Εκείνος που ζητά και χτυπά την θύρα και αιτεί μέχρι τέλους(Ματθ. 7, 8), σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου, επιτυγχάνει τα αιτήματά του.
Μόνο ας έχει θάρρος να ζητά αδιάλειπτα με το νου και με το στόμα, και να επιμένει ανένδοτα στη σωματική λατρεία του Θεού, χωρίς να περιπλέκεται στα κοσμικά πράγματα, ούτε να ευχαριστείται με τα πάθη της κακίας.
Γιατί είναι αψευδής Εκείνος που είπε: «Κάθε τι που θα μου ζητήσετε στην προσευχή με πίστη, θα το λάβετε»(Ματθ. 21, 22). Εκείνοι τώρα που λένε ότι και αν κάνει κανείς όλα τα διαταγμένα, αλλά δε λάβει τη θεία χάρη σ’ αυτόν τον κόσμο, δεν ωφελήθηκε τίποτε, νομίζουν και λένε εσφαλμένα και ασύμφωνα με τις θείες Γραφές.
Γιατί δεν είναι άδικος ο Θεός, ώστε όταν εμείς κατορθώσουμε ό,τι απαιτείται από μας, Αυτός να μην κάνει ό,τι αφορά Εκείνον. Φρόντιζε μονάχα τότε, όταν η ψυχή θα χωρίζεται από το άθλιο αυτό σώμα, να βρεθείς αγωνιζόμενος, γεμάτος σπουδή κι απαντοχή της θείας υποσχέσεως, καρτερικός, γεμάτος πίστη, και να ζητάς με διάκριση.
Και εγώ σου λέω, και πίστεψέ το, ότι θα φύγεις από τη ζωή με χαρά, θα έχεις παρρησία και θα αποδειχθείς άξιος της βασιλείας. Γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος βρίσκεται ήδη σε κοινωνία με τον Θεό ανεπαίσθητα, με την πίστη δηλαδή και την προθυμία.
Όπως δηλαδή εκείνος που βλέπει μιά γυναίκα με πονηρή επιθυμία, ήδη έχει διαπράξει μέσα του μοιχεία μ’ αυτήν(Ματθ. 5, 28), και μ’ όλο που δε μολύνθηκε στο σώμα, θεωρείται ήδη μοιχός, έτσι και εκείνος που αποστράφηκε με την καρδιά του τα πονηρά και συνδέεται με τον Κύριο με πόθο και αναζήτηση, με επιμονή και θεοφιλή διάθεση, βρίσκεται ήδη κάπως σε κοινωνία με τον Θεό, και έχει λάβει μεγάλο δώρο από Αυτόν το να επιμένει στην προσευχή και στον καλό ζήλο και στη φιλάρετη ζωή. Αν ακόμη και ένα ποτήρι κρύο νερό που δίνουμε δε μένει χωρίς μισθό(Ματθ. 10, 42), πόσο περισσότερο δε θα δώσει ο Θεός ό,τι υποσχέθηκε σ’ εκείνους που είναι προσηλωμένοι σ’ Αυτόν μέρα και νύχτα και τον παρακαλούν;