε μεγάλη χάρη Παναγίου Πνεύματος, διότι, σημειώνει ο άγιος Συμεών, είχε την υψοποιό ευλογία να κρατάει στην αγκαλιά του τον νηπιάσαντα σαρκί Χριστό, δώδεκα περίπου χρόνια, όσα και έζησε μετά τη Γέννηση του Θεανθρώπου.

Ο Υιός και Λόγος του Θεού σαρκούται ένεκα της ανειπώτου και ανυπερθέτου αγάπης Του προς τον άνθρωπο. Και ο άνθρωπος και δη ο πιστός, μέσω της προσευχής, της νηστείας και της όλης προπαρασκευαστικής περιόδου της Τεσσαρακοστής, που προηγείται της εορτής των Χριστουγέννων, προετοιμάζει και μεταμορφώνει την καρδιά του σε ταπεινή φάτνη για να Τον υποδεχθεί. Εντός του σπηλαίου της Βηθλεέμ, λέγει ο άγιος Συμεών, που προηγουμένως ανέφερα, πέραν του σκότους και της παγωνιάς, επικρατεί και έντονη δυσοσμία, διότι εκεί παρευρίσκονταν και τα άλογα ζώα, με όλες τις πραγματικές συνέπειες της εκεί φυσικής τους παρουσίας. Αυτή δε η δυσοσμία, με τρόπο συμβολικό και αλληγορικό, αναγωγικά παραλληλίζεται με τη δυσοσμία της αμαρτίας και των εφάμαρτων έργων μας που, είναι αλήθεια, κυριαρχούσε την εποχή εκείνη και θα συνεχίσει να αναδύεται αποκρουστικά έως της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού μας στη Γη.

Και ο άνθρωπος, ιδού σήμερον ο ταλαίπωρος και φαυλόβιος άνθρωπος, περιορίζει εις το περιθώριον τη μητέρα των εορτών, καταλιμπάνει το σωτηριολογικό μήνυμα της χριστουγεννιάτικης εορτής και αναβιβάζει σε αξιολογικό βάθρο τα ατέρμονα φαγοπότια, τις ξέφρενες και απύθμενες διασκεδάσεις. Ο άνθρωπος εις το κέντρον, ο Χριστός εις το περιθώριον! «Άκουε ουρανέ, και ενωτίζου η γη, σαλευθήτω τα θεμέλια, επιλαβέτω τρόμος τα καταχθόνια, ότι ο Θεός τε και Κτίστης, σαρκός εισέδυπλάσιν. Και ο κραταιά κτίσαςχειρί την κτίσιν, σπλάγχνονοράται πλάσματος».

Χριστός γεννάται, αγαπητοί αναγνώστες. Και αν υπάρχει χώρος δια τον Βασιλέα της δόξης, ώστε να έλθει και κατά τη θεία Αυτού κένωση και συγκατάβαση, να γεννηθεί εντός μας, αυτός ο χώρος είναι η καρδία του ανθρώπου. Εκεί υπάρχει ο μόνος βασιλικός θρόνος που Τον αναπαύει και δύναται, κατά χάριν να Τον υποδεχθεί.

Ναι, Κύριε! «Λαθών ετέχθης υπό το Σπήλαιον, αλλ᾿ ουρανός σε πάσινεκήρυξεν, ώσπερ στόμα, τον Αστέρα προβαλλόμενος, Σωτήρ. Και Μάγους σοι προσήνεγκεν, εν πίστειπροσκυνούντας σε, μεθ᾿ ων ελέησον ημάς».