Πού θα βρούμε την αληθινή ευτυχία
Του Αρχιμ. Νεκτάριου Πόκκια, Ηγούμενου της Ι. Μονής Θάρρι Ρόδου
Εάν είχε κάποιος την δυνατότητα να ρωτήσει πολλούς ανθρώπους για το πώς αντιλαμβάνονται την ευτυχία στη σημερινή μας εποχή, είμαι σίγουρος ότι ποικίλες απαντήσεις θα μπορούσε να λάβει.
Άλλος θα θεωρούσε ευτυχία τα πολλά χρήματα, άλλος τις πολυκατοικίες που έφτιαξε, άλλος τον τελευταίο τύπο του iphone τηλεφώνου που πήρε, άλλος το ακριβό αυτοκίνητο που αγόρασε, άλλος τις μακρινές διακοπές που επέλεξε (αλήθεια τι μόδα και αυτή η τελευταία, να κάνουν κάποιοι διακοπές τις άγιες ημέρες των Χριστουγέννων σε εξωτικά μέρη χωρίς να εκκλησιάζονται και χωρίς να βιώνουν την ζεστασιά της μεγάλης αυτής εορτής της πίστεως μας, που ο ιερός Χρυσόστομος την ονομάζει Μητρόπολη των εορτών) και διάφορα άλλα που απέχουν ουσιαστικά από το πραγματικό περιεχόμενο της ευτυχίας, η οποία δεν αποκτιέται με τα υλικά αγαθά, αλλά ανακαλύπτεται μέσα μας, όπως θα δούμε στην παρακάτω σοφή διήγηση.
Κάποτε σε ένα χωριό ζούσαν ευτυχισμένα οι άνθρωποι. Αγαπούσαν ο ένας τον άλλον και περνούσαν όμορφα, ειρηνικά και αρμονικά, ώσπου μπήκε στη μέση ο διάβολος, ο οποίος, ως μισόκαλος, φθόνησε αυτή την ωραία ατμόσφαιρα και θέλησε να τους μπερδέψει. Δεν μπορούσε να ανέχεται την ευτυχία τους τόσο φανερά. Με ένα σατανικό τέχνασμα σκέφτηκε να τους την κλέψει και να την κρύψει. Η πρώτη του σκέψη ήταν να την πάει στην κορυφή του πιο ψηλού βουνού για να μη μπορούν να την ανακαλύψουν! Γρήγορα, όμως, άλλαξε γνώμη (άλλωστε το ιδιαίτερο γνώρισμα του διαβόλου είναι να αλλάζει τακτική και να μεταμορφώνεται). Έτσι είπε: «Εάν κρύψω την ευτυχία στο ψηλότερο βουνό μπορεί να την ψάξει κάποιος να την βρει, άρα θα την τοποθετήσω σε άλλο μέρος πιο ασφαλές». Σκέφτηκε για λίγο και είπε να την κρύψει στον βυθό της θάλασσας, αλλά και πάλι επειδή υπήρχε κίνδυνος να βρεθεί, έκανε μία δεύτερη σκέψη και είπε να την φυγαδεύσει στο πιο μακρινό σημείο του πλανήτη, ούτως ώστε να μην μπορέσει κάποιος από τους ανθρώπους να διανύσει τόσο μεγάλη απόσταση για να την βρει! Δεν ήταν όμως ικανοποιημένος ούτε με αυτή την σκέψη, ώσπου του ήλθε πιο έξυπνη έμπνευση: «Το βρήκα! είπε με χαρά. Θα βάλω την ευτυχία στο πιο ασφαλές μέρος. Εκεί, είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι δεν πρόκειται να την βρει κανένας όσο και να ψάξει. Θα την τοποθετήσω βαθειά μέσα στην καρδιά των ανθρώπων! Να είσθε σίγουροι ότι θα είναι τόσο απορροφημένοι από τις καθημερινές μέριμνες και τόσο κουρασμένοι ψυχικά από τα προβλήματά τους, που δεν θα υποψιασθούν να ψάξουν εκεί, για να βρουν αυτή την πραγματική ευτυχία».
Η παραπάνω διήγηση φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, φανταστική. Μη βιαστούμε, όμως, να την απορρίψουμε, αλλά να την φιλοσοφήσουμε και να απαντήσουμε με ειλικρίνεια, εάν θέλουμε να είμαστε συνεπείς με τον εαυτό μας. Μήπως, ενώ έχουμε την πραγματική ευτυχία μέσα μας στην ορθόδοξη μας πίστη που είναι η μόνη αληθινή, στο ζωντανό Χριστό που μας αγαπά και μας σώζει, στην αληθινή Εκκλησία που ως φιλόστοργη μητέρα μας προστατεύει, εμείς καθημερινά ψάχνουμε να την βρούμε αλλού; Σίγουρα το πραγματικό της νόημα δεν μπορεί να ταυτισθεί με ματαιοδοξίες και υλικά πράγματα. Είναι πανθομολογούμενο από την σημερινή κατάσταση της κοινωνίας μας και από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ότι σε τέτοια πράγματα δεν βρίσκεται η πραγματική και γνήσια ευτυχία, αλλά μία νόθα και κάλπικη, η οποία εύκολα και με την πρώτη δυσκολία εξανεμίζεται, γιατί απλά δεν έχει γερές ρίζες.
Εάν θέλουμε να βρούμε το πραγματικό περιεχόμενο της αληθινής ευτυχίας, μήπως πρέπει να ευθυγραμμισθούμε με τον Ευαγγελιστή Ματθαίο που λέει ότι «όπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς υμών, εκεί έσται καὶ ἡ καρδία υμών»;
Ας οριοθετήσουμε, λοιπόν και ας ιεραρχήσουμε τις πραγματικές ανάγκες της ψυχής και του σώματός μας όσο είναι καιρός, βάζοντας στην αρχή ό,τι αληθινά δίδει ουσία και περιεχόμενο στην ανθρώπινη υπόστασή μας, στην ιδιαιτερότητα του ανθρωπίνου προσώπου και στην αθανασία της ψυχής μας, έτσι ώστε να βιώνουμε ορθόπρακτα κάθε παρόν και κάθε αύριο και να δοξολογούμε διά βίου, «έργοις τε και λόγοις», τον Κύριον της δόξης, Κύριον Ιησού Χριστό και Σωτήρα μας.