Όλα εκείνα που η Ιστορία φιλάρετα κατέγραψε
Γράφει ο Δημήτριος Π. Λυκούδης, θεολόγος
Υπάρχουν πρόσωπα που η Ιστορία μας συγκράτησε στη μνήμη της και άλλα τα εδόξασε, άλλα τα ετραγούδησε, τα ετίμησε και τα εναπέθεσε στη φαρέτρα των ηρώων και ενδόξων επί της γης. Άλλους πάλι σκοπίμως ελησμόνησε, καθώς επέρασαν τα χρόνια και ξεχάστηκαν οι ασχήμιες και τα αναίσχυντα που διέπραξαν. Ωσάν τον Κωνσταντίνο Σιμωνίδη, που ισχυριζόταν ότι η καταγωγή του ήταν από τα Στάγειρα! Στη «Συμαΐδα» του (1849) παρέθεσα μάλιστα και πλαστά πιστοποιητικά ότι δήθεν ήταν «πατρόθεν Σταγειρίτης». Τέτοιας ρηχότητος ενεργήματα…
Έμεινε στις ιστορικές φυλλάδες ως ένας αδύναμος ηθικά και πένης πνευματικά άνθρωπος. Ο Νικολέτος, ο πιστός υπηρέτης του μεγάλου Κυβερνήτου, εκείνου που βάλθηκε να κάμνει την Ελλάδα αρχόντισσα και ισχυρά. Τον εκάλεσε ο Ιωάννης Καποδίστριας σε φιλική απολογία: «Γιατί παιδί μου;» τον ερώτησε με παράπονο, «γιατί βάλθηκες να ρίψεις δηλητήριο στον καφέ μου, εσύ, ο έως τώρα πιστός υπηρέτης μου;». Ο Νικολέτος βρήκε το θάρρος, έστω και την ύστατη ώρα! Εφανέρωσε την πλεκτάνη, προφύλαξε τον φιλάγαθο κύριό του και έχυσε τον φαρμακωμένο καφέ που τού είχε ετοιμάσει λίγο πριν. Βλέπετε, με 25 χιλιάδες γρόσια «ετίμησαν» την τιμημένη ζωή του άρχοντος πολιτικού…! Τόσα ήταν τα χρήματα της προδοσίας που ενεχύρησαν κάποιοι στον υπηρέτη. Όταν δε έλεγαν στον Κυβερνήτη όσα του καταμαρτυρούν, δεν απαντούσε! Κάπου κάπου μόνο, όταν ξεχείλιζε η στενοχώρια του, ψιθύριζε: «Ας λένε και ας γράφουν ό,τι θέλουν. Έρχεται όμως καιρός που οι άνθρωποι κρίνονται όχι με τα όσα ειπώθηκαν ή γράφτηκαν για τις πράξεις τους, αλλά σύμφωνα με όσα μαρτυρούν οι ίδιες οι πράξεις τους».
Και ένας άλλος φιλόσοφος, που η Ιστορία πολλές τιμητικές αράδες τού αφιέρωσε, σημειώνει: «Ένα ποτάμι βρώμικο είναι ο άνθρωπος. Μα πρέπει να γίνει θάλασσα, για να μπορεί να δέχεται ένα βρώμικο ποτάμι χωρίς να βρωμίζεται». Και να, να! Προβάλλει ο ξακουστός Ζαν Μπατίστ Πουλέν (Jean Baptiste Poquelin) γνωστός ως Μολιέρος (1622-1673). Ανήκε στο κίνημα του κλασικισμού και υπήρξε ο σημαντικότερος δάσκαλος της κωμωδίας στη δυτική λογοτεχνία. Ιδού, λοιπόν, διάβασε μεγάλες αλήθειες, αγαπητέ αναγνώστη, από έναν θιασώτη της κωμωδίας, του οποίου ο θίασος έφθασε τιμητικά να ονομαστεί «βασιλικός θεατρικός θίασος»: «Εμπρός, χτυπάτε, φίλοι μου, αυλικοί μου, όλους αράδα να τους γλωσσοφάτε. Αλλά μόλις φανεί απ᾿ αυτούς κανένας, τρέχετε όλοι να τον καλοδεχθείτε, τού σφίγγετε το χέρι, τον φιλάτε και αιώνια τού ορκιζόσαστε φιλία!». Αλήθεια, μόνο η προσωπική μου ουθένεια έχει την αίσθηση ότι τα ως άνω λόγια θυμίζουν γεροντικό των Πατέρων και ρήσεις των Οσίων της Ερήμου;
Και σ᾿ ένα άλλο έργο του με τίτλο «Μισάνθρωπος», ο Μολιέρος τονίζει: «Εσείς…που έχετε την τέχνη πολλά να λέτε, χωρίς να λέτε τίποτε! Όπως εκείνος που στις ζωγραφιές σκεπάζει τα γυμνά, μα στην πράξη πολύ τ᾿ αποζητάει!». Η υστεροφημία που προσδοκάς να έχεις επί της γης, αν το επιθυμείς αυτό, είναι η κοσμική μνήμη και ανάμνηση και πόρρω διαφέρει από την πνευματική και ευχετική-προσευχητική «αιωνία μνήμη», που αναφέρεται στη μνήμη του Θεού και ουχί του ανθρώπου, αν μπορούμε, βέβαια, να γράψουμε τη φράση «μνήμη Θεού». Έχει να κάνει, δηλαδή, με την προαίρεσή σου, με όσα προσδοκάς και ορέγεσαι και κυρίως, με όσα διαπράττεις επί της γης, ώστε η Ιστορία να σε κατατάξει στη χορεία των ανθρώπων που δεν ελοιδόρησαν Θεό και ανθρώπους και δεν έφυγαν υπερκορεσμένοι από φίλαυτες και μιαρές σκέψεις, λογισμούς και επαίσχυντα δήθεν «ανδραγαθήματα».
Ο παγκόσμιος Πωλ Βαλερύ (1871-1945), αυτός που άφησε πανεπιστημιακές θέσεις και στα πενήντα του χρόνια αφοσιώθηκε στη συγγραφή, είπε: «Ο αριθμός των εχθρών μου αυξάνεται σε ευθεία αναλογία με τη σπουδαιότητα μας. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τον αριθμό των φίλων μας». Και λίγο αργότερα διάβασα εκείνα τα λόγια του που, ίσως, σκέπτομαι, ίσως και μόνο αυτά να είναι ικανά, ώστε η Ιστορία, ως ανέφερα πριν, να τον συγκαταριθμήσει στους μεγάλους και ξακουστούς του συμπαντικού πνεύματος και των γραμμάτων: «Εάν ένα πουλί μπορούσε να πει ακριβώς τι κελαηδάει, γιατί το κελαηδάει και τι μέσα του είναι αυτό που κελαηδάει, δεν θα κελαηδούσε».
Έτσι κάπως τα έχω στοιβαγμένα στο νου μου, ανακατεμένα, ουχί μονοδιάστατα. Μού θυμίζει τον πόνο και το κάψιμο πολλών, σήμερα, και συνάμα την εναγώνια και απέλπιδα προσπάθειά τους, να αφήσουν ένα όνομα, να τους μάθει ο κόσμος! Ενώπιον όλων μουλωχτοί και ταπεινόσχημοι και πριν προλάβει να πέσει το σκοτάδι τρώνε ανθρώπους, εχθρούς και φίλους, χωρίς διακρίσεις, αν πρόκειται για πατέρες και αδελφούς!
Ο Βίκτωρ Ουγκώ (1802-1885), αυτός ο παγκόσμιος συγγραφέας που επί σαράντα και πλέον χρόνους εδούλευε το έργο «Αθλιότητες», το οποίο αργότερα ονομάστηκε «οι Άθλιοι», σ᾿ ένα ποίημά του με τίτλο «Lettre a une femme», λέγει: «Δε γνωρίζω τ᾿ όνομά μου πλέον, ονομάζομαι Πατρίς!». Αν ίσως και εσύ σκέφτεσαι με τον τρόπο αυτό, φίλε αναγνώστη, έχεις επιλέξει την καλή μερίδα και τον ορθόδοξο προσανατολισμό επί της γης και η Ιστορία, είναι αλήθεια, αιώνες τώρα, δεν κάμνει λάθη και ξεύρει καλώς να διαχωρίζει «τ᾿αστέρια του Ουρανού από τα σχήματα που κάμνει η πάπια στην αμμουδιά», ως θα έλεγε και ένας δυτικός φιλόσοφος!
Η Ιστορία! Αλήθεια, πόσα πρόσωπα συγκράτησε στη μνήμη της και άλλα τα εδόξασε, άλλα τα ετραγούδησε, τα ετίμησε και τα εναπέθεσε στη φαρέτρα των ηρώων και ενδόξων επί της γης. Να! Ωσάν και αυτό του Ισαάκ Νεύτωνα (1642-1727). Έκαμνε κατάκτηση ανακαλύψεων και δεν τις εδημοσίευσε! Χλευάστηκε, παραγκωνίσθηκε για την πίστη του στο Θεό και για την αηδία που εξέφραζε για κάθε ποταπή υστεροφημία επί της γης. Στα 1693 η ευαίσθητη και καταπονουμένη φύση του έπαθε νευρικό κλονισμό. Πέθανε ως διευθυντής στο Νομισματοκοπείο του Λονδίνου, στα 1727. Και σήμερα, να, αυτά θα διαβάσεις επί του τάφου του, σαν κινήσεις και ταξιδέψεις έως τον τόπο της θανής του: «Η φύση και οι νόμοι της φύσης κρύφτηκαν στο σκοτάδι. Είπε ο Θεός: «Γεννηθήτω ο Νεύτων και όλα έγιναν φως»».
Εσταμάτησα τη συγγραφή και αντηχούσαν ακόμη στα αυτιά μου τα λόγια εκείνα που αρχικά σού εμπιστεύτηκα: «Υπάρχουν πρόσωπα που η Ιστορία μας συγκράτησε στη μνήμη της και άλλα τα εδόξασε, άλλα τα ετραγούδησε, τα ετίμησε και τα εναπέθεσε στη φαρέτρα των ηρώων και ενδόξων επί της γης. Άλλους πάλι σκοπίμως ελησμόνησε, καθώς επέρασαν τα χρόνια και ξεχάστηκαν οι ασχήμιες και τα αναίσχυντα που διέπραξαν».