Ποιο είναι το νόημα της φράσης «κατά συνθήκην ψεύδη;»
Γράφει ο Δημήτριος Π. Λυκούδης, θεολόγος
Ακούγεται και διαβάζεται σαν κάτι απλουστευμένο, χωρίς ιδιαίτερη βαρύτητα, μάλλον δε και ως κάτι δειλά δειλά ευχάριστο και σωτήριο σε ορισμένες περιπτώσεις. Ένα μικρό ψεματάκι, σχεδόν ανώδυνο, της «στιγμής» ως λέμε, που πολλές φορές «καλύπτει» και είναι έτοιμο να αποσοβήσει πιθανές αναδυόμενες και εκκολαπτόμενες εκρήξεις. Πολλοί, μάλιστα, για να στηρίξουν όσα αίολα υποστηρίζουν, σχεδόν πάντα, επιστρατεύουν την αγιαστική περίπτωση του αγίου Διονυσίου, Επισκόπου Αιγίνης, του Ζακυνθινού, που έσωσε τον φονιά του αδελφού «λέγοντας ψέματα» στους χωροφύλακες που τον καταδίωκαν για να τον συλλάβουν. Είναι, όμως έτσι;
Αρχικά, αναφορικά με τον οσιακό βίο του Αγίου Διονυσίου, πολλοί ιστορικοί διαφωνούν ότι ο άγιος είπε ψέματα στους χωροφύλακες. Δεν είπε ψέματα, απλά τους παραπλάνησε και τους κατεύθυνε προς άλλη οδό προκειμένου να τον προφθάσουν και να τον συλλάβουν. Και, ακόμη, θα ήταν ευχής έργον, όσοι υπομνηματίζουν αυτή την πράξη του Οσίου Διονυσίου, ακόμη καλύτερα θα ήταν να επιχειρούσαν να μιμηθούν και τον όλο βίο και τα έργα του επί της γης και να μην εμμένουν αποκλειστικά και μόνο σε ένα γεγονός, μονοδιάστατα, μόνο και μόνο για να στηρίξουν τα λεγόμενά τους. Το κάνουν; Αν μιμούνται τον οσιακό δεσπότη τότε γράφουμε εσφαλμένα και σταματούμε όσα άλλα περιττά!
Ακόμη, όμως, και να είπε ψέματα ο όσιος, ερωτούμε: έχει σχέση η βαρύτητα και το μέγεθος αυτής της πράξης του ενάρετου δεσπότη, που ό,τι έκαμνε το έκαμνε για να σωθεί μια ταλαιπωρημένη ψυχή, έχει σχέση ερωτούμε αυτό με όλα όσα ψέματα, ανερυθρίαστα και καθημερινά, ξεστομίζουμε μικροί και μεγάλοι, για κάθε ζήτημα, γιατί απλούστατα αναπαυόμαστε σε μικρά ψεματάκια, που μας ανακουφίζουν δήθεν πολλαπλώς και μας εξυπηρετούν ποικιλοτρόπως; Τα ονοματίζουμε «κατά συνθήκην ψεύδη» και προσπαθούμε να φιμώσουμε την αντίδραση της συνειδήσεώς μας, που δικαίως εξεγείρεται και φωνασκεί τον ευαγγελικό λόγο του Ιωάννου «υμείς εκ του πατρός του διαβόλου εστέ και διά τούτο λαλείτε το ψεύδος και ποιείτε το ψεύδος» (Ιωάν. 8, 44).
«Κατά συνθήκην ψεύδη» – αλήθεια, τι ανόητος φράση! – στην αρχή και νιώθουμε πως ενεργούμε φιλάρετα! Μετά, σιγά σιγά, ψεματάκια, ασταμάτητα, το ένα ακολουθεί το άλλο για κάθε ζήτημα και όσο περνάει ο χρόνος καταλήγουμε να μην πιστεύουμε ούτε τον ίδιο τον εαυτό μας: Και πόσο πανηγυρίζει ο διάβολος, ο πατήρ του ψεύδους, που μας βλέπει να διολισθαίνουμε στον κατήφορο της ψεματοχρησίας και, ακόμη χειρότερα, να προσπαθούμε κιόλας να δικαιολογήσουμε αυτές μας τις ενέργειες!
Σε περιπτώσεις δε που η φανέρωση της αλήθειας είναι πιθανό να επιφέρει δυσάρεστες συνέπειες, όπως π.χ. σε έναν ασθενή που κινδυνεύει η ζωή του, τότε είναι προτιμότερο και σωτήριο να κάμνουμε χρήση της απλής διάκρισης, ως λέγουν οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, την οποία έχουμε όλοι οι άνθρωποι ως «κατ᾿ εικόνα Θεού δημιουργήματα» (και η οποία, ασφαλώς, διαφέρει από τη χαρισματική διάκριση): να δώσουμε, δηλαδή, μία αισιόδοξη προοπτική στον ασθενή, να προσπαθήσουμε, τρόπον τινά, να αλλάξουμε τη συζήτηση ή, ακούγεται προτιμότερο, να προσπαθήσουμε να «ωραιοποιήσουμε» την αλήθεια με πίστη και ελπίδα στον Χριστό, όχι όμως αποσιωπώντας την ή λέγοντες ψέματα. Είναι, βέβαια, δύσκολο, πολύ δύσκολο θα έλεγα, αλλά καλύτερα μισή αλήθεια παρά ολόκληρο ψέμα σε όλους γύρω μας, ιδιαιτέρως δε στον εαυτό μας.
Και, δυστυχώς, επειδή σήμερα η έκφραση της αλήθειας δεν είναι δεδομένο από τους βαπτισμένους χριστιανούς, ας ξεκινήσουμε να ορθοτομούμε τον λόγο της αληθείας με έργα και λόγια καθημερινά, ας γκρεμίζουμε όσα προπύργια στήνει ο μισόκαλος και ψεύτης διάβολος εντός μας και γύρω μας. Και, επιτέλους, ας διαγράψουμε από το λεξιλόγιο, από την καρδιά και καθημερινότητά μας αυτή την ανίερη φράση «κατά συνθήκην ψεύδη», αφήνοντας τον παγκάκιστο διάβολο «μονώτατο» μαζί με τους ομοίους του.