Dogma

Ποιον και γιατί να πείσω για την ανάγκη συμμετοχής μου στη Θεία Κοινωνία

Γράφει ο Δημήτριος Λυκούδης, θεολόγος

Διαβάζουμε και βλέπουμε, σχεδόν, καθημερινά, απέλπιδες προσπάθειες χριστιανών, κληρικών και λαϊκών, να επιχειρούν να πείσουν για την αναγκαιότητα και το ασφαλές της συμμετοχής των πιστών στη Θεία Κοινωνία του Σώματος και Αίματος του Κυρίου Ιησού Χριστού.

Πολλές φορές, είναι αλήθεια, με μεστό θεολογικό λόγο, άρτιο και επιστημονικά κατοχυρωμένο. Όταν δε, αυτές οι θέσεις εκπορεύονται και από πρόσωπα που έχουν εγνωσμένη αξία και εμβρίθεια ορθόπρακτου βίου (αυτό τυγχάνει και είναι σπανιότερο), τότε ευφραίνεσαι να τους ακούς και καυχιέσαι για τις ορθόδοξες φωνές γύρω σου. Σε άλλη περίπτωση, φοβούμαι δε πως είναι και οι περισσότερες που κατακλύζουν τις δημοσιογραφικές φυλλάδες και τις τηλεοράσεις σήμερα, αναρωτιέται καθένας, αβίαστα, για την ποιότητα και ποσότητα του ψεκασμού που γευόμαστε…! Τελικά, αλήθεια: μήπως μας ψεκάζουν, ως λέγει και υποψιάζεται ο λαός μας;

Συγκρατώ στη μνήμη μου μια φράση από συλλογή διηγημάτων του Καρκαβίτσα, στα γυμνασιακά μου χρόνια, τότε που τα ερωτήματα που γεννούσε η εφηβική καρδιά ήταν αμέτρητα, ακόμη, όμως, περισσότερες ήταν και οι απαντήσεις που λαμβάναμε από τη συνείδηση της εφηβικής και απροσποίητης απλότητας: «Όσα φωτίζει το λυχνάρι μας με το κοντό φυτίλι του, αυτά μόνο βλέπουμε». Για τα υπόλοιπα; Ποιος θα δώσει απάντηση για όσα σπουδαία και ανεξήγητα φαντάζουν στον διανοητικά περιορισμένο ανθρώπινο νου;

Οι Νηπτικοί Πατέρες της Εκκλησίας μάς διδάσκουν ότι ο ιερέας λειτουργός, με τη φράση «Μετά φόβου, Πίστεως και Αγάπης προσέλθετε» κρατώντας στα χέρια του το Άγιο Ποτήριο, αναφέρεται σε τρεις κατηγορίες πιστών, που συμμετέχουν ενεργά στη Θεία Λειτουργία: α) «Μετά φόβου» σε όσους προσεγγίζουν φοβικά τον Κύριο Ιησού Χριστό και προσπαθούν περισσότερο να ζουν πνευματικά όχι τόσο για να κερδίσουν τον Παράδεισο, αλλά για ν᾿ αποφύγουν την Κόλαση, β) «Μετά Πίστεως» σε όσους αντιμετωπίζουν αντιδοτικά τον Ουρανό και προσβλέπουν σε μελλοντική ανταπόδοση των όσων ευεργεσιών και αγαθοεργιών τους εδώ στη γη και γ) «και Αγάπης» σε όσους προσέρχονται και πράττουν ένεκα της καθάριας και αληθινής αγάπης προς τον Θεάνθρωπο Ιησού, χωρίς να αιτούνται ούτε ακόμη και αυτόν τον Παράδεισο…! Και οι τρεις κατηγορίες των πιστών είναι κλητοί και προσκεκλημένοι συνδαιτημόνες στο Πασχάλιο Δείπνο του Κυρίου Ιησού Χριστού,  «εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον».

Μάλιστα. Επομένως, όσοι πιστοί προσέρχονται να κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, είτε προετοιμασμένοι κατάλληλα είτε όχι, γνωρίζουν καλώς πως αυτό που κάμνουν είναι ασφαλές, πέραν των όποιων πολιτειακών και υγειονομικών περιορισμών και απαγορεύσεων, φωτιστικό, αγιαστικό, σωτήριο. Μάλιστα! Επομένως, ερωτώ: ποιον προσπαθούμε να πείσουμε για τα δικά μας πνευματικά αυτονόητα; Αυτούς που απιστούν και αντιστρατεύονται την ορθόδοξη Πίστη μας; Πώς να τους πείσουμε; Μήπως είμαι υπερβολικός όταν πιστεύω ότι αυτοί  θα αρνούνται και θα δυσπιστούν ακόμη και στη θέα της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου Ιησού Χριστού; Το γεγονός ότι δεν προσερχόμαστε στη Θεία Κοινωνία οφείλεται όχι στην πιθανή υποψία ότι δύναται κάποιος να κωλύσει κάποιο μεταδιδόμενο νόσημα από το Άγιο Ποτήριο, αλλά στην πειθαρχία και συμμόρφωσή μας στις Πολιτειακές και Συνοδικές αποφάσεις, κάτι που στην εκκλησιαστική ορολογία ονομάζεται υποκοή και ταπείνωση.

Όμως, πέραν αυτών, ποιον προσπαθούμε να πείσουμε ότι «ζει Κύριος ο Θεός και ότι όλα στην Ορθοδοξία είναι ολοζώντανα;» (φράση που συνήθιζε να λέγει ο Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης). Και, εισέτι, γιατί χρειάζεται να πείσω, οποιονδήποτε που δυσπιστεί, ότι κοινωνώ ασφαλώς τον ίδιο και ολόκληρο  τον Ιησού Χριστό, χωρίς ίχνος υποψίας να μολύνω ή να μολυνθώ από τον προηγούμενο ή επόμενο πιστό που θα κοινωνήσει μαζί μου;

Η Θεία Ευχαριστία είναι Μυστήριο Πίστεως και ανήκει στα υποχρεωτικά και επαναλαμβανόμενα μυστήρια που καλείται να συμμετέχει ο πιστός. Ως Μυστήριο, λοιπόν, Πίστεως, δεν έχει ανάγκη ανθρωπίνων αποδείξεων. Ο Όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, τόνιζε χαρακτηριστικά: «Καθάρισε την καρδιά σου και τότε τα πάντα θα εξηγηθούν εντός σου με τρόπο μυσταγωγικό και υπερβατικό». Επομένως, κρίνεται απαραίτητη η επιστράτευση της ανθρώπινης διάκρισης, ώστε να έχουμε, κατά το δυνατόν, βέβαια, συνείδηση όσων λέμε και πράττουμε, κυρίως, όμως, σε ποιους ομιλούμε και για ποιο λόγο! Άλλωστε, αδυνατούν πολλοί να κατανοήσουν το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, απλούστατα, διότι προηγείται η ανάγκη της καθάρσεως και έπεται ο φωτισμός, ο οποίος, με τη σειρά του, δια-φωτίζει τον άνθρωπο για όσα άρρητα και ανερμήνευτα γύρω του.

Οι Καινοδιαθηκολόγοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η προδοσία του Ιούδα, ενός  εκ των δώδεκα μαθητών του Χριστού, δεν εστιάζεται τόσο στη φιλαργυρία του όσο στην αδυναμία και απροθυμία του ν᾿ αποδεχθεί το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας! Και εδώ, θυμάμαι όσα γλαφυρά έλεγε ο μακαριστός άγιος γέρων, παπα Εφραίμ, ο πρώην Φιλοθεΐτης: «Παιδί μου, ξέρεις τι σημαίνει κοινωνώ τον Χριστό; Τον κατεβάζω στη γη και τον παίρνω μέσα μου, δικό μου».

Τι, λοιπόν, και αν τόσοι ταπεινοί και αφοσιωμένοι λειτουργοί του Υψίστου επέρασαν ολόκληρη την ιερατική τους διακονία μέσα σε νοσηλευτικά ιδρύματα, κοινωνώντας τα αδέλφια μας, ασθενείς με επικίνδυνα μεταδιδόμενα νοσήματα! Τι και αν τόσοι αγαθοί ποιμένες, σήμερα που γράφουμε αυτές τις αράδες, διακονούν με αυταπάρνηση και ασκητική αγάπη σε τόσες κλινικές και μονάδες Υγείας της Πατρίδας μας! Τι και αν ο Κύριος Ιησούς Χριστός προδίδεται και σταυρώνεται καί σήμερα, 2020 χρόνια από την  ατιμωτική Σταύρωση και καταδίκη Του, από σύγχρονους αρνητές και προδότες Του! Είναι αυτή η αλήθεια της Ορθοδοξίας, το Μυστήριο της Πίστεως, το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας που ενοχλεί πολλούς και θα ενοχλεί εσαεί!

Κλείνοντας το σύντομο κείμενο, ας θυμηθούμε τον άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς, έναν μεγάλο στάρετς της Ορθοδοξίας μας, και όσα δίδασκε σε περιπτώσεις ανάλογες με τις σημερινές: «Γι ᾿ αυτό πολεμούν τον Χριστό και τη Θεία Ευχαριστία, διότι δεν αποδέχονται την Αλήθεια, που για εμάς τους ορθοδόξους είναι το Πρόσωπο του Απολύτου, ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Και όσο δεν αποδέχονται αυτή την Αλήθεια, τόσο περισσότερο θα Τον πολεμούν και θα Τον αρνούνται, μη αναλογιζόμενοι οι ταλαίπωροι, ότι πολεμούν αυτή την ίδια την πραγματικότητα».