Πού θα μπορούσαμε να βασισθούμε, ποια σημεία επαφής να βρούμε για να βοηθήσουμε τους νέους να προσεγγίσουν το μυστήριο της Μετανοίας; Νομίζω στην επίκληση των οδυνηρών υπαρξιακών προβλημάτων των νέων. Οι νέοι σήμερα από μικρή ηλικία δεν ζουν παραδοσιακή ζωή, εκτός εξαιρέσεων· ζουν την εκκοσμίκευση και έχουν προχωρημένες εμπειρίες απογοητεύσεως. Μετά από πολλές αναζητήσεις, δοκιμές και απογοητεύσεις έχουν μία πίκρα μέσα τους. Εκείνη την ώρα λοιπόν που αρχίζουν να βιώνουν αυτή την πίκρα, μπορεί να τους συναντήσει ο θεολόγος ή ο ιερεύς ή ο πιστός χριστιανός και να τους πει: «Κοίταξε, αδελφέ, όλα αυτά που δοκίμασες είναι μία απελπισία, μία αποτυχία, όμως υπάρχει κάτι που δεν το δοκίμασες και αυτό μπορεί να σου δώσει την όντως, την αληθινή, χαρά».
Έχουμε πολλά παραδείγματα νέων ανθρώπων που απογοητευμένοι απ’ όλα, στρέφονται προς τον Χριστό ως την τελευταία και μοναδική λύση του αδιεξόδου τους. Πολλοί νέοι που έχουν καταφύγει στα ναρκωτικά και είναι από καλές οικογένειες, μου είπαν: «Πάτερ, δεν πήραμε ναρκωτικά γιατί είμαστε αλήτες, αλλά γιατί είμαστε από όλα απογοητευμένοι και ζητάμε κάποια διέξοδο». Τους πλανά ο διάβολος και νομίζουν ότι στα ναρκωτικά θα βρουν αυτό το βαθύ που λαχταρά η ανθρώπινη ψυχή.
Κάτι άλλο που μπορεί εκ πείρας να καταλάβει ο νέος είναι ότι κάθε αμαρτία κατά βάθος είναι φιλαυτία, δηλαδή αρρωστημένη, εγωιστική αγάπη του εαυτού μας και ότι η φιλαυτία μας οδηγεί στην μοναξιά και το αδιέξοδο. Δεν μπορεί ο άνθρωπος με την φιλαυτία να αποκαταστήσει πραγματική κοινωνία με τον Θεό και τον συνάνθρωπό του, και τελικά ζει σε μία αφόρητη μοναξιά. Και αυτή η μοναξιά είναι κόλαση προ της κολάσεως. Την έλλειψη κάθε μεταξύ τους κοινωνίας βιώνουν οι κολασμένοι, κατά την απάντηση που έδωσε το κρανίο ενός ιερέως των ειδώλων. Όταν δηλαδή ερωτήθηκε από τον Μέγα Μακάριο, πώς περνούν στον άδη, εκείνο απήντησε ότι δεν μπορεί ο ένας να δει τον άλλον. Ενώ εμείς μέσα στην Εκκλησία μπορούμε να ιδούμε ο ένας τον άλλον εν Χριστώ Ιησού.
Ο άνθρωπος ως κατ’ εικόνα Θεού πλασμένος είναι ον θεολογικό. Καμία αυτονομία δεν μπορεί να του δώσει αυτό που τον ολοκληρώνει, τον ειρηνεύει, τον αναπαύει βαθιά μέσα στην ψυχή του, παρά μόνο εάν επιστρέψει στο πρότυπο της εικόνος του που είναι ο Χριστός.
Ο άνθρωπος στην Εκκλησία μπορεί να πραγματοποιήσει αληθινά το πρόσωπό του σε κοινωνία με τον Θεό και τους ανθρώπους και να φθάσει την ύψιστη δυνατότητα της υπάρξεώς του, την θέωση. Η Εκκλησία του δίνει την δυνατότητα του αληθινού ανθρωπισμού.
Ο Θεός και η Εκκλησία αγαπούν τον άνθρωπο όπως είναι, όταν πολλές φορές ακόμη και οι γονείς του τον απορρίπτουν. Η Εκκλησία δέχεται τον άνθρωπο όσο αμαρτωλός και αν είναι και όπως είναι, για να του δώσει όμως τη δυνατότητα να γίνει, όπως θέλει ο Θεός. Και πόσο τον βοηθεί αυτή η αποδοχή! Είναι γνωστή η φιλανθρωπία των αγίων Πατέρων και Γερόντων της ερήμου. Μέχρι σήμερα βλέπουμε στους διακριτικούς Πατέρες του Αγίου Όρους, που στον εαυτό τους είναι αυστηροί, να δείχνουν άκρα φιλανθρωπία και κατανόηση στον πεσόντα άνθρωπο, και στην αρρωστημένη και φθαρμένη ανθρώπινη φύση. Αλλά και το θάρρος και την βοήθεια που δίνουν στον άνθρωπο για να τον πάρουν από εκεί που είναι, από την κόλασή του μέσα, και να τον οδηγήσουν με πολλή αγάπη και διάκριση στον Θεό.
Στην Εκκλησία υπάρχει η δυνατότητα της μυστικής εμπειρίας του Θεού. Δεν μπορεί ο άνθρωπος ν’ αναπαυθεί μόνο με μια εξωτερική σχέση με τον Θεό. Είναι πλασμένος να είναι ερωτευμένος με τον Θεό. Ο θείος έρως, λέγουν οι Πατέρες, είναι ανάγκη της ψυχής του ανθρώπου. Λοιπόν η ερωτική σχέση με τον Θεό είναι εκείνη που τελικά αναπαύει τον άνθρωπο. Και αυτή η ερωτική σχέση και μυστική ζωή και εμπειρία του Θεού τροφοδοτείται από την μυστηριακή ζωή, την αδιάλειπτη προσευχή και όλη την ασκητική πρακτική της Ορθοδόξου Εκκλησίας, την οποία η Φιλοκαλία και οι άγιοι Πατέρες μάς παραδίδουν.
Ουράνιες εμπειρίες προσφέρει η Χάρις του Χριστού στους ορθοδόξους χριστιανούς που καλώς αγωνίζονται. Έτσι δεν χρειάζεται να αναζητούμε αλλού λυτρωτικές εμπειρίες και να ματαιοπονούμε.
Αυτές είναι μερικές δυνατότητες, σημεία επαφής, που έχουμε να μιλήσουμε στο βάθος της ψυχής των παιδιών μας, στον πυρήνα της υπάρξεώς τους, της αγωνίας τους και της αναζητήσεώς τους, πάντοτε με μία θετική στάση αγάπης και στοργής απέναντί τους. Βέβαια για όλα αυτά χρειαζόμαστε φωτισμένους διδασκάλους και χαρισματούχους Πνευματικούς. Γι’ αυτό πρέπει να ζητούμε από τον Θεό να μας τους δίνει. Αυτοί είναι το φως του κόσμου.
Από το περιοδικό “Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ”, Έκδ. Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, τ. 12 (1987), άρθρο: «Η εν μετανοία εξομολόγησις», σελ. 37 (απόσπασμα).