Εκείνος που έγινε μέτοχος του θείου Πνεύματος, ελευθερώνεται από τις εμπαθείς επιθυμίες και ηδονές, δεν αποχωρίζεται όμως τις σωματικές ανάγκες της φύσεως.
Ως ελευθερωμένος λοιπόν από τα δεσμά της εμπαθούς ορέξεως και ενωμένος με την αθάνατη δόξα και γλυκύτητα, βιάζεται αδιάκοπα να είναι στα ουράνια και να μένει μαζί με τον Θεό, και ούτε για λίγο να μην απομακρύνεται από τη θεωρία Του και την ακόρεστη απόλαυσή Του.
Αλλά και ως δεμένος με τη φθορά και με το σώμα, κατακάμπτεται από αυτό και σέρνεται και στρέφεται στα γήινα, και έχει γι’ αυτό τόση λύπη, όση νομίζω έχει η ψυχή του αμαρτωλού, όταν χωρίζεται από το σώμα.