Σὲ δοξάζω, Κύριε Θεέ μου, μὲ ὅλη τὴν καρδιά μου. Γονατίζω μπροστά Σου μὲ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή μου καὶ ἐξομολογοῦμαι τὶς ἁμαρτίες μου. Σκύψε καὶ σὺ καὶ ἄκουσε τὴ δέησή μου καὶ συγχώρησε τὴν ἀσέβειά μου.
Ἁμάρτησα, ἀνόμησα, ἐπλημμέλησα, παρώξυνα καὶ παραπίκρανα Ἐσένα τὸν ἀγαθό μου Κύριο καὶ τροφέα καὶ προστάτη. Δὲν ὑπάρχει εἶδος κακίας ποὺ δὲν ἔκανα μὲ ἔργο καὶ μὲ λόγο, ἐν γνώσει καὶ ἐν ἀγνοίᾳ καὶ μὲ ἐνθυμήσεις καὶ σκέψεις πονηρὲς πολὺ ἁμάρτησα. Καὶ, ὅσες φορὲς ὑποσχέθηκα νὰ μετανοήσω, ἄλλες τόσες ξανάκανα τὰ ἴδια.
Εἶναι πιὸ εὔκολο νὰ μετρηθοῦν οἱ σταγόνες τῆς βροχῆς παρὰ οἱ ἁμαρτίες μου. Ἔφτασαν καὶ πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι μου ἀκόμα! Γιατί ἀπὸ τὰ νιάτα μου καὶ μέχρι σήμερα ἄνοιξα τὶς πόρτες τῆς ψυχῆς μου στὶς ἄτοπες ἐπιθυμίες, δούλεψα στὶς ἄτακτες καὶ ἀχαλίνωτες ὁρμές, λέρωσα τὸν λευκὸ χιτῶνα τοῦ βαπτίσματος, μόλυνα τὸν ναὸ τοῦ σώματός μου, καὶ βρώμισα τὴν ψυχή μου μὲ τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας ποὺ διέπραξα.
Σὺ τὰ ξέρεις ὅλα. Τί νὰ τὰ λέω;
Ἡ καρδιά μου συντρίβεται καὶ ἡ ψυχή μου βουλιάζει μέσα στὴν ἀπορία, γιατί ἂν καὶ τόσα ἁμαρτήματα ἔκανα, οὔτε ἕνα μικρὸ ἔργο μετάνοιας δὲν παρουσίασα… Γιὰ αὐτὸ εἶναι ταραγμένη ἡ ψυχή μου, γεμάτη ὀδύνη καὶ κατήφεια…
Παρὰ ταῦτα δὲν μπορῶ παρὰ νὰ ἐλπίζω στὴ σωτηρία μου… ἐλπίζοντας στὴν ἀγάπη σου.
Ἐλέησέ με, Θεέ μου, μὲ τὸ μέγα ἔλεός σου, γιατί σὲ Σένα πιστεύω… Συγχώρησέ με τὸν ἀχρεῖο καὶ ταπεινό.
Ἄκουσε τὴν προσευχὴ τοῦ ταπεινοῦ δούλου σου … Σὰν ἄνθρωπος ἁμάρτησα. Ὡς Θεὸς συγχώρεσέ με… γιά τὴν πολλή σου ἀγαθότητα καὶ τὴν ἀνέκφραστη εὐσπλαχνία καὶ φιλανθρωπία, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς πανενδόξου, πανυμνήτου, ὑπερευλογημένης καὶ κεχαριτωμένης, ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας. Ἀμήν.
Ἁγίου Ἰωάννη Χρυσοστόμου