Οι ημέρες των Χριστουγεννιάτικων Εορτών είναι ημέρες ανεμελιάς για τα παιδιά, διότι για δύο περίπου εβδομάδες απαλλάσσονται από τις έγνοιες και το άγχος του σχολείου. Είναι όμως παράλληλα και ημέρες χαράς, διότι κατά την διάρκεια αυτών τα παιδιά δέχονται δώρα από αγαπημένα τους πρόσωπα, αλλά και τον παραδοσιακό μποναμά από τους γονείς και τους παππούδες ή τις γιαγιάδες τους.
Εξάλλου οι λιγότερο ντροπαλοί από αυτούς φορούν τον Άγιο-Βασιλιάτικο σκούφο, παίρνουν το τριγωνάκι στα χέρια τους και σεργιανίζουν στις γειτονιές, για να πουν τα κάλαντα από σπίτι σε σπίτι και να φτιάξουν έτσι τον δικό τους κουμπαρά με τα φιλοδωρήματα που τούς δίνονται. Δυστυχώς τις ημέρες αυτές διέλεξαν κάποια άλλα παιδιά, για να μάς πούν τα δικά τους «κάλαντα». Δεν είναι τα κάλαντα των Χριστουγέννων ή της Πρωτοχρονιάς, που γεμίζουν με χαμόγελα και ιλαρότητα τις αυλές των σπιτιών, καθώς ακούγονται οι γλυκές παιδικές φωνές που προαναγγέλλουν την Γέννηση του Χριστού και την έλευση του καινούργιου χρόνου. Είναι τα «κάλαντα» που προκαλούν συνοφρύωση σε όλους μας, διότι τα μαντάτα που μας φέρνουν δεν είναι μόνον απροσδόκητα, αλλά και θλιβερά, αφού μάς πληροφορούν ότι 15χρονοι ανήλικοι, οργανωμένοι σε συμμορίες, επιδίδονται σε βαρειά εγκλήματα, όπως είναι π.χ. οι ληστείες, οι εκβιάσεις και η διακίνηση ναρκωτικών (!), που αποτελούσαν μέχρι σήμερα αποκλειστικό πεδίο δράσης εγκληματικών οργανώσεων. Τώρα έγιναν, δυστυχώς, αντικείμενο ενδιαφέροντος και των συμμοριών ανηλίκων, οι οποίες εμφανίζονται όλο και συχνότερα στους κόλπους της κοινωνίας απειλώντας να εξελιχθούν σε μια καινούργια μάστιγα αυτής. Πρόσφατα μια από τις συμμορίες αυτές διηύρυνε τον κύκλο της αγαθοεργού δραστηρότητάς της εντάσσοντας σε αυτόν τον κατ’ εξακολούθηση βιασμό ενός 15χρονου συνομιλήκου τους!
Είναι να απορεί κανείς, πώς μπορεί να χωράει τόση αναλγησία και κτηνωδία σε παιδικές ψυχές. Εάν σκεφθούμε όμως ότι τα παιδιά είναι πανομοιότυπα αντίτυπα του κόσμου, στον οποίο μεγαλώνουν, εύκολα θα βρούμε την απάντηση σε πολλά ερωτήματα που μάς απασχολούν σε σχέση με την διολίσθησή τους στον χώρο όχι μόνο της βαρειάς εγκληματικότητας, αλλά και της εν γένει παραβατικής συμπεριφοράς. Αρκεί να ρίξουμε μια απλή ματιά σε αυτόν τον κόσμο, που θα μας μιλήσει με την εικόνα του, όπως γίνεται συνήθως με πολλές εικόνες, οι οποίες καθιστούν περιττό τον σχολιασμό τους με λέξεις. Όταν λοιπόν απουσιάζουν από τον κόσμο της ανατροφής των ανηλίκων τα θετικά πρότυπα που χαράσσουν δρόμους αξιολογικής πορείας στην ζωή τους, ενώ αντιθέτως παρατηρείται μια πλησμονή ειδώλων βίαιης και σκληρής συμπεριφοράς, τί μπορούμε να περιμένουμε από αυτά τα παιδιά; Με την βία γαλουχούνται και αυτήν αναπαράγουν στην ζωή τους, μόλις τους δοθεί η ευκαιρία. Παραπονούμαστε, επειδή οι 15χρονοι παραβατικοί ανήλικοι της βίαιης συμπεριφοράς και της εγκληματικότητας δεν βλέπουν τον διπλανό τους ως κοινωνικό εταίρο, ως πρόσωπο δηλ. που κουβαλάει επάνω του δικαιώματα, τα οποία πρέπει να γίνονται σεβαστά από όλους, καθώς αποτελούν αυτονόητη προϋπόθεση της ειρηνικής συμβίωσης των ανθρώπων, αλλά τον βλέπουν ως αναλώσιμο ζώο, ως θήραμα μέσα σε ένα κόσμο ζούγκλας ή ως «σάκκο» του μποξ, επάνω στον οποίο μπορούν να αδειάζουν κατά το δοκούν τα αποθέματα επιθετικότητας, που πλημμυρίζουν κάθε τόσο το είναι τους. Πώς μπορούμε να περιμένουμε από αυτά τα παιδιά να ξεχωρίζουν την αξιολογική κοινωνική συμβίωση μεταξύ των ανθρώπων από την κοινωνία της ζούγκλας, που την διαφεντεύει ο νόμος του ισχυρότερου, όταν ούτε η οικογένεια ούτε όμως και το σχολείο, από τα εκπαιδευτικά προγράμματα του οποίου απουσιάζει η σχετική διδαχή, τούς μίλησε ποτέ για την οριοθετική γραμμή που υπάρχει ανάμεσα στις δύο αυτές κοινωνίες, ώστε να γνωρίζουν, σε ποιά κοινωνία ζουν ή σε ποιά κοινωνία θέλουν να πορευθούν με το πρότυπο της ζωής που διαμορφώνουν. Είναι προφανές ότι ποτέ κανείς δεν εγνώρισε σε αυτά τα παιδιά τον Χριστό, ο οποίος σφυρηλατεί με τον λόγο Του μια διαφορετικής ποιότητας σχέση του καθενός από εμάς με τον κοινωνικό μας εταίρο, τον πλησίον. Όταν λοιπόν δεν δείχνουμε στα παιδιά το εκτυφλωτικό Φως της αρετής που εκπέμπει ο Χριστός, από πού θα πάρουν το φως που χρειάζονται, για να φωτίζουν τα σκοτεινά σημεία της διαδρομής τους στην ζωή;
Δεν χρειάζεται, νομίζω, να επικαλεσθεί κάποιος περισσότερα επιχειρήματα, για να πείσει ότι το φαινόμενο με τις συμμορίες των 15χρονων ανηλίκων συνιστά μια ανησυχητική παθογένεια του σημερινού ελληνικού κοινωνικού οργανισμού. Ένα δένδρο που βγάζει βλαστάρια, τα οποία μαραίνονται πριν ανθίσουν ή καρπούς που σαπίζουν επάνω στην κλάρα τους πριν καλά ωριμάσουν, είναι βαρειά άρρωστο. Και το δένδρο αυτό έχει ανάγκη από επείγουσα και ιδιαίτερη θεραπευτική φροντίδα για να μη ξεραθεί. Προς αντιμετώπιση της εν λόγω παθογένειας ορισμένοι προτείνουν την επανεξέταση και την αυστηροποίηση του ποινικού θεσμικού πλαισίου για τους ανηλίκους. Είναι μια άποψη που δεν την συμμερίζομαι πλήρως σε όλη της την έκταση. Και τούτο, διότι ο Ποινικός μας Κώδικας έχει διαμορφώσει στα άρ. 121 και επόμενα ένα πειστικό κατά βάση σύστημα κυρώσεων για τους ανηλίκους, που είναι προσαρμοσμένο στην ιδιάζουσα ψυχοπνευματική κατάσταση, την οποία ενέχει η ανηλικότητα. Τους χωρίζει μάλιστα ο ποινικός νομοθέτης τους ανηλίκους σε 3 κατηγορίες: Πρώτον. Στους ανηλίκους που έχουν ηλικία μέχρι 12 ετών, οι οποίοι είναι πλήρως ανίκανοι, για να τους αποδοθεί οποιαδήποτε ποινική ή άλλη ευθύνη (άρ. 126 παρ. 1 εδάφιο α΄ ΠΚ). Δεύτερον. Στους ανηλίκους που έχουν ηλικία από 12 μέχρι 15 ετών μη συμπληρωμένων, οι οποίοι είναι επίσης ανίκανοι για καταλογισμό, μπορούν όμως να επιβληθούν σε αυτούς τα αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα που προβλέπονται αντιστοίχως στα άρ. 121 και 123 ΠΚ (άρ. 126 παρ. 1 εδάφιο β΄ ΠΚ). Και τρίτον στους ανηλίκους που έχουν ηλικία από 15 ετών συμπληρωμένων μέχρι 18 ετών, στους οποίους μπορεί κατ’ εξαίρεση να επιβληθεί περιορισμός σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων υπό τους όρους του άρ. 127 ΠΚ (άρ. 126 παρ. 2 ΠΚ). Πρέπει να σημειωθεί ότι η ιδιάζουσα ποινή του περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων, η οποία κατ’ εξαίρεση μπορεί να επιβληθεί, όπως ελέχθη, στους ανηλίκους που έχουν συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας τους, χρειάζεται ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του Δικαστηρίου Ανηλίκων και μόνον, εφ’ όσον η πράξη τους, αν την τελούσε ενήλικος, θα ήταν κακούργημα που εμπεριέχει στοιχεία βίας, π.χ. ληστεία (άρ. 380 ΠΚ), βιασμός (άρ. 336 ΠΚ) ή στρέφεται κατά της ζωής, π.χ. ανθρωποκτονία εκ προθέσεως (άρ. 299 ΠΚ), ή της σωματικής ακεραιότητας, π.χ. σκοπούμενη βαρειά σωματική βλάβη (άρ. 310 παρ. 2 εδάφιο β΄ ΠΚ).
Ως ανεκτή τροποποίηση του προαναφερθέντος θεσμικού πλαισίου για τους ανηλίκους θα μπορούσε ίσως να συζητηθεί εδώ η διεύρυνση της δυνατότητας επιβολής του περιορισμού της ιδιάζουσας ποινής του περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων και στους ανηλίκους που έχουν συμπληρώσει το 14ο, όχι όμως ακόμη το 15ο έτος της ηλικίας τους. Σε αυτήν την κατηγορία της ανηλικότητας βρίσκονται πολλοί από τους 15χρονους ανηλίκους, που συγκρότησαν τις συμμορίες, οι οποίες μας είπαν εφέτος τά «κάλαντα» με τον δικό τους τρόπο και δεν μπορούν ασφαλώς να ενταχθούν στο κυρωτικό πλαίσιο που προβλέπει ο Ποινικός Κώδικας μόνο για τους ανηλίκους που έχουν συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας τους. Πέραν αυτού θα μπορούσε να συζητηθεί και η αναδιαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου του άρ. 284 παρ. 7 ΚΠΔ σε σχέση με τα μέτρα δικονομικού εξαναγκασμού (προσωρινή κράτηση, κατ’ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική παρακολούθηση), που επιβάλλονται σε βάρος των ανηλίκων, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας τους. Εκείνο όμως που πρέπει κατεπειγόντως να αλλάξει είναι η στάση της οικογένειας και της Πολιτείας απέναντι στους ανηλίκους, ώστε νά μη μένουν ποτέ ανεπιτήρητοι και να μη του δίνεται έτσι η δυνατότητα ανάπτυξης εγκληματικής δραστηριότητας κατά μόνας ή μέσω της σύστασης συμμορίας με άλλους ανηλίκους.