Dogma

«Στήτω μετά φόβου και τρόμου»

"Στήτω μετά φόβου και τρόμου", του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ, Υπερτίμου και Εξάρχου Άνω Μακεδονίας.

Οδεύουμε και πάλι μέσα στο πνεύμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, προκειμένου να εορτάσουμε την μεγάλη εορτή των Χριστουγέννων.

Κατ’ αυτήν την ημέρα γίνεται φανερό στους ανθρώπους «το απ’ αιώνος απόκρυφον και Αγγέλοις άγνωστον μυστήριον»1. Αυτός που ανέμεναν οι αιώνες, Αυτός που προσδοκούσαν οι γενεές των ανθρώπων ως σωτήρα και λυτρωτή, Αυτός που προανήγγειλαν οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, γεννήθηκε εν χρόνω από την Παρθένο Μαρία στην ταπεινή πόλη της Βηθλεέμ.

Δεν είναι άγγελος, ούτε αρχάγγελος, ούτε άλλη κτιστή δύναμη, ούτε ακόμη ένας δίκαιος, αλλά αυτός ο Δεσπότης της Κτίσεως, το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, που γίνεται άνθρωπος δια φιλανθρωπίαν, προκειμένου να αναμίξει την θεότητα με την ανθρωπότητα και να χαρίσει και πάλι στο δημιούργημά Του, τον άνθρωπο, την δυνατότητα της σωτηρίας.
Θα ήθελα, λοιπόν, ενόψει αυτής της μεγάλης εορτής που, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο είναι η μητρόπολη πασών των εορτών2, να μεταφέρω στην ευλαβική σας σκέψη, σε εσάς τους συνοδοιπόρους στην διακονία του Μυστηρίου της Ιερωσύνης, μία υπόμνηση από το βιβλίο των Αποστολικών Διαταγών.

Γράφουν οι Αποστολικές Διαταγές : «Διδάσκων δε, ω επίσκοπε, κέλευε και παραίνει τω λαώ εις την εκκλησίαν ενδελεχίζειν όρθρου και εσπέρας εκάστης ημέρας… Μάλιστα δε εν τη ημέρα του Σαββάτου και εν τη του Κυρίου αναστασίμω τη Κυριακή σπουδαιοτέρως απαντάτε, αίνον αναπέμποντες τω Θεώ»3.

Προτρέπεται, λοιπόν, ο Επίσκοπος να συμβουλεύει τους πιστούς, πολύ δε περισσότερο εκείνους που δέχτηκαν το βάρος της ατίμητης Ιερωσύνης, να μετέχουν στην λατρεία καθημερινά, ιδιαιτέρως δε το Σάββατο και την Κυριακή, που είναι η ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου και είναι κατεξοχήν αφιερωμένη στον Άγιο Τριαδικό Θεό. Μάλιστα δε, η Εκκλησία καθόρισε στο διάβα των αιώνων, μαζί με την ανάγνωση των ιερών κειμένων και τη διδασκαλία την οποία πρέπει να δέχονται οι χριστιανοί μας, να υπάρχουν και διάφοροι ύμνοι, όπως διαμορφώθηκαν μέχρι σήμερα.

Ένα συστατικό στοιχείο αυτής της λατρείας είναι η ιεροπρέπεια και η κατάνυξη. Γιατί απλούστατα, η προσευχή μας και η ψαλμωδία δεν είναι τίποτα άλλο, παρά κοινωνία με τον Θεό. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος είναι χαρακτηριστικός στο σημείο αυτό : «ου γαρ ανθρώποις ψάλλομεν, αλλά τω Θεώ»4.

Και εάν αυτό ισχύει για τους χριστιανούς μας, πολύ δε περισσότερο πρέπει να ισχύει για εκείνους που επιφορτίστηκαν την διακονία του Ιερού Θυσιαστηρίου. Γι’ αυτό και η στάση μας μέσα στον Ναό, πρέπει να είναι ιεροπρεπής. Να μας διακρίνει ο φόβος του Θεού και η ευλάβεια, καθώς και η σεμνότητα και η αφοσίωση στα τελούμενα, αφού λατρεύουμε και προσκυνούμε τον ζώντα Τριαδικό Θεό. Σήμερα οι άνθρωποι, έχοντας ισοπεδώσει τα πάντα στη ζωή τους, ακόμη και τους χώρους λατρείας της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, αδυνατούν να ακούσουν για φόβο Θεού και ευλάβεια.

Όμως, αυτά τα δύο καθώς και άλλες πνευματικές υποθήκες της Ορθοδόξου Θεολογίας μας αποτελούν την βάση της πνευματικής μας ζωής.

Και πρώτον : Γιατί μας χρειάζεται ο φόβος του Θεού μέσα στη λατρεία της Εκκλησίας μας;

Φόβος απέναντι στο Ιερό Θυσιαστήριο, όπου είναι ο τόπος που ιερουργείται το Μυστήριο της Βασιλείας του Θεού και σφαγιάζεται ο Αμνός του Θεού, και άρα είναι ο Θρόνος του Θεού, κατά την έκφραση των Θεοφόρων Πατέρων της Εκκλησίας.

Φόβος κατά την τέλεση των Ιερών Μυστηρίων, αφού συνομιλούμε με τον Θεό και διοχετεύουμε την αγιαστική χάρη Του στους ανθρώπους.

Φόβος κατά την τέλεση της αναιμάκτου θυσίας. Ο Ιερός Χρυσόστομος είναι χαρακτηριστικός και αποκαλυπτικός: «Νομίζεις ότι αυτήν την ώρα βρίσκεσαι στη γη και όχι στον ουρανό;» Γι‘ αυτό βλέπουμε αγίους Ιερείς, την ώρα της Θείας Λειτουργίας, από τα μάτια τους να τρέχουν πύρινα δάκρυα, ώστε να βρέχουν και το Ιερό Αντιμήνσιο και να βρίσκονται σε «άλλους κόσμους» από τις αποκαλύψεις που τους αξιώνει η φιλανθρωπία του Θεού να δουν.

Ιερείς, σαν τον Όσιο Σωφρόνιο του Έσσεξ, σαν τους Οσίους του 21ου αιώνος, Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη, Ιάκωβο του Οσίου Δαβίδ, Φιλόθεο της Πάρου, Αμφιλόχιο της Πάτμου, Ιερώνυμο τον Σιμωνοπετρίτη, Αθανάσιο Χαμακιώτη, Δαμασκηνό της Μονής Μακρυνού, Δημήτριο Γκαγκαστάθη των Τρικάλων, Γέροντα Εφραίμ της Αριζόνας, αλλά και ένα ακόμη μεγάλο πλήθος αγίων Ιερέων αποτελούν υποδείγματα βιώσεως του φόβου του Θεού και της προτροπής του ιερού υμνογράφου της Εκκλησίας: «Σιγησάτω πάσα σαρξ βροτεία και στήτω μετά φόβου και τρόμου και μηδέν γήινον εν εαυτώ λογιζέσθω».

Τι είναι όμως αυτός ο φόβος;

Ο Όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ γράφει τα εξής χαρακτηριστικά από την αγιοπνευματική του εμπειρία : «Ο φόβος αυτός δεν είναι ασθένεια, αλλά ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της αγάπης. Φόβος του να μην χάσουμε τον Θεό, τον τόσο πολύτιμο και αγαπημένο και τόσο γλυκό για την ψυχή.

»Ένα παράδειγμα: Η χάρη του Θεού είναι τέτοια, ώστε όταν την χάσουμε, τότε πραγματικά καταλαβαίνουμε τι σημαίνει θάνατος. Διότι θάνατος δεν σημαίνει πρωτίστως την αποχώρηση της ψυχής από το σώμα, αλλά την απομάκρυνση του πνεύματος του ανθρώπου από την χάρη του Θεού. Αυτός είναι ο αληθινός θάνατος και από αυτόν υποφέρουμε όλοι μας. Έτσι, αν κάποιος από εμάς λάβει την χάρη του Θεού, τότε αυτή γεννά ένα είδος φόβου που συνοδεύεται από δάκρυα. Και τότε ο άνθρωπος ρωτά: “Τι μου συμβαίνει; Ποιός φώλιασε στο νου μου; Τι είναι αυτό τώρα που μου άλλαξε όλους τους λογισμούς και τα αισθήματα;”. Αλλά και το ακόμη φοβερώτερο: “Πως θα το κρατήσω; Πως να μην το χάσω;”».

Και όσο ισχυρότερη είναι η χάρη, τόσο δυνατότερος είναι αυτός ο φόβος. Ένας φόβος για να μην χάσουμε αυτή την πολύτιμη χάρη. Ένας φόβος να μην απομακρυνθούμε από αυτήν την κατάσταση της χάριτος. Αν όμως είμαστε απρόσεκτοι, αυτή η κατάσταση χάνεται εύκολα. Ένας απλός λογισμός, μία ελάχιστη σκέψη που δεν είναι σε αρμονία με την αυτήν, διώχνει την χάρη. Και τότε ψάχνουμε εναγωνίως πως θα την ξαναβρούμε.

Δεύτερον. Γιατί μας χρειάζεται η ευλάβεια;

Ευλαβής είναι ο Κληρικός εκείνος που αισθάνεται ζωντανή την παρουσία του Θεού στη ζωή του:

την ώρα της κατ’ ιδίαν προσευχής, που είναι μία συνομιλία με το Θεό,
την ώρα των Ιερών Ακολουθιών και των Ιερών Μυστηρίων,
την ώρα που εξ ονόματος του λαού ζητά την άφεση των αμαρτιών του και των αγνοημάτων του ποιμνίου του.

Και αυτή η ευλάβεια, που είναι το στολίδι της ζωής του Ιερέως και που αν την αφαιρέσεις, είναι σαν να του αφαιρείς την χάρη του Θεού, φαίνεται περίτρανα σε κάθε στιγμή και έκφανση της ζωής του Ιερέως. Το πως θα μπει στον Ιερό Ναό, πως θα ασπασθεί τις Ιερές Εικόνες, πως θα ανάψει το κερί του, πως θα εισέλθει στο Ιερό Βήμα, πως θα ασπασθεί την Αγία Τράπεζα και πολλά άλλα, είναι δείγματα της ευλαβείας των Κληρικών της Εκκλησίας μας. Πόσο συγκινητικό είναι το γεγονός να βλέπουμε τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο να ανάπτει το κερί μπροστά στις Ιερές Εικόνες, αλλά και όταν φεύγει για μακρινά ταξίδια να ασπάζεται με ευλάβεια τα Ιερά Λείψανα και τις Ιερές Εικόνες του πανσέπτου Πατριαρχικού Ναού και να αιτείται τη σκέπη και την ευλογία του Θεού σ‘ αυτή τη διακονία του.

Η ευλάβεια του Ιερέως φαίνεται και από την ευπρέπεια του Οίκου του Θεού και από τη φροντίδα που έχει για τον Ιερό Ναό και το Ιερό Βήμα. Η ευλάβεια φαίνεται από το πως στέκεται στην Αγία Τράπεζα, πως τελεί και πως συμμετέχει στις Ιερές Ακολουθίες.

Είναι δυνατόν, πατέρες μου, να συνομιλούμε μεταξύ μας φωνασκώντας κατά την διάρκεια των Ιερών Ακολουθιών, πολύ δε περισσότερο κατά την τέλεση του Ιερού Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, όπου και οι Άγγελοι ακόμη παρίστανται φόβω και τρόμω ως λειτουργικά πνεύματα; Επιτρέπεται στις πιο ιερές στιγμές των Ιερών Ακολουθιών, όταν ο Διάκονος υπενθυμίζει στον λαό του Θεού «Σοφία ορθοί», εμείς να καθόμαστε χωρίς να έχουμε τη διάθεση ακροάσεως των ιερών αναγνωσμάτων; Είναι μόνο για τον λαό αυτά και όχι για τους διακόνους του Ιερού Θυσιαστηρίου; Ποιός μας έδωσε το δικαίωμα άραγε να χρησιμοποιούμε τα ενδότερα του καταπετάσματος, δηλαδή τον χώρο του Ιερού Θυσιαστηρίου, για την επίλυση των τυχόν προβλημάτων μας, και όχι για την ευλαβή στάση της προσοχής και της προσευχής; Ο Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης, αλλά και ο Όσιος Ιάκωβος της Μονής του Οσίου Δαυίδ, έλεγαν πως για τα παραπτώματά μας, ο Θεός ως εύσπλαχνος που είναι, θα μας χαρίσει το έλεός Του, για την ανευλάβειά μας όμως, θα δώσουμε φρικτή απολογία. Γι’ αυτό λοιπόν, στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου!

Η ευλάβεια φαίνεται, ακόμη, και στα Ιερά Άμφια: όχι εξεζητημένα, αλλά καθαρά και σιδερωμένα, γιατί τίθενται όλα στη λατρεία του αληθινού Θεού.

Η ευλάβεια φαίνεται στη φροντίδα του για τον έμψυχο ναό, που είναι ο άνθρωπος, προκειμένου να μορφώσει μέσα στην ψυχή του τον Χριστό και να τον οδηγήσει στο δρόμο για τη Βασιλεία των Ουρανών. Άλλωστε η ευλάβεια «τρέφει την ψυχή με θείες σκέψεις»5.

Επιτρέψτε μου να καταθέσω στην αγάπη σας λίγες σκέψεις δανεισμένες από το Όσιο Παΐσιο τον Αγιορείτη. Πως θεωρούσε την ευλάβεια; Τι σημαίνει ευλάβεια για τον καθένα μας; Πως βίωνε εκείνος καθημερινά αυτήν την αρετή;

Έδινε πολύ μεγάλη σημασία στο θέμα της ευλάβειας. Μάλιστα, όταν κάποτε ένας Μοναχός τον ρώτησε τι πρέπει να προσέχει περισσότερο, εκείνος με την αγιοπνευματική του εμπειρία του απάντησε: «την ευλάβεια και την προσοχή στον εαυτό σου».

Τι είναι η ευλάβεια για τον Όσιο; Είναι μία πνευματική ευαισθησία, ώστε να ζει κανείς έντονα την παρουσία του Θεού στη ζωή του και να συμπεριφέρεται με προσοχή και με συστολή. Οι κινήσεις του ευλαβούς ανθρώπου και κυρίως του Κληρικού, είναι λεπτές και προσεγμένες. Αισθάνεται έντονα την παρουσία του Θεού, των Αγγέλων, των Αγίων. Νοιώθει δίπλα του τον Φύλακα Άγγελό του να τον παρακολουθεί. Ζει απλά, αγνά, αγιασμένα. Νοιώθει ζωντανά όλα τα ιερά. Υπάρχει εσωτερική γλυκύτητα, γαλήνη και ευτυχία6.

Η ευλάβεια είναι πηγαία και εσωτερική. Ό,τι αισθάνεται και ό,τι έχει η καρδιά, αυτό και φανερώνεται προς τα έξω. Η ευλάβεια, κατά τον Όσιο Παΐσιο, αρχίζει από τα μικρά και ασήμαντα και καταλήγει στα πιο ουσιώδη και πνευματικά. Έλεγε: «Υπάρχει κίνδυνος αν κανείς καταφρονεί τα μικρά, αυτή η καταφρόνηση να προχωρήσει και στα μεγαλύτερα και αγιότερα, και χωρίς να το καταλάβει, δικαιολογώντας τον εαυτό του ότι αυτό δεν είναι τίποτε, το άλλο δεν πειράζει, να φθάσει, Θεός φυλάξοι, στην τελεία καταφρόνηση των θείων και να γίνει ανευλαβής, αναιδής και άθεος»7.

Συμβούλευε, μάλιστα, ότι «όπως οι Άγγελοι στον ουρανό, πανευλαβώς λατρεύουν τον Θεό νύχτα και ημέρα, έτσι και η ζωή του Ιερέως, αλλά και του κάθε Χριστιανού, πρέπει να είναι αρωματισμένη από βαθειά και πηγαία ευλάβεια». Και αυτό, διότι η ευλάβεια είναι χάρις από τον Θεό μέσα στον άνθρωπο, γι’ αυτό και μεταδίδεται σαν το άρωμα.

Ο ευλαβής άνθρωπος μεταδίδει την ευλάβειά του ως τρόπο ζωής και σε όσους τον συναναστρέφονται με καλή διάθεση και ταπείνωση. Έτσι γίνεται ιεραπόστολος μέσα στην ίδια του την οικογένεια, το εργασιακό του περιβάλλον η τους φίλους του χωρίς να προσπαθήσει πολύ. Διότι μιλά η ευλαβής ζωή του και ο τρόπος του8.

Ο Όσιος Παΐσιος επιμένει πως όλη η βάση της πνευματικής ζωής είναι η ευλάβεια. Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Βλέπεις, άλλος ακουμπά στον τοίχο που ακούμπησε η εικόνα και παίρνει χάρη, και άλλος μπορεί να έχει την καλύτερη εικόνα, αλλά επειδή δεν έχει ευλάβεια, δεν ωφελείται. Η ένας μπορεί να βοηθηθεί από ένα απλό σταυρουδάκι, και άλλος να μην βοηθηθεί από το ίδιο το Τίμιο Ξύλο εάν δεν έχει ευλάβεια».

Όλοι μας λοιπόν έχουμε ανάγκη να διαποτιστούμε περισσότερο με τον φόβο του Θεού και την ευλάβεια κατά την τέλεση των Ιερών Ακολουθιών. Δεν έχουμε το δικαίωμα και δεν επιτρέπεται στην Ιερωσύνη μας, παραδείγματος χάριν για λόγους συντομίας, να παραλείπουμε την Εκτενή Δέηση, τα Κατηχούμενα και τις ευχές των πιστών κατά τη Θεία Λειτουργία, ούτε ακόμη όταν ένας από τους Κληρικούς κατά την έναρξη του Εσπερινού η της Ακολουθίας του Όρθρου αναγινώσκει ενώπιον της Αγίας Τραπέζης τις σχετικές ευχές, εμείς να μην κυκλώνουμε το Ιερό Θυσιαστήριο, να καθόμαστε και κυρίως να αργολογούμε. Με τη συμμετοχή μας αυτή, θα δημιουργήσουμε ένα κατανυκτικό κλίμα το οποίο θα διδάξουμε στους Χριστιανούς μας, ώστε «εν πνεύματι και αληθεία» από κοινού να λατρεύουμε την Παναγία Τριάδα, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιον Πνεύμα.

Μαζί με τις παραπάνω σκέψεις, επιτρέψτε μου, ενώπιον των μεγάλων εορτών, να σας καταθέσω και τα κάτωθι :

1. Για να γιορτάσουμε αληθινά Χριστούγεννα θα πρέπει να καθαρθούμε πνευματικά, ψυχικά, να πλυθούμε μέσα στο Μυστήριο της Εξομολογήσεως. «Καθαρτέον πρώτον και είτα τω καθαρώ προσομιλητέον». Μετάνοια ειλικρινής ενώπιον του πνευματικού πατρός, που είναι ένας Κληρικός και ποτέ ένας λαϊκός η μία εικόνα, όπως κάνουν πολλοί και συμβουλεύουν ανάλογα και τούς Χριστιανούς μας. Στον Επίσκοπο εδόθη η χάρη «του δεσμείν τε και λύειν τα των ανθρώπων πταίσματα» και ο Επίσκοπος εν συνεχεία δίδει αυτήν την άδεια ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ στους Πρεσβυτέρους της Εκκλησίας.

Και στο Μυστήριο της Εξομολογήσεως πρωτοστατούν και προσέρχονται με ταπείνωση πρώτοι οι Κληρικοί. Πως αλλιώς πλησιάζουμε την Αγία Τράπεζα; Πως πιάνουμε το πανακήρατο Σώμα του Χριστού; Πως κοινωνούμε των Αχράντων Μυστηρίων; Σας παρακαλώ, τα φετινά Χριστούγεννα να σημάνουν συναγερμό πνευματικής καθάρσεως. Να εξομολογηθούμε όλοι, να πάρουμε την άφεση των αμαρτιών μας, να φιλοξενήσουμε στον χώρο της καρδιάς μας τον νεογέννητο Κύριο.

2. Μόλις εμείς πετύχουμε την κάθαρση της καρδιάς, να ετοιμάσουμε εν συνεχεία και το ποίμνιό μας. Να προτρέψουμε τούς Χριστιανούς μας να εξομολογηθούν, να καθαρθούν και εν συνεχεία να κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων. Έχουμε ευθύνη γι’ αυτό, και θα δώσουμε φρικτό λόγο στον Θεό για την ραθυμία που δείξαμε ως προς την πνευματική κατάσταση, την τροφοδοσία και την αναγέννηση του ποιμνίου μας.

3. Θα κληθούμε τις ημέρες αυτές, όπως και πάντοτε, να δώσουμε εξετάσεις στην εντολή της αγάπης. Οι αδελφοί μας που υποφέρουν χρειάζονται την βοήθειά μας. Γι’ αυτό λειτουργούν και υπάρχουν τα Φιλόπτωχα Ενοριακά Ταμεία και το Γενικό Φιλόπτωχο της Ιεράς Μητροπόλεως, για να ανακουφίζουν τον ανθρώπινο πόνο. Παρακαλείσθε θερμά να συμπαρασταθείτε με όλες τις δυνάμεις σας στους αδελφούς του Χριστού. Βοηθείστε τούς αδελφούς μας να κάνουν και αυτοί Χριστούγεννα. Δεν πρέπει να υπάρχει Χριστιανός στην Ενορία μας, που να στερηθεί ένα πιάτο φαγητό αυτήν την ημέρα.

4. Στον τομέα των Ιερών Ακολουθιών θα πρέπει να δείξουμε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Να κάνουμε, δηλαδή, όλες τις Ιερές Ακολουθίες, όπως αυτές προβλέπονται από το Τυπικό της Εκκλησίας, με ιδιαίτερο ζήλο, με ιδιαίτερη αγάπη, «ζέον τω πνεύματι, τω Κυρίω δουλεύοντες», κατά την έκφραση του Αποστόλου Παύλου. Να καλύψουμε και να ικανοποιήσουμε τις λατρευτικές ανάγκες του ποιμνίου μας. Μην ξεχνάμε ότι είμαστε στρατιώτες του Χριστού, όπλο μας η προσευχή, οι Ιερές Ακολουθίες. Με αυτές κατεβάζουμε τον Θεό στην γη και ανεβάζουμε τον άνθρωπο στον Ουρανό.

5. Άφησα τελευταίο το πιο σπουδαίο και το πιο σημαντικό. Όπως ανέφερα και παραπάνω, η πατρίδα μας βιώνει μία αληθινή τραγωδία και ο πονεμένος λαός μας ζει κάτω από δύσκολες συνθήκες, αντιμετωπίζοντας καθημερινά πληθώρα προβλημάτων. Τώρα, πατέρες μου, δίνουμε εξετάσεις! Γι’ αυτό σας προτρέπω και πάλι πατρικά:

Α. Παρηγορείτε τον λαό μας με αγάπη και ταπείνωση.
Β. Ενισχύστε αυτούς που βρίσκονται σε απόγνωση και απελπισία.
Γ. Προσφέρετε την χάρη και την ευλογία του Θεού στον καθένα που σας ζητά βοήθεια.
Δ. Βρείτε αυτούς που έχουν ανάγκη και προσφέρετέ τους τα απαραίτητα.
Ε. Να φροντίσετε επισταμένως για τη νεολαία μας, βρίσκοντας τρόπους για να μεταδώσετε το φως του Χριστού.
ΣΤ. Προσευχηθείτε, προσευχηθείτε γι’ αυτούς τους ανθρώπους.
Ζ. Πυκνώστε τις Ιερές Ακολουθίες (Θείες Λειτουργίες, Εσπερινούς, Αγρυπνίες, Αγιασμούς, Ευχέλαια, κ.α.), ζητώντας με αυτόν τον τρόπο το έλεος του Θεού.

Όλα αυτά, αγαπητοί πατέρες, τα καταθέτω με εμπιστοσύνη στη δική σας αγάπη ως Επίσκοπος και πνευματικός σας πατέρας, αναμένοντας τη δική σας ανταπόκριση.

Σας εύχομαι να έχετε την ευλογία του Θεού στην ζωη σας, στην οικογένειά σας, στην Ενορία σας και με υγεία και πνευματική προκοπή να γιορτάσουμε το μεγάλο και υπερφυές γεγονός της Θείας Επιφανείας.

1. Θεοτοκίον δ’ ἤχου.
2. Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, Λόγος ἕκτος εἰς τὸν Φιλογόνιον, PG 48,752.
3. Βιβλίον Β’ Ἀποστολικῶν Διαταγῶν, Ἀποστολικοὶ Πατέρες 1,166-168.
4. Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, Εἰς τὸν Ψαλμὸν ΜΑ’, PG 55,159.
5. Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ἐπιστολή 294, Φήστῳ καί Μάγνῳ, ΕΠΕ 2,382.
6. Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Β’, Πνευματική Ἀφύπνιση, ἐκδ. Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου Σουρωτῆς Θεσσαλονίκης, 1999, σελ. 131.
7. Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἅγιον Όρος 2004, σελ. 441.
8. Αὐτόθι, σελ. 132-134.