Τα αγιάσματα της Κωνσταντινούπολης ως τόποι συνάντησης Θρησκειών και θρησκευτικών Παραδόσεων
Τα αγιάσματα της Κωνσταντινούπολης πέρα από οδοδείκτες της ιστορικής πορείας της πόλης και της χριστιανικής προσκυνηματικής τοπογραφίας της, στον άξονα της διαχρονίας, αποτελούν και σημεία υλικά της συνάντησης δύο μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών, του χριστιανισμού και του ισλάμ, στον άξονα της συγχρονίας. Επίσης, η λατρεία τους αποτελεί σημείο τομής ανάμεσα στις λατρευτικές και τελετουργικές πρακτικές των πιστών διαφορετικών Εκκλησιών, όπως η Ορθόδοξη, η Ρωμαιοκαθολική και η Αρμενική Εκκλησία.
Του Μ. Βαρβούνη, Καθηγητή Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης
Αν εξετάσουμε τις μαρτυρίες που υπάρχουν, θα διαπιστώσουμε ότι πρωτίστως οι μουσουλμάνοι και δευτερευόντως και χριστιανοί άλλων δογμάτων, όπως οι Ρωμαιοκαθολικοί και οι Αρμένιοι, τιμούν αναλόγως τα συγκεκριμένα αγιάσματα της Κωνσταντινούπολης. Το φαινόμενο αυτό, σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουν καταγραφεί, εκδηλώνεται με διάφορες μορφές: αναφέρεται, για παράδειγμα, η προσφορά θυσίας ζώου από έναν ασθενή μουσουλμάνο σε κάποιο προσκύνημα του αγίου Γεωργίου, η ύπαρξη μουσουλμάνων ιδιοκτητών ή διαχειριστών αγιασμάτων, που όμως τα φροντίζουν και επιτρέπουν την τελετουργική και λατρευτική χρήση τους στους χριστιανούς, κάποτε συμμετέχοντας και οι ίδιοι, ο σεβασμός των μουσουλμάνων σε συγκεκριμένα αγιάσματα, τα οποία συνδέονται με ιαματική των ασθενειών θαυματουργία, η καθιέρωση πανήγυρης προς τιμήν κάποιου αγιάσματος και του προστάτη αγίου του σε αμιγώς μουσουλμανική συνοικία, ακόμη και η φανερή συμμετοχή μουσουλμάνων στις λατρευτικές και τελετουργικές πράξεις της ορθόδοξης κοινότητας σε κάποιο αγίασμα, χωρίς να εμποδίζονται από την διαφορά της θρησκείας.
Επίσης αναφέρονται αρκετά αγιάσματα που έχουν τουρκικά ονόματα, και με αυτά προσδιορίζονται και από την χριστιανική κοινότητα, η ύπαρξη επιγραφών στην τουρκική γλώσσα σε ορισμένα αγιάσματα, έως και η συνύπαρξη ορθόδοξου χριστιανικού αγιάσματος και μουσουλμανικού τεκέ στο ίδιο κτίσμα, καθώς και οι θετικές απόψεις και ενέργειες για το αγίασμα και την πνευματική και ιαματική σημασία του από μουσουλμάνο που έτυχε να αποκτήσει την κυριότητά του, αγοράζοντας το κτήριο εντός του οποίου υπήρχε. Παραλλήλως αναφέρονται και περιπτώσεις κατά τις οποίες ο νέος μουσουλμάνος ιδιοκτήτης ενός αγιάσματος είχε εντελώς αρνητική στάση απέναντί του, το κατεδάφισε και το επιχωμάτωσε, ακόμη δε απαγόρευσε τις λατρευτικές τελετουργίες των χριστιανών, ή σε ακραίες περιπτώσεις το βεβήλωσε, οπότε υπέστη τις κατά την παράδοση υπερφυσικής προέλευσης τιμωρίες των ιερόσυλων.
Ακόμη αναφέρεται στις σχετικές λαογραφικές πηγές η παρακολούθηση από τον Σουλτάνο της τελετουργικής προσκύνησης των χριστιανών σε κάποιο αγίασμα, ή και η περίπτωση περιποίησης και ανακαίνισης ενός αγιάσματος με σουλτανική διαταγή, μετά από σχετικό αποκαλυπτικό όνειρο του Σουλτάνου, δια του οποίου έλαβε την υπερφυσική εντολή να ασχοληθεί με το συγκεκριμένο προσκύνημα των χριστιανών υπηκόων του.
Οι πληροφορίες αυτές αποτυπώνουν λατρευτικές αντιλήψεις και τελετουργικές πρακτικές των μουσουλμάνων της Κωνσταντινούπολης, οι οποίες εντάσσονται στην ευρύτερη πρακτική των κοινών στοιχείων, τελετουργιών και δρωμένων στους επιμέρους λαϊκούς πολιτισμούς των βαλκανικών λαών, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, έχει απασχολήσει από παλιά την συγκριτική λαογραφία, γι’ αυτό και η σχετική βιβλιογραφία είναι εκτεταμένη, αναλυτική και ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα. Η κοινότητα αυτή των φαινομένων δεν οφείλεται πλέον στην επί αιώνες συνύπαρξη των λαών αυτών στα πλαίσια πολυεθνικών αυτοκρατοριών, ούτε στην επιβίωση, ανάπλαση και μετασχηματισμό αρχέγονων και αρχετυπικών πολιτισμικών στοιχείων, παράγοντες που διαμόρφωσαν την πολιτισμική πραγματικότητα την οποία μελέτησαν οι παλαιότεροι ερευνητές, αλλά στην κοινή βάση της ορθοδοξίας και των σχέσεών της με το ισλάμ, στο επίπεδο της παραδοσιακής θρησκευτικής συμπεριφοράς, και βεβαίως στην επικράτηση κοινών ή παρόμοιων συνθηκών σε ολόκληρο σχεδόν τον βαλκανικό χώρο.
Στα πλαίσια αυτά έχουν καταγραφεί πολλές περιπτώσεις όχι μόνο συμμετοχής μουσουλμάνων σε ορθόδοξες χριστιανικές τελετουργίες, αλλά ακόμη και το φαινόμενο της χρήσης του ίδιου κτίσματος ως ναού διαφορετικών θρησκευτικών παραδόσεων, εν προκειμένω ως κοινού ναού χριστιανών και μουσουλμάνων, στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, της Μικράς Ασίας και της Ανατολίας, όπως και παραπάνω αναφέρθηκε στην περίπτωση ενός αγιάσματος της Κωνσταντινούπολης. Πέρα από τις θαυματουργικές ιάσεις και τα αποκαλυπτικά όνειρα, κατά κύριο λόγο είναι η ύπαρξη ενός υπερφυσικής προέλευσης φωτός που επισημαίνει την ιερότητα των χώρων αυτών και πείθει τους ενίοτε δύσπιστους και εχθρικούς αλλόθρησκους να τους σεβαστούν και να τους υπηρετήσουν, όπως αναφέρουν οι σχετικές λαϊκές αφηγήσεις.
Συνεπώς, τα αγιάσματα της Κωνσταντινούπολης πέρα από οδοδείκτες της ιστορικής πορείας της πόλης και της χριστιανικής προσκυνηματικής τοπογραφίας της, στον άξονα της διαχρονίας, αποτελούν και σημεία υλικά της συνάντησης δύο μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών, του χριστιανισμού και του ισλάμ, στον άξονα της συγχρονίας. Επίσης, η λατρεία τους αποτελεί σημείο τομής ανάμεσα στις λατρευτικές και τελετουργικές πρακτικές των πιστών διαφορετικών Εκκλησιών, όπως η Ορθόδοξη, η Ρωμαιοκαθολική και η Αρμενική Εκκλησία. Συνιστούν λοιπόν μια από τις πλέον απτές αποδείξεις των πρακτικών του θρησκευτικού και τελετουργικού συγκρητισμού, στο επίπεδο της λαϊκής θρησκευτικότητας, που είναι γνωστός με πληθώρα τελετουργικών εκδηλώσεων, από όλες σχεδόν τις περιοχές στις οποίες συνυπήρξαν οι δύο αυτές θρησκείες.
Σε τελική ανάλυση τα αγιάσματα, μέσω της τελετουργικής χρήσης τους από χριστιανούς διαφόρων ομολογιών και μουσουλμάνους δομούν έναν σύνδεσμο επικοινωνίας μεταξύ των κατοίκων της πόλης, και αποβαίνουν βασικός συνδετικός κρίκος της βιούμενης ταυτότητάς τους, στο πέρασμα των αιώνων. Και αυτή η συνεκτική και δομική τους λειτουργικότητα, μαζί με την πίστη στις ιαματικές ιδιότητές τους, είναι που τους δίνει ην ιδιαίτερη θέση που έχουν πρωτίστως ανάμεσα στους Ορθόδοξους Χριστιανούς, και δευτερευόντως και μεταξύ των ετεροδόξων και αλλοθρήσκων κατοίκων της Κωνσταντινούπολης.