Σχίσμα και Αίρεση: ποια η διαφορά τους
Του Δημητρίου Λυκούδη, θεολόγου
Έχουμε ακούσει να γράφουν και να μιλούν πολλές φορές για τους όρους «Σχίσμα» και «Αίρεση». Ταυτίζονται, όμως; Είναι το ίδιο και, αν όχι, ποια είναι η διαφορά τους;
Σχίσμα σημαίνει διακοπή εκκλησιαστικής κοινωνίας, παύω δηλαδή να μνημονεύω εκκλησιοκεντρικά και λειτουργικά τον οικείο επίσκοπο και ακολούθως, ανάλογα με την περίσταση, της Ιερά Σύνοδο, τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.ά.
Αυτή η διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας επιτυγχάνεται με την παύση και διακοπή της μνημόνευσης του ονόματος, ως αναφέραμε, του επισκόπου και πραγματοποιείται μέσα στη θεία λατρεία και μόνο. Αυτή η διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας φέρει και σχάση, των πιστών που πραγματώνουν το σχίσμα, στη Θεία Κοινωνία, αφού αρνούνται να κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων του Χριστού από το Κοινό Ποτήριο με τον Επίσκοπο, που έπαψαν να μνημονεύουν.
Τὠρα, όταν το σχίσμα αποκτήσει ερείσματα χρονικά, χρονίσει δηλαδή, τότε μεταποιείται σε αίρεση. Ασφαλώς, ως αίρεση, εννοιολογικώς, τονίζεται η αποδοχή και οικειοποίηση μη ορθοδόξων δογμάτων και η αλλοίωση αληθειών της Πίστεως και η παραχάραξή της αλήθειας της Μίας, Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Ανατολικής Εκκλησίας. Η πρώτη, όμως και μεγαλύτερη αίρεση, που ξεκινά ως σχίσμα και προϊόντος του χρόνου γίνεται αίρεση, είναι η διακοπή του μνημοσύνου του Επισκόπου, όταν αυτή έχει διάρκεια στο χρόνο και είναι στερεωμένη σε φίλαυτες, ρηχές πνευματικά και ανεδαφικές εκκλησιολογικά δοξασίες.
Ασφαλώς, δε λογίζεται ως Σχίσμα, αλλά ως διαμαρτυρία, η προσωρινή διακοπή της μνημόνευσης του επισκοπικού ονόματος, όταν ο επιχώριος Επίσκοπος δεν ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας, αλλά πρεσβεύει ανορθόδοξα και αναληθή θέματα, αντιβαίνοντα της Αγίας Γραφής και της Ιεράς Παράδοσης της Εκκλησίας.